ΔΙΚΙΟ ΕΧΕΙ ΠΟΥ ΚΕΡΑΤΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΛΙΑΝΘΡΩΠΟ!
Την έκανε τσακωτή την γυναίκα του και επιτόπου της ξηγήθηκε κλωτσές. Κάτι πήγαινε να πει εκείνη και το ένα χαστούκι έπεφτε μετά το άλλο. «Γιατί με βαράς;...» διαμαρτυρήθηκε η άπιστη. «Με ρωτάς κιόλας, θες να βγεις και από πάνω, δεν σου έφθανε που με κεράτωσες...» της λέει και της ρίχνει ένα ακόμα τράκο.
«Δεν φταίω...» την ακούει να λέει πνικτά ανάμεσα σε δάκρυα πολλά. «Εσύ φταις..., εσύ που μ’ έχεις ξεχάσει, έχεις να με πλησιάσεις περισσότερο από ένα χρόνο..., τι να έκανα κι εγώ… το ξέρεις ότι το κουνάβι πεθαίνει αν δεν κάνει σεξ για ένα χρόνο...».
-Τι είναι αυτά που μου τσαμπουνάς, μωρή, δεν σε καταλαβαίνω... Ποιο κουνάβι;
Σκουπίζοντας το μισοκλαμένο πρόσωπό της προσπαθεί να του εξηγήσει: «Να, διάβασα ότι το κουνάβι ψοφάει αν δεν ζευγαρώσει σε λιγότερο από ένα χρόνο... Κι εγώ φοβήθηκα μήπως πάθω κάποιο κακό...».Η σφαλιάρα αυτή τη φορά ήταν πιο δυνατή.
-Τι σχέση έχεις εσύ με το κουνάβι, μωρή ξεφτυλισμένη, θες να μ' αποτρελάνεις;
«Δεν το ξέρεις ότι τα ζώα μας λένε το σωστό; Μας διδάσκουν πώς να συμπεριφερόμαστε... Δεν πήγα με τον άλλον γιατί δεν σ’ αγαπώ..., απεναντίας το έκανα για να μην πεθάνω, για να είμαι δική σου, αχάριστε...».
Άτιμο πράμα το κουνάβι. Πανούργο. Δεν έχει ησυχία στο δάσος όλη μέρα. Και τη νύχτα που βγαίνει για κυνήγι δεν δυσκολεύεται να πλακώσει ποντίκια, κουνέλια, σκίουρους, έντομα, σκουλήκια.
Το φοβερό: Το κουνάβι γεννάει Απρίλιο με Μάϊο, δηλαδή τότε που βρίσκει πιο εύκολα τροφή, για να ταίζει και τα μικρά της.
«Σ' αγαπώ, ρε, μαλάκα..., κι εσύ με κάνεις δυστυχισμένη..., με σπρώχνεις να βρω απ΄άλλον ένα χάδι, παλιάνθρωπε, δεν με λυπάσαι καθόλου..., τουλάχιστον να αναγνώριζες το πόσο με παραμελείς, κάτι θα ήταν κι αυτό...». Τώρα πια το κορίτσι κλαίει σπαρακτικά, βαράει με τα χέρια της το κεφάλι και τα γόνατά της. Ο κερατάς τα χρειάστηκε, δεν περίμενε τέτοια αντίδραση από την δικιά του. Την ήξερε για χαζή ελαφράς μορφής, σκέφθηκε μήπως την αδίκησε την βλαμμένη, ότι από σκέτη μαλακία της τον απάτησε, όχι επειδή είναι κρυφοκαριόλα.
Διαβάστε ακόμα: