ΣΤΗ ΜΑΜΑ ΕΛΖΜΠΙΕΤΑ, ΠΟΥ ΗΤΑΝ ΚΑΙ ΜΠΑΜΠΑΣ ΜΑΖΥ
Πρώτος σκόρερ της Ευρώπης και τρίτος στον κόσμο, η βράβευση θα γίνει στη Γερμανία. Αυτό το μαντάτο έλαβε τελευταία ημέρα του χρόνου, σα σήμερα, το 1999, ο Πολωνός αρχιγκολτζής του Παναθηναϊκού Χριστώφ Βαζέχα. Η πρόσκληση από την Διεθνή ομοσπονδία Ιστορίας και Στατιστικής του ποδοσφαίρου. Θα καταφύγω στο βιβλίο του δημοσιογράφου Μένιου Σακελλαρόπουλου “20 Χρόνια Ταξίδια με τον Παναθηναϊκό”, όπου περιγράφει τι έγινε την βραδιά της βράβευσης του Βαζέχα.
“Πέρασα πολύ δύσκολα χρόνια, πώς να τα ξεχάσω επειδή σήμερα φόρεσα ένα σμόκιν;...” λέει στον Σακελλαρόπουλο ο Κριστώφ μετά την εκδήλωση σε μια άγνωστη πόλη, τη Φούλντα, εκείνη την παγωμένη νύχτα, στις 8 Ιανουαρίου 2001.
“...Στο σπίτι είχαμε μόνον ένα δωμάτιο και μια μικρούλα κουζίνα. Εκεί ήταν ο κόσμος μου. Κι αυτός ο κόσμος έπνιγε τα όνειρά σου, ασφυκτιούσες. Πώς να χωρέσεις εκεί, πώς να μεγαλώσεις; Κι όμως χωρούσες! Ο πατέρας μου είχε φύγει, δεν τον ξανάδα, μόνο μια φορά, φευγαλέα, από απόσταση. Δεν έμαθα ποτέ, δεν θέλησε κι εκείνος. Τον έσβησα μέσα μου, όπως και τα βάσανά μου. Σκληρό, αλλά έτσι έπρεπε να γίνει. Η μάνα μου ήταν τα πάντα για μένα και σ' αυτήν τα χρωστάω όλα, και τούτο δω το βραβείο...”.
Ο ποδοσφαιριστής χαλαρώνει κάπως το παπιγιόν και συνεχίζει: “Αν η μάνα μου δεν μ' άφηνε να ασχοληθώ με το ποδόσφαιρο, σήμερα θα ήμουν εργάτης εργοστασίου. Αυτό σκεπτόμουν την ώρα της βράβευσης. Και είπα, χαλάλι οι κόποι και οι πίκρες ζωής, οι κλωτσές στο γήπεδο, η ζωή η καλογερίστικη που έκανα...”.
Ο Μένιος Σακελλαρόπουλος ήταν παρών στην τιμητική βραδιά του πρώτου Ευρωπαίου σκόρερ. Γράφει στο βιβλίο του:
“Μπροστά στη λαμπερή αίθουσα ο Βαζέχα όλο και αγχωνόταν. Δεν ήταν ο δικός του χώρος, το γήπεδό του, αισθανόταν άβολα. Μύριζε δόξα και τρακ, λουσμένος από τον ιδρώτα της χαράς, της περηφάνειας, της δικαίωσης. Τη στιγμή που έπιανε στα χέρια του το βραβείο ήταν αλλού... Μια σύσπαση έδωσε το σύνθημα να χορέψουν τρελλά οι ρυτίδες του προσώπου του. Ήταν φανερό ότι “ταξίδευε”, ίσως στη μικρή του πόλη, το Χορζώφ της Πολωνίας, που τον σημάδεψε για πάντα. Έβλεπε πολλά στη γιγαντοθόνη του μυαλού του, όσα κράτησε κλειδωμένα στη ψυχή του τρισήμισυ δεκαετίες, και το κλειδί πεταμένο σ' ένα από τα λαγούμια των λιγνιτορυχείων.
“Έβλεπε” ο Κριστώφ την εγκατάλειψη από τον πατέρα του, την μάνα του Ελζμπιέτα να δουλεύει την ημέρα στα εργοστάσια και τη νύχτα να σερβίρει σούπες σε εργάτες, για να αναστήσει τον γιο της. Έβλεπε και τον εαυτό του με φτηνές φόρμες, βουτηγμένες στο γράσο, ικετεύοντας να τελειώσει το ωράριο. Προοριζόταν για μηχανικός εργοστασίου, να λύνει και να συναρμολογεί μηχανές.
Λίγα λεπτά αργότερα, γράφει ο δημοσιογράφος, έγινα μάρτυρας μιας συγκλονιστικής στιγμής. Ο Βαζέχα, μπροστά στην κάμερα, άρχισε να τρέμει σύγκορμος, και να βουρκώνει όταν αφιέρωνε το βραβείο στην Ελζμπιέτα, που γι’ αυτόν στάθηκε μάνα και πατέρας μαζί.
Διαβάστε ακόμα: