ΞΥΠΝΗΣΑΝ ΟΙ ΕΡΩΤΕΣ ΣΤΟΝ ΠΥΡΓΟ
''Όποιος βγάλει από το γελοίο στόμα του έστω και λέξη σε βάρος του Martin θα φάει ξύλο! Από μένα!...”.
Ο χαβαλές στην τραπεζαρία του κολεγίου επιτόπου κόπηκε μαχαίρι.
“...Κι αν το τολμήσουν δύο απ' εσάς και τους δυο μαζί θα δείρω!”.
Απόλυτη σιωπή απλώθηκε στη φασαριόζικη ομάδα των νεαρών, 18χρονοι όλοι, που συναγωνιζόντουσαν μία φορά ακόμα ποιος θα κοροϊδέψει περισσότερο, θα ειρωνευτεί πιο απαξιωτικά τον συμμαθητή τους. Όλοι πλουσιόπαιδα, όχι και το φτωχόπαιδο ο Jason, που ως αριστούχος είχε πάρει υποτροφία και σπούδαζε χωρίς να πληρώνει μία στο φιρμάτο σχολείο.
Ζύγισε την κατάσταση ο Ιάσων και για τρίτη φορά πυροβόλησε την ομήγυρη:
“Αν τα ξαναβάλετε με τον Μάρτιν, επαναλαμβάνω, όλοι όσοι είστε εδώ θα έχετε να κάνετε με μένα. Να 'στε σίγουροι ότι θα το μετανοιώσετε, κοτούλες!”.
Τράβηξε πίσω το κάθισμά του ο τολμηρός νέος και με βλέμμα ήρεμο και συνάμα περιφρονητικό αποχώρησε. Όλων η μιλιά χάθηκε, από τη μια στιγμή στην άλλη έγιναν μία πινακοθήκη καθιστών πτωμάτων, και ο Μάρτιν, αυτός αν είχε αιφνιδιαστεί περισσότερο από την επίθεση υποστήριξης του. Παρτίδες είχε μ' εκείνα τα αγόρια που συχνά πυκνά του έκαναν νίλες, με τον προστάτη του άντε να είχε μια καλημέρα, τυπική κι αυτή.
Μετά από μία ώρα ο Μάρτιν της γνωστής οικογενείας Epstein, του βιομηχανικού ομίλου μετάλλων, επισκέφθηκε στο δωμάτιό του τον γιο του καρβουνιάρη John Whitmore. Ο Ιάσων Ουάϊτμωρ διάβαζε, μόνος, ο συγκάτοικος του απουσίαζε.
-Ήθελα να σ' ευχαριστήσω. Τιμή μου να με θεωρείς φίλο σου.
Από την επομένη ο Μάρτιν δεν ξεκολλούσε δίπλα από τον Ιάσονα. “Όλοι τους, οι πρώην “φίλοι” μου, μου κάνουν μούτρα επειδή κάνω παρέα με σένα, όμως κανένας τους δεν με ξαναενόχλησε. Αλήθεια, γιατί με υποστήριξες, Τζαίησον;...”.
- Δεν το έκανα για σένα, απλά είναι ανανδρία πέντε και έξι από δαύτους να τα βάζουν μ' έναν, εσένα, επειδή σε περνάνε για βουτυρόπαιδο οι ανόητοι κουραμπιέδες.
Επαρχιακή Αγγλία, μέσα του 18ου αιώνα. Όσο περνούσαν οι μέρες τόσο γεννιόταν ένας βαθύς θαυμασμός του Μαρτίνου, που μεγάλωσε στα πούπουλα, προς τον Ιάσονα που από τα 11 χρόνια του δούλευε κανονικός εργάτης. Ο ευαίσθητος και δειλός Μάρτιν, όσο γνώριζε τον φίλο του, τόσο περισσότερο ανακάλυπτε τον ίδιον του τον εαυτό. Και τόσο λιγότερο τον απασχολούσε πως θα γλυτώσει τις γκάφες που του έστηναν τα κωλόπαιδα οι συμμαθητές του.
***
Πατέρας, μητέρα, θυγατέρα και υιός, όλη η οικογένεια είναι καθισμένοι σ΄ένα πέτρινο τραπέζι στην λιθόστρωτη αυλή, στην είσοδο της νότιας πλευράς της πιο μεγάλης ισόγειας αίθουσας της έπαυλης των Epstein και περιμένουν τον Ιάσονα για να ξεκινήσουν το μπρέκφαστ. Από ενωρίς το πρωί το αγόρι είχε βγει στο δάσος, να τρέξει λίγο, να γυμναστεί και είχε ήδη επιστρέψει στο δωμάτιό του. Αισθάνθηκε άβολα όταν μία υπηρέτρια τον ειδοποίησε πως τον περιμένουν οι οικοδεσπότες. Έλπιζε να μην τον θεωρήσουν αγενή, ότι ήταν προσβλητική η συμπεριφορά του. Σ' ένα λεπτό ετοιμάστηκε κιόλας και έτρεξε να τους συναντήσει.
***
“Ο γιος μου σας έχει σαν Θεό. Η γνωριμία του με σένα οφείλεται στη Θεία Χάρη. Ο Μάρτιν είναι πια ένας ώριμος νέος, ξέρει τι θέλει, κι αυτό οφείλεται σ' εσάς, αγαπητέ Ιάσονα”.
Ένας έμπειρος άνδρας, όχι βέβαια το παλληκαρόπουλο ο Ιάσων, εύκολα θα διαπίστωνε τα σημάδια που φανερώνονται σε κάθε γυναίκα που είχε αποφασίσει να εγκαταλείψει τη ζωή της στα χατήρια της μοίρας. Η σαραντάρα Emily νοιώθει μόνη, τα 20 χρόνια του γάμου της είναι μια σταθερή πορεία αποστασιοποίησης, αποξενοποίησης από τον σύζυγό της. Ο Τόμας είναι που έχει απομακρυνθεί απ' αυτήν, μια θλιμμένη ύπαρξη που μαραίνεται, που βυθίζεται σε τέλμα. Εκείνος, ο 50αρης σύζυγος, πάντα δραστήριο άτομο, δοσμένος στις μπίζνες και στις ερωτικές απολαύσεις, διαρκώς την απατά. Ένας σύζυγος απών, όπως απών ήταν και ως πατέρας, δεν είχε χρόνο ούτε αγάπη να χαρίσει στα δύο παιδιά τους.
- Ο γιος σας είναι ευφυής, κύρια Έμιλυ. Αν εγώ είχα καλή επιρροή επάνω του μια φορά, εκείνος με τη γνωριμία μας με ωφέλησε δύο φορές.
“Μου δίνετε μεγάλη συγκίνηση. Αν ξέρατε πόσο ευτυχισμένη με κάνετε. Τα λόγια σας είναι το πιο πολύτιμο δώρο που έχω λάβει στη ζωή μου, είμαι σίγουρη ότι είστε ειλικρινής...”.
- Δεσποσύνη Έμιλυ, είστε μια πολύ όμορφη γυναίκα..., της λέει στεγνά, μ' ένα τρόπο που εκείνη αισθάνεται να την μαλώνει.
“Ευχαριστώ για τον καλό σας λόγο...” ψιθυρίζει αχνά η γυναίκα, σχεδόν τρομοκρατημένη με τη σκέψη ότι απέναντί της δεν είναι κάποιος συνομήλικος του γιου της, αλλά ένας κανονικός άνδρας.
Μοιάζει με φιγούρα απόμακρη που κουβαλάει απόκρυφη νεανικότητα και μία καταραμένη παρθενία η Έμιλυ, έχει λησμονήσει τις επιθυμίες της σάρκας, έχει αποδεχθεί το τετελεσμένο και ίσως, σκέπτεται, γι' αυτό είναι πιο αδύναμη στο χαρακτήρα από τον γιο της, ο οποίος όμως έχει πια ανοίξει τις φτερούγες του.
- Αν ήμουν ο γιος σας, κυρία Έμιλυ, θαρρώ πως θα έπαιρνα από εσάς περισσότερα απ' όσα ο Μάρτιν επηρεάστηκε θετικά από την μητέρα του. Μίλησα για την ομορφιά σας όπως κάποιος την θαυμάζει σε πίνακα, διότι πράγματι είστε όμορφη... Και από μια χαρισματική γυναίκα, είναι επόμενο ο καθένας να περιμένει το καλύτερο. Ο Μάρτιν στο κολέγιο ήταν άοπλος, απροετοίμαστος να αντιμετωπίσει τα σχόλια κάποιων παλιόπαιδων. Εγώ, κυρία Έμιλυ, μεγάλωσα ορφανός από μάνα, ο πατέρας μου ήταν και η μάνα μου μαζί. Το ξαναλέω.
Ο Μάρτιν είναι καλύτερος από μένα, σ' όλα...
Η κουβέντα τους γίνεται στο σαλόνι με ταριχευμένα πουλιά στους τοίχους και κέρατα ζώων. Η γυναίκα πλησιάζει το αγόρι, πιάνει τα δυο του χέρια. “Θα ήθελα να σε ασπαστώ, αν το επιτρέπεις...”. Η μητρική αγκαλιά σ' αυτόν που στάθηκε η Αποκάλυψη των προτερημάτων του γιου της, της έδωσε ένα ξύπνημα συνταρακτικό σ' όλο το κορμί. Δεν κρατάει σφικτά έναν 18χρονο η θρησκόληπτη γυναίκα αλλά τον άνδρα που δεν γνώρισε ποτέ στη ζωή της. Εκείνο το αρσενικό σώμα, τα σιδερένια μπράτσα και το μαρμάρινο στήθος, που ξέθαβαν μέσα της επιθυμίες ανομολόγητες.
***
Οι δυο τους πάλι την άλλη μέρα. Όπως πάντα ο σύζυγος απουσιάζει. Ο Ιάσων και η 19χρονη αδελφή του Bessie, αρραβωνιασμένη με τον Gabriel, γόνο της αριστοκρατικής οικογένειας Morton, έχουν ήδη φύγει στην πόλη, στον συμβολαιογράφο, για ζητήματα κληρονομικά. Τον βλέπει έτοιμο να περπατήσει στο δάσος.
“Θα σε πείραζε να 'ρθω μαζί σου;...” τον ρώτησε η Έμιλυ έχοντας προσπαθήσει από το πρωί να ξεχάσει ότι ολόκληρο το βράδυ τον σκεπτόταν στο κρεβάτι της, να την φιλάει, να την χαϊδεύει κι αυτή, πότε ήταν 20 χρονών, πότε 30, αλλά και στα 40 της σήμερα, να μη χορταίνει.
Κάθισαν στην πεζούλα, κάτω από το πλατάνι, δίπλα στο ρυάκι, που κυλούσε παίζοντας μουσική στην ερημιά. Έχουν να ανταλλάξουν λέξη τουλάχιστον μισή ώρα, βάδιζαν αμίλητοι. Κάτι τους σφίγγει, τους δένει τη γλώσσα. Η γυναίκα σηκώνεται και τείνει το χέρι της προς αυτόν, του ζητάει βοήθεια, να πιαστεί από το μπράτσο του, καθώς θα περπατούν πάνω σ' ένα κορμό πεσμένο στο νερό.
Πάτησαν, τελικά, στην ασφάλεια του εδάφους, αλλά δεν αφήνει το χέρι του. Κουρνιάζει επάνω του. Σπρώχνει αποφασιστικά την παλάμη του να βολτάρει στο κορμί της, δεν της φθάνει η αγκαλιά του, του δίνεται ολοκληρωτικά. Ξαπλώνουν λίγο παραπέρα, σ' ένα κομμάτι χώματος που είναι πιο διψασμένο από την ίδια.
***
Σήμερα είναι η τελευταία ημέρα του Ιάσονα στη βίλα των Επστάιν. Αύριο θα αναχωρήσουν, αυτός και ο Μάρτιν, θα επιστρέψουν στο κολέγιο. Σεισμός στην οικογένεια! Η Μπέσυ ανακοίνωσε στην μητέρα της, ότι θέλει να χωρίσει τον μνηστήρα της, τον Γκάμπριελ! Γιατί; Ο Ιάσων! Η 19χρονη εδώ και δέκα ημέρες, από την πρώτη στιγμή ερωτεύθηκε τον φίλο του αδελφού της. Η Έμιλυ ρώτησε επιφυλακτικά την κόρη της, αν συμβαίνει, αν συνέβη κάτι ανάμεσά τους, της Μπέσυ και του Ιάσονα.
- Απολύτως τίποτα! Το πιθανότερο να μη γνωρίζει πόσο μ' έχει μαχαιρώσει! Μπήκε μέσα στην καρδιά μου, εκεί τον έχω, μητέρα. Δεν είμαι τρελή. Αν δεν με θέλει, αυτός που είμαι σίγουρη ότι θα κάνει καλύτερη τη ζωή μου, ο πόνος θα 'ναι δικός μου. Δικό μου πρόβλημα να τον ξεπεράσω, αν μ' αρνηθεί. Όπως και να 'χει θέλω να διακόψω με τον Γκάμπριελ.
Η Έμιλυ μίλησε στον σύζυγό της. “Είσαι τρελή, εσύ και η κόρη σου. Να παντρευτεί κάποιον άγνωστο, δίχως όνομα, δίχως περιουσία. Δεν το συζητώ!”. Η έκπληξη της ζωής του για τον σύζυγο όταν μπροστά του έχει μία άλλη Έμιλυ, σα να την βλέπει πρώτη φορά.
“Αν αρνείσαι την επιθυμία της κόρης μας, είμαι αποφασισμένη να φτάσω στο διαζύγιο για τους λόγους που αντιλαμβάνεσαι. Η δε Μπέσυ, μου ζήτησε να σου μεταφέρω ότι δεν θέλει να σε ξέρει, μάλιστα απαιτεί το μερίδιο που της ανήκει από την οικογενειακή περιουσία και πως θα ζήσει μακριά από σένα. Σου δίνω τέσσερις ώρες διορία, όχι περισσότερο αν αλλάξεις γνώμη...”.
***
Μητέρα και υιός έκαναν πρόταση γάμου, για λογαριασμό της κόρης και αδελφής, στον Ιάσονα. Μετά από ένα χρόνο, με τις ευχές του πατέρα της, η Bessie και ο Jason ενώθηκαν με τα δεσμά της μνηστείας.
Διαβάστε ακόμα: