Η ΔΑΣΚΑΛΑ ΤΩΝ ΑΓΓΛΙΚΩΝ ΗΞΕΡΕ ΚΙ ΑΛΛΗ ΓΛΩΣΣΑ
Αθήνα 1984. Η 36χρονη Βιβίκα, μητέρα δύο ανήλικων κοριτσιών, τρεις φορές την εβδομάδα κάνει μαθήματα αγγλικής γλώσσας στον 19χρονο Στέφανο. Το αγόρι, τελικά, αποφάσισε να σπουδάσει στην Αγγλία, να μη ρισκάρει μια ακόμα αποτυχία να περάσει σε ελληνικό πανεπιστήμιο, και αφού κατάφερε να γίνει δεκτός σε επαρχιακό βρετανικό εκπαιδευτικό ίδρυμα, ξεκίνησε στο σπίτι του τα ιδιαίτερα εντατικά μαθήματα με την κυρία Βιβίκα.
Μα, είναι δυνατόν ο πιτσιρικάς να είναι τόσο σπερματοβαρής αναρωτιέται η Βιβίκα και φαντασιώνεται το λοστάρι, ''σηκωμένο”, πυρωμένο. Να, τούτη τη στιγμή είναι λιπόθυμο, σε κατάσταση ... λήθαργου το σκουλήκι-γίγας του αγοριού κι όμως της μοιάζει απειλητικό.
Ανεξήγητος εκνευρισμός σήμερα. Σίγουρα φταίει η ίδια η οποία μάλλον αδικαιολόγητα έκανε περιττές παρατηρήσεις στον μαθητή της. Κι αυτός, όταν πια σχεδόν ολοκληρώθηκε το μάθημα, αποχώρησε αναστατωμένος. Η αδελφή του Στέφανου, τρία χρόνια μεγαλύτερη, που για πρώτη φορά ήταν παρούσα στο μάθημα, πήρε αμέσως το μέρος της δασκάλας, στην οποία χαιρέκακα της είπε:
Δύο μέρες μετά, μετά το τέλος του αμέσως επόμενου μαθήματος, το αγόρι παραπονέθηκε στην δασκάλα. “Είπες εσύ στην Αμαλία για τα καυλόσπυρά μου;”. Απέναντι στην επιθετική του στάση η Βιβίκα κράτησε ψυχραιμία. Έχει τα διπλάσια του χρόνια, είναι η δασκάλα του, αν θέλει τα πράγματα να κυλήσουν μαζί του όπως εκείνη σκέπτεται, θα πρέπει να 'χει το επάνω χέρι. Γι' αυτό δεν παρασύρθηκε από το δικό του τόνο, αλλά ήρεμα, χαμηλόφωνα, όμως έντονα του απάντησε:
- Δεν ξέρω τι σου είπε η αδελφή σου, ούτε και μ' ενδιαφέρει. Ποτέ δεν αναφέρθηκα σ' αυτό που μου λες, άλλωστε ποτέ δεν θα το έκανα αυτό. Η αδελφή σου μπορεί να σε βλέπει για μικρότερο της, εσύ ο ίδιος να θαρρείς ότι είσαι ακόμα πιτσιρίκι, όμως εγώ αισθάνομαι απέναντί μου έναν έφηβο, έναν άνδρα κανονικό.
Πριν μαζέψει τα πράγματά της η Βιβίκα πρόσθεσε και τούτο στον Στέφανο: “Είμαι άνθρωπος που πιστεύω στις προσωπικές σχέσεις. Εσύ έδειξες ότι δεν μου έχεις εμπιστοσύνη...Δεν νομίζω, λοιπόν, πως μπορούμε να συνεχίσουμε. Θα ενημερώσω σχετικά τους γονείς σου ότι διακόπτω τη συνεργασία μας... ”.
Εκείνο το βράδυ ο Στέφανος δεν κοιμήθηκε. Σκεπτόταν τη μονάκριβη στιγμή, όταν εκείνη όρμησε επάνω του, κι αυτός βρέθηκε στην αγκαλιά της. Πριν κλείσει τα μάτια τρεις φορές τρομπάρησε τον σωλήνα του.
Μετά από δύο - τρία ιδιαίτερα μαθήματα, δασκάλα και μαθητής είχαν πλέον προχωρήσει, όχι τόσο στα αγγλικά, όσο στα... ταχυδακτυλουργικά. Η παλάμη της Βιβίκας έπιανε τη δική του, το μπράτσο της ακουμπούσε στην πλάτη του. Ε, κι αυτός δεν άργησε να γίνεται τολμηρός. Μετά τα χέρια, σειρά πήραν τα πόδια τους, που κολλούσαν... τυχαία, δήθεν αφηρημένα. Λειτουργούσε ένας αλληλομαγνητισμός, ευχάριστος και επιθυμητός, και ο πόθος τους στέγνωνε τα λαρύγγια και των δύο. Η θερμοκρασία ανάμεσα τους προκαλούσε σιωπές, κενά, παύσεις, όλο νόημα.
Πρώτο το αγόρι έβαλε τα δάκτυλα μέσα στο σουτιέν της και χούφτωσε τον έναν γυαρμά. “Μα, δεν πρέπει...” ψιθύρισε η δασκάλα που τον έφερε περισσότερο επάνω της με το αριστερό χέρι και με το δεξιό αναζήτησε το απωθημένο της, στα αχαμνά του.
Διαβαστε ακομα: