Ο ΠΟΘΟΣ ΤΟΥ ΦΩΤΟΓΡΑΦΟΥ, ΤΟ ΒΑΣΑΝΟ ΤΗΣ ΑΘΛΗΤΡΙΑΣ
Προπονητήριο στίβου, και για τους πρωταθλητές της εθνικής ομάδας ήταν για χρόνια το “βοηθητικό” του Καραϊσκάκη, ακριβώς δίπλα στο στάδιο, πριν αυτό γκρεμιστεί και το κάνει ατόφιο ποδοσφαιρικό γήπεδο το 2004 ο Σωκράτης Κόκκαλης. Ένας μικρός χώρος πάρκιν ήταν ανάμεσα στο στάδιο και το βοηθητικό, εκεί όπου το 1972 γινόταν φωτογράφιση για περιοδικό ποικίλης ύλης του διεθνούς ποδοσφαιριστή του Ολυμπιακού.
Η καλλιτεχνική σκέψη του φωτογράφου έχει φύγει από τον ποδοσφαιριστή και ακολουθεί από... πίσω την αθλήτρια, που αν κρίνει από το τέμπο της, τις εκφράσεις στο πρόσωπο και τη βρεγμένη από τον ιδρώτα φανέλα της, θα έχει ήδη καλύψει περισσότερα από 6 με 7 χιλιόμετρα. Την περιμένει στον επόμενο γύρο, να την προσέξει καλύτερα από κοντά, γι' αυτό πλησίασε περισσότερο τους διαδρόμους στο ταρτάν.
“Ποια είναι αυτή;...” ρωτάει ο Βλάσης τον μασέρ του Εθνικού, γνωστό του από παλιά. “Δεν λέει τίποτα...” του απαντά βαρετά ο μασέρ. “Πεντοχιλιάρα είναι, ξεκίνησε από τα 1.500 μ. αλλά δεν έχει τύχη, κάρβουνο καίει, κανένας δεν την υπολογίζει, είναι επαρχιακού συλλόγου, μάλλον από Καρδίτσα. Κάθε μέρα γυμνάζεται, χωρίς προπονητή”.
Την άλλη μέρα, μονάχα με μια μηχανή κρεμασμένη στο λαιμό, εμφανίζεται ο Βλάσης στο βοηθητικό. Όταν η δρομέας τελείωσε το πρόγραμμά της, την πλησιάζει με ύφος επαγγελματικό. “Ήθελα να σας φωτογραφίσω, θα σας πείραζε αν...”.
Άσχημη. Άβυζη, εντελώς. Μα, πώς είναι δυνατόν, απορεί ο Ντέμης, αυτή η αποκρουστική φάτσα με στήθος πλάκα να διαθέτει οπίσθια σκέτο ποίημα. Δυο πεπόνια ώριμα, δροσερά, εύσαρκα. Δύο τρούλους ναού, και άθεος να 'σαι το πρώτο που σκέπτεσαι είναι να προσκυνήσεις.
Συμφώνησαν για την επομένη, δυο ώρες πριν η Κάτια ξεκινήσει την προπόνηση της.
Είναι μισή ώρα στο εστιατόριο. Το μυαλό του φωτογράφου δεν ξεκολλάει από τον φεγγαρίσιο πισινό της. Έχει ξεπεράσει την ασχήμια στο πρόσωπό της. Σχεδόν έχει αρχίσει να την συμπαθεί. Διακρίνει ένα αδιόρατο εκνευρισμό της. Κάποια στιγμή του λέει: “Ξέρεις, θέλω να είμαι ειλικρινής μαζί σου... Δεν έχω αντιληφθεί γιατί ήθελες να με φωτογραφίσεις...”.
''Η δουλειά μου, Κάτια, είναι η ίδια η ζωή μου. Τον κόσμο τον βλέπω μόνον μέσα από την κάμερα της φωτογραφικής μηχανής. Δεν στο κρύβω. Την προσοχή μου τράβηξε το “πίσω” σου, οι γλουτοί σου. Είναι θεϊκοί. Μοναδικοί. Δεν έχω ξαναδεί τέτοιο έργο τέχνης σε κορμί γυναικείο...''.
- Θα ήθελα να φύγουμε..., προτείνει αχνά στον άνδρα.
''Να σε πάω σπίτι σου;''.
- Όπου θες πήγαινέ με...
Η Κάτια έτοιμη πάλι να καταρρεύσει. Την πρόλαβε με μια αυθόρμητη κίνηση, την αγκάλιασε, κι εκείνη γαντζώθηκε επάνω του, δεν ξεκολλούσε. Άναψε ολόκληρος στη επαφή με το γυμνασμένο θηλυκό κορμί. Φιλήθηκαν τυφλά, παράφορα. Ο πυρετός και των δυο τους έστειλε κατ' ευθείαν στο κρεβάτι. Όταν επιχείρησε να εισδύσει μέσα στης, εκείνη έστρεψε το σώμα της, γύρισε την πλάτη της, του πρότεινε το πισωπόρτι.
Του εξομολογήθηκε την ιστορία της. Από 14 χρονών είχε ολοκληρωμένες σεξουαλικές επαφές με τον γκόμενο της, όμως όχι τις ορθόδοξες, διότι φοβόταν να χάσει την παρθενιά της. Αντιλήψεις επαρχιακές. Πέντε χρόνια σεξ χαρίζοντας στο νεαρό εραστή της μόνο το σπήλαιο του Κύκλωπα. Ο γκόμενος μπάρκαρε, εκείνη τον περίμενε, κι όταν αυτός επέστρεψε, μετά από ενάμισυ χρόνο, τα 'φτιαξε μ' άλλην κι αυτήν την άλλη παντρεύτηκε.