ΕΝΑ ΜΟΝΟ ΜΥΣΤΙΚΟ ΧΩΡΙΖΕ ΤΙΣ ΔΥΟ ΚΟΛΛΗΤΕΣ
Ψυχοπαίδι του πατέρα της ήταν ο Μάκης και ο μακαρίτης πριν πεθάνει είχε ζητήσει από την θυγατέρα του να βοηθάει κάθε μήνα οικονομικά αυτόν τον έντιμο άνδρα στον οποίο όφειλε πολλά ο γέρος. Ήταν τάμα ζωής για την Τένια το θέλημα του πατέρα της, που χάρη σ' αυτόν είχε τα πάντα στη ζωή της, δεν της έλειψε τίποτα.
Τα δύο πλουσιοκόριτσα συνέχισαν τη φιλία τους, πολύ περισσότερο όταν παντρεύτηκαν δύο αδέλφια που οι σκοτούρες της δουλειάς, το λούκι που έπεσαν οι επιχειρήσεις τους, τους έβγαλε σχεδόν νοκ - άουτ στον ερωτικό τομέα. Καμία διάθεση, μετά από 15 χρόνια γάμου, να κάνουν σεξ με τις γυναίκες τους, άλλωστε δεν είχαν και την ικανότητα, αφού ξάπλωναν με άσφαιρα πυρά. Ο ανδρισμός τους είχε νεκρωθεί.
Το ίδιο πρόβλημα, μία μόνιμη σεξουαλική απραξία από πλευράς συζύγου, το έχει κι αυτή, όχι μόνον η Λουίζα. Κι όμως, χάρη σ' αυτήν βολεύτηκε η φιλενάδα της με τον Μάκη. Τι να κάνει, λοιπόν; Να πει στην Λουίζα ότι δεν πρέπει να απατά τον άνδρα της; Σιγά που θα την συμβουλεύσει να μην κάνει κάτι που εκείνην την ικανοποιεί. Να της ζητήσει να διακόψει με τον Μάκη; Ούτε αυτό έχει λογική. Μια στιγμή! Κι αν δεν την θέλει την ίδια ο Μάκης, ποιος ο λόγος να το ψάχνει το πράμα;
Είναι και οι ηθικοί δεσμοί ανάμεσα σ' αυτήν και τον Μάκη, λόγω της σχέσης του με τον μακαρίτη πατέρα της. Έχει εμπιστοσύνη στα νειάτα της, στο κορμί της, σίγουρα υπερέχει ως γυναικείος πειρασμός της Λουίζας. Τελικά, πήρε τις αποφάσεις της. Δεν της έχει ξανασυμβεί να κινηθεί αποφασιστικά, να πάρει πρωτοβουλίες αυτή που στη ζωή της τα βρήκε όλα έτοιμα.
Ημέρα της μηνιάτικης επίσκεψης της Τένιας στο Καπανδρίτι. Ο Μάκης πρώτη φορά την είδε τόσο προκλητικά ντυμένη. Δεν άργησε αυτή να φέρει την κουβέντα στις συναντήσεις του με την Λουίζα. Ένα ακόμη μικρό σοκ για τον άνδρα. Ποτέ άλλοτε οι δυο τους δεν έκαναν παρόμοιες συζητήσεις. Ήταν σίγουρος ο Μάκης ότι η Τένια, η κόρη του πρώην αφεντικού του, γνώριζε πως τον επισκέπτονταν η φίλη της, όμως δεν περίμενε να μιλούσαν ανοικτά γι' αυτό.
Η Τένια έχει την αίσθηση ότι ο άνδρας κάνει προσπάθειες να αποφεύγει να ρίχνει ματιές στο τολμηρό της μπούστο και το πλούσιο γυμνό στα πόδια της, όπως αυτή κάθεται σταυροπόδι. “Αλήθεια, Μάκη, ήθελα να σε ρωτήσω, έτσι μεταξύ μας, αν είχες ποτέ σκεφθεί ότι εμείς οι δυο θα μπορούσαμε..., αν θα προχωρούσες μαζί μου, όπως έκανες με την Λουίζα...”, του λέει ανάλαφρα, με χρώμα μυστηρίου και ρίχνοντας τα μάτια της κατ' ευθείαν στα δικά του.
Ο άνδρας έχει απέναντί του μία άλλη Τένια, κάποια που δεν την είχε... ξανασυναντήσει. Δεν της ανοίγεται, άλλωστε δεν διαβάζει με σαφήνεια τις προθέσεις της. Εκείνη επιμένει. “Σε γνωρίζω χρόνια, Μάκη..., νομίζω ότι μπορούμε να μιλάμε ελεύθερα, να εννοούμε αυτά που λέμε, χωρίς παρεξήγηση..., έχω ανάγκη να μου δώσεις μια απάντηση...”.
- Για ποιο πράμα;..., βγαίνουν αχνά, σαν ανάσα οι λέξεις του.
“Πώς με βλέπεις σα γυναίκα..., όχι σα φίλη, σα γυναίκα εννοώ. Λοιπόν;
- Είσαι γυναίκα που δεν αφήνει αδιάφορο το ανδρικό μάτι...
Έπιασε το χέρι του. “Δεν το ένοιωσα αυτό κοντά σου, Μάκη..., δεν μου είπες κάτι πονηρό, δεν με φλέρταρες ποτέ, ποτέ δεν “μίλησαν” τα μάτια σου με τρόπο διαφορετικό...” του λέει με χαριτωμένο παράπονο, ναζιάρικα και αινιγματικά. Κι όταν αμέσως πρόσθεσε “Μάκη, δεν θα ήθελα να πεις τίποτα στην Λουίζα...”, και άνοιξε μία ακόμα πόρτα, την κεντρική πύλη του αφρούρητου κάστρου της.
Ένα μυστικό κράτησαν η μία από την άλλη, από τότε που γνωριζόντουσαν, από το δημοτικό σχολείο, η Λουίζα και η Τένια. Την ερωτική τους σχέση με τον Μάκη. Το πρώτο ψέμα που είπε η Λουίζα στην Τένια ήταν ότι διέκοψε τις επισκέψεις της στην καλύβα του Μάκη. Και η Τένια ποτέ δεν “μαρτύρησε” στην κολλητή τις σεξουαλικές επαφές της με τον Μάκη.
ΔΙΑΒΑΣTΕ το Α' μέρος της ιστορίας “Το αναπάντεχο ανάμεσα σε δύο κολλητές”.