ΑΠΕΘΑΝΕ, ΓΙΑΓΙΑ; ΠΟΤΕ, ΠΑΙΔΑΚΙ ΜΟΥ! ΚΟΙΜΑΤΑΙ...
Είναι μεγάλο το ποίημα του Γεωργίου Βιζυηνού (1849 Τουρκία- 1896 Αθήνα) Ο Τελευταίος Αυτοκράτορας. Από τα 18 εξάστιχα διαβάζεις τα πέντε. Με αφορμή την επέτειο της Αλώσεως της Κωνσταντινουπόλεως, σα σήμερα 29 Μαίου, το 1453.
- Τον είδες με τα ΄μάτια σου, γιαγιά, τον Βασιλιά,
ή μήπως και σε ΄φάνηκε, σαν όνειρο να ‘πούμε,
σαν παραμύθι τάχα;
- Τον είδα με τα μάτια μου, ωσάν και σένα νέα,
πά να γενώ ΄κατό χρονώ, κι' ακόμα το ΄θυμούμαι,
σαν νάταν χθες μονάχα.
Στην Πόλη, στην Χρυσόπορτα, στον πύργο από κάτου,
ειν’ ένα σπήλαιο πλατύ, 'στρωμένο σαν παλάτι,
σαν άγιο παρακκλήσι.
Κανένας Τούρκος δεν ΄μπορεί να κρατηθή κοντά του,
κανείς της σιδερόπορτας ναύρή το μονοπάτι,
να πά να το μηνύση.
Μόνο κανένας Χριστιανός, κανένας πού το’ ξέρει
περνά ΄π’ αυτού κρυφά και τον σταυρό του κάνει
με φόβο και μ’ ελπίδα.
Έτσι κ’ εγώ, βαστούμενη στο πατρικό μου χέρι,
επήγα και ΄προσκύνησα. Και εδ’ αυτού μ’ εφάνη-
Όχι μ’ εφάνη! Είδα:
Μεσ’ στο σκοτάδι το βαθύ εν’ άστρο, σαν λυχνάρι,
σαν μια φλόγα μυστική απ’ τον Θεό αναμμένη,
γαλάζια λάμψη χύνει.
Και φέγγει την λευκόχλωμη του Βασιλέως χάρη,
πού με κλεισμένα βλέφαρα εξαπλωμένος μένει
στην αργυρή του κλίνη.
- Απέθανε, γιαγιά; - Πότε, παιδάκι μου! Κοιμάται,
κοιμάται μόνο! Την χρυσή κορώνα στο κεφάλι,
το σκήπτρο του στο χέρι.
Και, σαν παληοί του σύντροφοι, πιστοί του παραστάται,
στα στήθη τ’ ο Σταυραετός, στα πόδια του προβάλλει
δικέφαλο ΄Ξαφτέρι.
Διαβαστε ακομα: