Προ ημερών καθόμασταν παρέα με τον κορυφαίο Έλληνα τενόρο Βαγγέλη Χατζησίμο, και τον μεγάλο μου γιο και μιλούσαμε για όπερα. Πάνε 18 χρόνια από τότε που ο γιός μου διάβηκε για πρώτη φορά το κατώφλι της Λυρικής Σκηνής, σε ηλικία μικρότερη των 5 χρονών και είδαμε μαζί τους Παλιάτσους του Λεονκαβάλο με τον Χατζησίμο στον ρόλο της ζωής του. Θυμάμαι ότι ήταν τέτοιος ο ενθουσιασμός του μικρού που έπρεπε να τον συγκρατώ για να μην ορμήσει στην σκηνή.
Έστε βέβαιοι ότι η συζήτηση αυτή δεν είναι καθόλου ελιτίστικη. Κάθε άλλο. Στην Κέρκυρα π.χ., όπου ποτέ δεν πάτησε πόδι Τούρκου, κάθε μέρα 8 το πρωί τοπικός ραδιοφωνικός σταθμός παίζει όπερα. Μου έλεγε ο Βαγγέλης ότι η πρώτη του εμφάνιση με την Λυρική είχε γίνει στο νησί των Φαιάκων και την επόμενη μέρα η παράσταση ήταν το πρώτο θέμα συζήτησης και οι τοπικές εφημερίδες το είχαν πρωτοσέλιδο σε οχτάστηλα. Σημειώστε επίσης ότι ο δίσκος με την άρια από τους Παλιάτσους με τη φωνή του θρυλικού Καρούζο υπήρξε ο πρώτος στην ιστορία της δισκογραφίας που ξεπέρασε το 1.000.000 πωλήσεις.
Κάποια στιγμή ανέκυψε αναπόφευκτα το κρίσιμο ερώτημα: Ποιος ήταν ο κορυφαίος τενόρος του 20ου αιώνα. Στην Ιταλία, το θέμα αυτό προκαλεί φανατισμό και παρεξηγήσεις μεγαλύτερες από τη φόρμουλα 1 και το ποδόσφαιρο.
Με τον Καρούζο εκτός συναγωνισμού, ο Χατζησίμος πήρε ξεκάθαρη θέση υπέρ του Mario del Monaco. Τον Παβαρότι δεν τον έβαλε καν πρώτη τριάδα.
Γυρνώντας σπίτι με συγκίνηση θυμήθηκα τον Ηλία Μπαζίνα. Σε αλληλογραφία που διατηρούσαμε μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, μεταξύ άλλων συζητήσαμε κάποια στιγμή το ίδιο θέμα και είχε προτάξει τον Κορέλι, αφήνοντας λίγο πιο πίσω τον Τζίλι και τον ντελ Μόνακο.
Με ευγνωμοσύνη, αγάπη και νοσταλγία παραθέτω επί λέξει τις σκέψεις του αυτές. Στις 2 Ιανουαρίου 2012 λοιπόν, ο Μπαζίνας, ανάμεσα σε άλλα, μου έγραφε:
«Η κουβέντα για τα ντεσιμπέλ του Καρούζο και του Παβαρόττι συνεχίζεται ακόμα και τελειωμό δεν φαίνεται να έχει. Δυστυχώς στην Ελλάδα το ενδιαφέρον, που κάποτε ήταν μεγάλο, έχει χαλαρώσει αρκετά. Κρίμα! Ωστόσο, υπάρχει ακόμα σε κάποιο βαθμό.
Αν μείνουμε απλά στα ντεσιμπέλ, η συζήτηση ξεκινάει με δύο ονόματα: Franco Corelli και Jon Vickers. Ο Καναδός -αν θυμάμαι καλά- Βίκερς ηταν βαγκνερικός "τενόρος-ήρωας" με τεράστια ένταση και έκταση και επιβλητικό σκούρο τέμπρο. Ο Koρέλλι ήταν τυπικός Ιταλός τενόρος "spinto", ασυναγώνιστος σε πάθος, ένταση και αναπνοή, με την αβάντα μιας ασυνήθιστα αθλητικής σωματικής κατασκευής, που την συμπλήρωνε μία εξαιρετική σκηνική παρουσία. Όταν ο Κορέλλι αισθάνθηκε ότι οι δυνάμεις του άρχιζαν να μειώνονται έστω και πολύ λίγο, σιγά σιγά αποτραβήχτηκε από τη σκηνή, σχετικά πρόωρα. Συνολικά, νομίζω πως ήταν ο καλύτερος μετά το για ποικίλους λόγους "εικόνισμα" Καρούζο. Για την τρίτη θέση μεταξύ των μεγάλων Ιταλών, άρα και παγκοσμίως, παίζουν, νομίζω, ο Μπενιαμίνο Τζίλι και ο Μάριο ντελ Μόνακο.
Ο Τίτο Γκόμπι ήταν εξαιρετικός Σκάρπια, αν και "μαλακός" μπας μπαριτόν, λόγω υποκριτικής ικανότητας. Ο φίλος μου ο Βασίλης ο Φακίτσας θα άφηνε εποχή αν τις σπάνιες φωνητικές ικανότητές του δεν τις αντιμαχόταν ο χαρακτήρας του, που του έκανε αφόρητη τη σκέψη του "ξενιτεμού". Θα συνεχίσουμε».
Αξέχαστος και ανεπανάληπτος Μπαζίνας.
Διαβαστε ακομα: