ΕΣΕΙΣ ΟΙ ΛΟΡΔΟΙ ΠΟΛΕΜΑΤΕ ΒΡΩΜΙΚΑ

 
γράφει ο Φωστήρας
 
Αρνούμαι να γράψω τον επικήδειο του Bond. Προτιμώ να λέω ότι όλο αυτό το χάλι είναι ένα κακό όνειρο. Ευτυχώς, όταν έχω τις ζοχάδες μου, υπάρχει ένας άνθρωπος που μπορεί να με ηρεμήσει. Λίγο πριν το εγκεφαλικό με γλύτωσε ο ξάδελφος μου προτείνοντας να δω το πρώτο επεισόδιο των Persuaders από το μακρινό 1971, (free στο You Tube και με ελληνικούς υποτίτλους), όπου Moore και Curtis συναντώνται για πρώτη φορά.  

Ο Roger Moore (1927-2017) λοιπόν, (Λόρδος Sinclair) καθ’ οδόν προς το Monte Carlo, οδηγεί μία Aston Martin DBS με μία κουκλάρα συνοδηγό και άλλες τρεις στο πίσω κάθισμα. O Tony Kertis (1925 -2010) φτάνει με ιδιωτική πτήση και παρέα με 10 αεροσυνοδούς στη Νίκαια, όπου επιβιβάζεται σε μία Ferrari Dino. Σ’ ένα φανάρι σταματάνε δίπλα o ένας στον άλλο, κοιτιούνται και το πάνε μαλλιοκούβαρα μέχρι το Hotel de Paris.

Το βράδυ στο μπαρ ο Moore παραγγέλνει ένα Creole Scream («τον  καλύτερο φίλο του άντρα μετά τη γυναίκα και τον σκύλο») με ΜΙΑ ελιά. Ο Curtis διαφωνεί, διότι το cocktail είναι αμερικάνικο και  πίνεται με ΔΥΟ ελιές. Ο Moore σημειώνει ότι το cocktail οφείλει την καταγωγή του σε έναν άγγλο gentleman από τις νότιες πολιτείες και πίνεται με ΜΙΑ ελιά. Φυσικά μία τόσο σοβαρή διαφωνία μεταξύ κυρίων μόνον με έναν τρόπο μπορεί να επιλυθεί: με άγριο κλωτσομπουνίδι.

Στο βρωμόξυλο που πέφτει ο Curtis κάποια στιγμή διαμαρτύρεται ότι «εσείς οι Λόρδοι πολεμάτε βρώμικα» για να εισπράξει την απάντηση «πως νομίζεις ότι γίναμε Λόρδοι;» και ένα φονικό ντιρέκτ. Αφού κάνουν το μαγαζί λαμπόγυαλο τους μπαγλαρώνουν οι αστυνομικοί, όπου εντός της κλούβας ανακύπτει νέα διαφωνία, ακόμα σοβαρότερη: ποιος θα πληρώσει τις ζημιές. Ο Curtis επιμένει να πληρώσει τα μισά αλλά ο Moore είναι ανένδοτος: είναι παράδοση των gentlemen να πληρώνει τη ζημία ο νικητής και αυτός θα πληρώσει. Ετοιμάζονται για το δεύτερο γύρο και…. η συνέχεια επί της μικρής οθόνης.

Δείτε το. Προσέξτε την έκπληξη του Moore όταν διαπιστώνει ότι ο bar -tender αγνοεί την συνταγή του Creole Scream και τον τρόπο με τον οποίον την υπαγορεύει. Και συγκρίνετε την με την σκηνή του ακατονόμαστου στο Casino Royale.

Έτσι κύριοι τα μάθαμε αυτά πράγματα. Αυτό το στυλ ενσάρκωσε ο Bond. Ποτέ του δεν ήταν ο δραματικός ήρωας. Όπως όλοι οι αντίστοιχοι του le Carrẽ. Ούτε ο τραγικός Bourne του Ludlum. Ήταν ο παιγνιώδης. Και ο πιο φιλοπαίγμων απ’ όλους ήταν ο Roger MooreO θρυλικός Simon Templar στον Άγιο, ο λόρδος Sinclair στους Αντίζηλους, ο James Bond της γενιάς μου.

Και βέβαια ο Bond δεν υπήρξε ποτέ ένα ακόμα ζωτικό ψεύδος. Ήταν μία εντός μας ζώσα πραγματικότητα. Αέναη, ακούραστη από το χρόνο, αγέραστη. Ήταν το κομμάτι της ψυχής μας που λέγαμε ότι θα μείνει για πάντα νέο. Σαν τους ήρωες των παραμυθιών που ακούγαμε στην κούνια μας και διηγηθήκαμε στα παιδιά μας. Σαν τις αναμνήσεις των παιδικών μας χρόνων. Σαν τα ανεκπλήρωτα όνειρα της νιότης μας.

Η τελευταία ρουκέτα στην ταινία έπεσε κατάστηθα πάνω μου. Ευχαριστώ τον ξάδελφο που μου απάλυνε για λίγο τον πόνο. Αλλά το αίμα είναι ακόμα νωπό. Και η πληγή άμα κρυώσει πονάει.

 Διαβαστε ακομα:

ΦΤΑΙΜΕ ΓΙΑΤΙ ΔΕΝ ΜΑΣ ΑΡΕΣΕΙ ΤΟ ΓΛΥΠΤΟ ΤΗΣ ΜΑΡΙΑΣ ΚΑΛΑΣ!