ΟΙ ΜΝΗΜΕΣ ΤΟΥ ΞΕΡΙΖΩΜΟΥ ΔΕΝ ΞΕΡΙΖΩΘΗΚΑΝ ΠΟΤΕ...
Είδαν η σύζυγος και τα παιδιά μου το «Σμύρνη μου αγαπημένη» της Ντενίση. Κινηματογραφήθηκε στην Μυτιλήνη, στο αρχοντικό της θείας Έφης. Είχα πολλούς λόγους να πάω να δω το έργο. Δεν τα κατάφερα όμως. Υπάρχουν πράγματα στη ζωή που δεν ξεπερνιούνται, δεν ξεχνιούνται.
Η καταστροφή της Σμύρνης, η γενοκτονία των Ποντίων και του Μικρασιατικού Ελληνισμού και ο ξεριζωμός τους από τις μακραίωνες πατρογονικές τους εστίες στην άλλη μεριά του Αιγαίου και του Ευξείνου Πόντου πριν από έναν αιώνα, μαζί με την προδοσία στην Κύπρο δύο γενιές μετά, είναι οι πιο μαύρες ανάμεσα στις χειρότερες μνήμες του ελληνισμού μετά την Άλωση τα τελευταία 1.000 χρόνια.
Όσοι κατάφεραν να περάσουν απέναντι ήρθαν μόνο με τα εικονίσματα των εκκλησιών τους και τα ρούχα που φορούσαν. Πάνω από 1.300.000 δικοί μας χάθηκαν, άλλοι σφαγμένοι «από του Τούρκου το μαχαίρι» και οι περισσότεροι στα τάγματα εργασίας.
Την αλήθεια για τη φρίκη δεν τη διάβασα στο σχολείο. Την έμαθα απ’ τα γεννοφάσκια μου από τον θείο το Βαγγέλη, το θείο Αγαμέμνονα, τη θεία τη Δέσποινα, τη θεία Κούλα (το «Κυριακουλιό», όπως την έλεγε ο προπάππους ο Γιαννακός), από τον προπάππου το Δημητρό, από την προγιαγιά τη Μαριγύ, τον παππού τον Λεωνίδα.
Ο παππούς ο Γιώργος δεν χρειάστηκε ποτέ να πει τίποτε. Ούτε κουβέντα. Τα διάβασα ΌΛΑ στα μάτια του. Ήταν πάνω στο ψαροκάικο και κρατούσε στην αγκαλιά του την μικρή του αδελφή, την ώρα που το πατρικό του στην Σμύρνη τυλιγόταν στις φλόγες. Είδε με τα μάτια του να καίγεται το σπίτι του και η πόλη που γεννήθηκε και μεγάλωσε.
Φρόντισε να κρατάει τη θεία τη Δέσποινα με το πρόσωπο στραμμένο προς τη Χίο. Να μη δει το κακό. Εκείνος όμως το είδε. Ήταν τότε 18 χρονών. Τρία από τα αδέλφια του δεν μπόρεσαν ποτέ να περάσουν απέναντι. Ο θείος ο Αγαμέμνων μας είπε ότι τους έπιασαν στο χαμό. Ποτέ δεν μάθαμε τι απέγιναν.
Μέχρι που έφυγε από τον κόσμο τούτο ο παππούς ο Γιώργος, ποτέ του δεν μίλησε για εκείνες τις μέρες. Ούτε στη γιαγιά μου. Που πέρασε κι εκείνη στη Χίο από τα Αλάτσατα με κάποιο άλλο ψαροκάικο σε ηλικία 4 ετών. Δεν τον θυμάμαι ποτέ να γέλασε. Υπήρξαν κάποιες φορές που τον είδα να χαμογελάει. Νομίζω ότι εκείνες οι φλόγες δεν έσβησαν ποτέ από τα μάτια του. Τη φρίκη που έζησε δεν την μοιράστηκε με κανέναν. Την πήρε στο τέλος μαζί του.
Δεν μπορώ να μιλάω, ούτε να γράφω γι’ αυτά που μου είπαν όσοι έζησαν την καταστροφή. Πληγώνομαι. Μέχρι που έφυγε η γιαγιά Θεοδώρα από τον μάταιο τούτο κόσμο, κάθε φορά που μίλαγε για τα πατρικά της χώματα έλεγε «στην πατρίδα….». Οι μνήμες του ξεριζωμού δεν ξεριζώθηκαν ποτέ από τη μνήμη της.
Και θυμώνω όταν αντί για τις σφαγές, τους βιασμούς και τις δηώσεις, ή απλά τον σκασμό, ακούω ακόμα και σήμερα μ@@@κίες για «αιματηρή εθνοκάθαρση», ή για «συνωστισμό». Δεν γράφω άλλο διότι υπάρχει και ο περί τύπου νόμος και σέβομαι την στήλη.
Δεν θα μπορέσω να δω την ταινία. Μαθαίνω πάντως ότι είναι πολύ καλή. Εύχομαι να πάει καλά στα ταμεία.
Διαβαστε ακομα: