ΑΥΤΟ ΔΕΝ ΤΟ ΚΑΤΑΛΑΒΕ Ο ΠΙΛΑΤΟΣ…

 

γράφει ο Φωστήρας

Σήμερον κρεμάται επί ξύλου. Ο Ιησούς όμως είχε καταλύσει τα δεσμά του φόβου. Είχε περάσει τις μυήσεις των Εσσαίων κι ήταν Θεραπευτής. Είχε αναμετρηθεί με τον Έκπτωτο στην έρημο και τον είχε νικήσει. Είχε ανέβει στο όρος Θαβώρ και μεταμορφώθηκε σε φώς. Τίποτε του κόσμου τούτου δεν τον έσκιαζε.

Τον θάνατο δεν τον φοβόταν.  Δεν ήθελε όμως να τον αντιμετωπίσει στα σκοτεινά, από την σικά, το φοβερό γυριστό μαχαίρι των ζηλωτών. Ούτε από τους φονιάδες του Ηρώδη Αντύπα, που έψαχναν να τον σκοτώσουν (Λουκάς ΙΓ,31). Γι’ αυτό και μετά την είσοδο του στην Ιερή Πόλη ως Βασιλιάς δεν κοιμήθηκε ούτε ένα βράδυ στην Ιερουσαλήμ, αλλά στην κοντινή Βηθανία (Ιωάννης, ΣΤ,15).  Γι αυτό είχε διατάξει την ακολουθία του να είναι έχει μαχαίρια, ακόμα κι αν έπρεπε να πουλήσουν και τα ρούχα τους για να τ’ αγοράσουν (Λουκάς, ΚΒ, 36).

Σκόπευε να συναντήσει τον θάνατο με τους δικούς του όρους, στο φως του Ήλιου, μπροστά στα μάτια όλου του κόσμου, με «εκτενείς τα χείρας» (Ιωάννης ΚΑ, 18), πάνω στο Σταυρό, όπου οι Ρωμαίοι εκτελούσαν τους εχθρούς τους. 

Δεν φοβόταν ούτε τις ρωμαϊκές λεγεώνες. Ήξερε ότι στο δικό τους  τρόπο πολέμου δεν μπορούσε να τις νικήσει. Τα προηγούμενα εβδομήντα δύο χρόνια είχαν γίνει κοντά σαράντα εξεγέρσεις από τους Ζηλωτές χωρίς κανένα αποτέλεσμα. Γνώριζε όμως καλά τις αδυναμίες τους και αυτές δεν ήταν στο πεδίο της μάχης.

Την Ρώμη την είχε κατακτήσει πριν δύο αιώνες ο εισαγόμενος από τις ανατολή θεός Μίθρας, ο Sol Invictuso ανίκητος Ήλιος των Ρωμαϊκών λεγεώνων (φώτο). Η Μεγάλη Πόρνη επρόκειτο να αποδειχθεί τελικά πιο αδύναμη απ’ ό,τι η ίδια νόμιζε, απ’ ό,τι πραγματικά φαινόταν. Ήταν ακαταμάχητη με το γυμνό ατσάλι στο χέρι, αλλά είχε ασθενική ηθική και πνευματική κράση. Εκεί θα την χτυπούσε.

Αυτό ήταν που δεν μπορούσε να το καταλάβει ο Πιλάτος, ο Ρωμαίος προκουράτορας της Ιουδαίας, ο οποίος για να τον συλλάβει οργάνωσε πραγματική εκστρατεία. Έστειλε ολόκληρο στρατό, μία κοόρτη αποτελούμενη από εξακόσιους εμπειροπόλεμους λεγεωνάριους με έναν χιλίαρχο επικεφαλής (Ιωάννης ΙΗ, 3-12) με την συνοδεία της ένοπλης φρουράς του Σανχεντρίν, του αρχιερατικού συμβουλίου του Ισραήλ.

Περίμενε μάχη, σαν κι αυτές που ήταν μαθημένος να δίνει, δεν εξηγείται αλλιώς. Ήξερε ότι μετά το Τελευταίο Δείπνο, στο Υπερώο του σπιτιού του Ιωσήφ της Αριμαθαίας, ο Ιησούς είχε ανέβει στην κορυφή του όρους των Ελαιών. Η πραγματική μάχη όμως δεν θα δινόταν εκείνο το βράδυ στον ελαιώνα της Γεσθημανής.   

Ο ρακένδυτος και άοπλος Ιησούς ήταν και αποδείχθηκε ανυπερθέτως ισχυρότερος και πιο επικίνδυνος αντίπαλος για τη Ρώμη από τον ρωμαλέο σικάριο και φανατικό ζηλωτή Βαρραβά. Έμοιαζε ακατανόητος, έδειχνε αδύναμος, περπάτησε σαν αμνός ανάμεσα σε λύκους. Στάθηκε μόνος του, χωρίς κανέναν στο πλευρό του στο δικαστήριο και το Πραιτόριο, μάτωσε από το φραγγέλιο, έγιναν κομμάτια οι σάρκες του.

Προτού ανέβει όμως στον σταυρό, είχε μιλήσει στο Όρος για μία δύναμη απέραντη, ακατάλυτη, ανίκητη, όμοια με αυτήν στην αγκαλιά της μάνας. Και τα λόγια του ξεπέρασαν τα όρια του χρόνου κι ακόμα αντηχούν στ’ αυτιά μας. Γιατί δεν ήταν μόνο λόγια. Τα υπερασπίστηκε, τα απέδειξε και τα σφράγισε με το Αίμα του. Για πάντα.  

Διαβαστε ακομα:

ΠΑΡΤΕ ΔΡΟΜΟ,ΡΕ, ΘΑ ΤΟ ΠΙΩ ΜΕΧΡΙ ΠΑΤΟ!