ΔΕΝ ΧΟΡΕΥΕΤΑΙ ΣΤΗ ΨΥΧΡΑ, ΦΤΙΑΧΝΕΙΣ ΚΕΦΑΛΙ ΠΡΩΤΑ...

 
Το ζεϊμπέκικο είναι σαν το «Πάτερ Ημών», τα είπες όλα με τη μία. Δεν έχει βήματα, είναι χορός ιερατικός, με εσωτερική ένταση και νόημα που ο χορευτής οφείλει να γνωρίζει και να σέβεται.

Τα λόγια αυτά δεν είναι μαγκιά του αποδυτηριάκια. Είναι κουβέντα του συγγραφέα Διονύση Χαριτόπουλου. Και τα απλώνω σαν απάντηση στην αχαρακτήριστη ενέργεια επώνυμου να χορέψει μπροστά σε κοινό ένα ζεϊμπέκικο λες κι ήταν μια χορεύτρια από τα ψευτομιούζικαλ του Γιάννη Δαλιανίδη.

Το ζεϊμπέκικο, λέει ο συγγραφέας της δράσης του πρωτοκαπετάνιου του ΕΛΑΣ Άρη Βελουχιώτη, είναι η σωματική έκφραση της ήττας. Η απελπισία της ζωής. Είναι το «Δεν τα βγάζω πέρα». Το κακό που βλέπεις να έρχεται. Το παράπονο των ψυχών που δεν προσαρμόστηκαν στην τάξη των άλλων.

Ο επώνυμος που λέγαμε, ξυπόλυτος σε gala και περίεργη κόμμωση, με το μισό μαλλί βαμμένο, χόρεψε, λέει ο ίδιος, το ζεϊμπέκικο της Ευδοκίας, του μακαρίτη Μάνου Λοϊζου.

Η επίθεση είναι προκλητική, και ύπουλη μαζί. Το ζεϊμπέκικο της Ευδοκίας από τις πρώτες πενιές του μπουζουκιού σε αρπάζει, σε αγκαλιάζει και σ' ανεβάζει, αφού σου κλείνει τα μάτια. Ο έτσι με τον τρόπο που χόρεψε, στην πραγματικότητα διέπραξε μια παρωδία του αρχέγονου αρσενικού χορού. Με κωλοτούμπες, με «στοιχεία» ρυθμικής και κίνησεις της ενόργανης γυμναστικής.

Επιμένω στον Χαριτόπουλο: «Το ζεϊμπέκικο δεν χορεύεται ποτέ στη ψύχρα, ούτε ως κούφια επίδειξη. Πρώτα ο χορευτής πρέπει «να γίνει», να φτιάξει κεφάλι με ποτό και όργανα, για να ανέβουν στην επιφάνεια αυτά που τον τρώνε».

Άσε, λοιπόν, ρε, μάγκα, τα κουνήματα και τα πηδήματα, όταν χορεύεις δημόσια το ζεϊμπέκικο. Μην ακουμπάς τα άγια των αγίων. Τα μεγάλα ζεϊμπέκικα, όπως λέει ο Χαριτόπουλος, είναι βαρειά, θανατερά και ο αληθινός άνδρας, χορεύοντας τα, δεν ντρέπεται να φανερώσει τον πόνο του, την αδυναμία του.

Διαβαστε ακομα:

ΠΑΡΕΛΑΣΗ ΜΕ ΝΕΚΡΟΚΕΦΑΛΕΣ