ΓΛΥΚΑ ΧΑΙΔΕΥΕΙ ΔΡΟΣΕΡΟΣ ΤΗΣ ΕΥΩΔΙΑΣ ΑΕΡΑΣ...
Πόσα λόγια πάνε χαμένα… Της καθημερινότητας, των ανθρώπων στην δουλειά, των παιδιών στους δασκάλους, των γραφιάδων στις κόλλες που γεμίζουν (τώρα τις προλαβαίνουν οι υπολογιστές…). Αν μπορούσα να θησαυρίζω το ένα χιλιοστό – τι λέω, το ένα εκατομμυριοστό – και πάλι θα γινόμουν εκατομμυριούχος.
Εκατομμυριούχος σε λέξεις… Ίσως είμαι ήδη. Αν αθροίσω τα βιβλία που έχω γράψει, τα άρθρα που έχω δημοσιεύσει, μπορεί και να είμαι. Αλλά από τις λέξεις αυτές ελάχιστες μένουν στη μνήμη.
Λέξεις με πάθος. Λέξεις με μίσος. Και τι με αυτό; Τα πάθη και τα μίση εξατμίζονται γρήγορα.
Λέξεις που έμειναν αθάνατες: Μολών λαβέ! Τις έχει υπογραμμίσει ο θάνατος κι αυτή η υπογράμμιση δεν σβήνει ποτέ. Όσο θα υπάρχουν Έλληνες.
Λέξεις στην πολιτική διαμάχη: τόσο αιχμηρές που έκοβαν και τα χέρια που τις χρησιμοποιούσαν…
Βρισιές στα γήπεδα. Συνθήματα σε διαδηλώσεις. Εκκλήσεις για βοήθεια.
«Έρχεται η άνοιξη. Δεν θα την δω». Επιγραφή δίπλα σε τυφλό ζητιάνο.
Ανάμεσα σε όλες αυτές τις λέξεις μερικές, είχαν μεγάλη αξία. Άλλες – εκ των υστέρων – κόστισαν πολύ. Γιατί πονάνε και οι λέξεις.
Άθλιες συμφωνίες από λέξεις. Έδωσαν τα χέρια, διαβάζοντάς τις, ο Ρίμπεντροπ με τον Μολότοφ. Μαχαιριά στην πλάτη της Ευρώπης: η συμμαχία των Ρώσων με τους Ναζί. Καημένη Πολωνία!
Τελευταίες λέξεις μεγάλων ανδρών. Γκαίτε: «Περισσότερο φως!»
Ερωτόλογα: Πόσο εύκολα, πόσο φτηνά. Πώς να βασιστείς όταν από πίσω σε σπρώχνει ο πόθος. Και το κακό είναι πως συχνά τα πιστεύεις κι εσύ ο ίδιος.
Ευτυχώς που μερικές παλαιές λέξεις, πλέκοντας φράσεις, επιτυγχάνουν αποτελέσματα μαγικά: «Γλυκά χαϊδεύει δροσερός της ευωδιάς αέρας / μ’ ανάκουστους κιλαϊδισμούς και λιποθυμισμένους».(Διονύσιος Σολωμός)
«Εξ όσον ηυτύχησα ή εδυστύχισα να γνωρίσω, είμαι, πιστεύω, ο μόνος άνθρωπος όστις, αν τον ονόμαζαν ζώον, δεν θα εθεώρει τούτο ως προσβολήν». (Εμμ. Ροΐδης).
Βαθεία ειρήνη εβασίλευεν επί της μορφής του. Μία υπερκόσμιος αίγλη, εν είδει μειδιάματος βαθμηδόν αποσβεννύμενου έπαιζε με τα χαρακτηριστικά του προσώπου του. […] Διότι ο καημένος ο παππούς συνεπλήρωνε αληθώς τώρα το μόνον της ζωής του ταξίδιον. (Γεώργιος Βιζυηνός).
«Ήτο όνειρον, πλάνη, γοητεία. Και οπόσον διέφερεν από όλας τας ιδιοτελείς περιπτύξεις, από όλας τας λυκοφιλίας, από όλους τους κυνέρωτας του κόσμου, η εκλεκτή, η αιθέριος εκείνη επαφή. Δεν ήτο βάρος εκείνο το φορτίον το ευάγκαλον αλλά ήτο ανακούφισις και αναψυχή». (Αλεξανδρος Παπαδιαμάντης: «Όνειρο στο κύμα».)
Αχ αυτή η τόσο συκοφαντημένη καθαρεύουσα….