ΑΓΑΠΩ ΤΑ ΤΣΟΓΛΑΝΙΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΧΑΣΙΚΛΕΣ
Παγκόσμια Ημέρα της Ποίησης. Κάθε χρόνο σα σήμερα στις 21 Μαρτίου. Δίνουμε το λόγο στον ποιητή, στον ποιητικό λόγο του Έλληνα ποιητή. Πόσοι, αλήθεια, είναι οι Έλληνες ποιητές, τέλος πάντων όσοι θαρρούν ότι είναι ποιητές, όσοι είναι σε θέση να γράφουν ποιηματάκια, στιχάκια. Σίγουρα περισσότεροι από τους δημόσιους υπαλλήλους. Έστω από τους δικηγόρους, λέμε για το επάγγελμα με τους περισσότερους απασχολούμενους.
Λόγω της ημέρας, ας αραδιάσουμε κάποια αποσπάσματα από πονήματα Ελλήνων ποιητών.
ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΣΟΥΡΗ (1853-1919)
Ποιος είδε κράτος λιγοστό
σ' όλη τη γη μοναδικό,
εκατό να εξοδεύει
και πενήντα να μαζεύει;
Να τρέφει όλους τους αργούς,
νά 'χει επτά Πρωθυπουργούς,
ταμείο δίχως χρήματα
και δόξης τόσα μνήματα;
Δυστυχία σου, Ελλάς,
με τα τέκνα που γεννάς!
Ώ Ελλάς, ηρώων χώρα,
τί γαϊδάρους βγάζεις τώρα;
ΤΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΚΑΒΑΦΗ (1863-1933)
Ο Ινδός Αρσούνας, βασιλεύς φιλάνθρωπος και πράος,
μισούσε ταις σφαγαίς. Ποτέ δεν έκαμνε πολέμους.
Πλην του πολέμου ο φοβερός θεός δυσηρεστήθη -
(λιγόστεψεν η δόξα του άδειασαν οι ναοί του) -
και μπήκε με θυμό πολύ στου Αρσούνα το παλάτι.
Ο βασιλεύς φοβήθηκε και λέει «Θεέ μεγάλε
συγχώρεσέ με αν δεν μπορώ ζωή να πάρω ανθρώπου».
Με περιφρόνησι ο θεός απήντησε «Από μένα
νομίζεσαι πιο δίκαιος; Με λέξεις μη γελιέσαι.
Καμμιά ζωή δεν παίρνεται. Γνώριζε πως ποτέ του
μήτε γεννήθηκε κανείς, μήτε κανείς πεθαίνει».
ΤΟΥ ΗΛΙΑ ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΥ (1928- 2003)
«Αγαπώ τα τσογλάνια και τους χασίκλες, τους κλέφτες, τις πουτάνες, τους ρεμπέτες και τους πούστηδες γιατί μάχονται κάθε μορφή εξουσίας και τους αγαπώ πιο πολύ γιατί τα καταφέρνουν και επιζούν κόντρα στην αστυνομία, κόντρα στον ποινικό νόμο, κόντρα στην απαίσια ηθική των μικροαστών, κόντρα στον φλογερό εαυτό τους».
Βαθὺ χινόπωρο γοερό, πόσο καιρὸ σὲ καρτερῶ,
μὲ τὶς πλατιές, βαριές σου στάλες
τῶν φύλλων ἄραχλοι χαμοί, τῶν δειλινῶν ἀργοὶ καημοί,
ποῦ μὲ μεθούσατε τὶς ἄλλες...
Τὰ καλοκαίρια μ᾿ ἕψησαν καὶ τὰ λιοπύρια τὰ βαριά,
κι οἱ ξάστεροι οὐρανοὶ οἱ γαλάζοι:
ἀπόψε μου ποθεῖ ἡ καρδιὰ πότε νὰ ῾ρθεῖ μέσ᾿ τὰ κλαριά,
ὁ θεῖος βοριὰς καὶ τὸ χαλάζι!
Τότε, γερτὸς κι ἐγὼ ξανά, μέσ᾿ τὰ μουγγὰ τὰ δειλινά,
θ᾿ ἀναπολῶ γλυκά, -ποιὸς ξέρει-,
Για ποιάν Ιθάκη και ποιο τέρμα μου μιλάς
ότι ονειρεύτηκες ποτέ δεν το πουλάς.
Για ότι αγωνίστηκες θα το `βρεις στα χαλάσματα.
καινούργιος κόσμος θα `ναι μόνο τα φαντάσματα.
Πέτρες θα τρώμε και θα ζούμε σε σπηλιές.
δε θα υπάρχουνε πουλιά, μήτε φωλιές.
Θα υπάρχει μόνο μοναξιά, τρομοκρατία
και μια Ιθάκη βουλιαγμένη πολιτεία.
Για την Ιθάκη έχει γράψει κι ο Καβάφης
εσύ τι θέλεις τους μπελάδες για να γράφεις.
Άστον αυτόν, εκεί που ζει μαρμαρωμένος
για Επανάσταση μιλάς αν είσαι ξένος.
Γιατί Επανάσταση είν’ η Ιθάκη που ζητάς
για όσα χάρισες και πήρες και χρωστάς.
Διαβαστε ακομα: