ΟΠΟΙΟΣ ΠΟΥΛΑΕΙ ΓΗ, ΠΟΥΛΑΕΙ ΠΑΤΡΙΔΑ...

 
Το πρώτο κείμενο είναι στην κατηγορία ΧΡΗΜΑ κι έχει  τίτλο ΝΑ ΚΛΑΨΟΥΜΕ Ή ΝΑ ΒΑΡΑΜΕ ΤΟ ΚΕΦΑΛΙ ΣΤΟΥΣ ΤΟΙΧΟΥΣ... Το δεύτερο κείμενο στην κατηγορία ΠΟΛΙΤΙΚΑ έχει τίτλο ΚΑΙ ΤΑ ΠΟΝΤΙΚΙΑ ΨΟΦΑΝΕ ΜΕ ΤΑ ΦΥΤΟΦΑΡΜΑΚΑ. Ο Φωστήρας επανέρχεται με τρίτο κείμενο και κλείνει την ενότητα με τις αράδες στη συνέχεια...
Από τον Φωστήρα
 
Το μακρινό 1989, ο πληθωρισμός που έδερνε τη φουκαριάρα την ελληνική οικονομία μετά την πρώτη λωλή 8ετία της πασοκάρας, αντιμετωπίστηκε με ένα δώρο εξ’ ουρανού: την αθρόα εισαγωγή εκατομμυρίων φτηνών εργατικών χεριών που απροσδόκητα γέμισαν την αγορά μετά την κατάρρευση του κομμουνισμού στην Ανατολική Ευρώπη και τα Βαλκάνια. Πλημμύρισε ο τόπος από εργάτες, που αντί πινακίου φακής γέμισαν τα εργοτάξια στις οικοδομές και τις κατασκευές καθ’ άπασα την επικράτεια αλλά και όλα τα χωράφια της επαρχίας. (Δεν αναφέρομαι εν προκειμένω στα μπουρδέλα και τα στριπτιζάδικα, που επίσης ξεχείλισαν από δίμετρες γκομενάρες, διότι αλλού είναι το θέμα).   
 
Ξαφνικά, λοιπόν, όλοι γίναμε αφεντικά. Και δόξης πεδίο λαμπρό ανοίχτηκε μπροστά μας. Όμως, ένα άλλο μεγάλο κουσούρι που μας άφησε ο μακραίωνος οθωμανικός ζυγός είναι ότι δεν ξέρουμε να είμαστε αφεντικά. Δεν το μάθαμε ποτέ αυτό. Χατζατζάρηδες στον ανώτερο και δεσποτικοί στον κατώτερο. Αυτό είμασταν και αυτό βγάλαμε ως εργοδότες στους φουκαράδες, τους απέλπιδες και τους πεινασμένους που ήλθαν από ανάγκη στη δούλεψη μας.
Κι ένα άλλο κρίσιμο: νομίσαμε ότι έτσι θα είναι πάντα. Έλα όμως, που τίποτε δεν κρατάει για πάντα. Και η δανειοδοτούμενη ευμάρεια μας, κάποια στιγμή έφτασε στο τέλος της. Η πτώχευση τα σμπαράλιασε όλα.    
Όλοι μας βρεθήκαμε με δάνεια που δεν μπορούσαμε να πληρώσουμε και δουλειές που δεν μπορούσαμε να κρατήσουμε. Και βέβαια, χωρίς λεφτά για να συνεχίσουμε να έχουμε στη δούλεψη μας, έστω και φτηνά, εργατικά χέρια. 
Δεκατρία χρόνια μετά την μεγαλύτερη κατάρρευση εθνικής οικονομίας που γνώρισε ποτέ ο κόσμος εν καιρώ ειρήνης, είμαστε σε οριακό σημείο. Οι δύο βασικοί μας πρωτογενείς πυλώνες πλούτου, τουρισμός και αγροτική παραγωγή, αλλάζουν χέρια. Σε λίγο καιρό δεν θα είναι δικά μας.
Είναι η ώρα για σκληρή δουλειά. Σαν κι αυτή που έριξαν όλοι αυτοί οι πεινασμένοι που βρέθηκαν πριν 30 χρόνια στα μέρη μας. Σαν κι αυτή που κάποτε έριξαν οι πατεράδες κι οι παππούδες μας. Κι είναι ώρα για την τελική μάχη. Που όμως πρέπει να δοθεί σε παράταξη φάλαγγας. Σαν σε πόλεμο, διότι περί αυτού πρόκειται. Τούτο πρέπει να καταλάβουμε: Αντιμετωπίζουμε κίνδυνο αφανισμού. Και δεν είμαι σίγουρος αν το έχουμε συνειδητοποιήσει.  
Συνένωση κεφαλαίων, γαιών, δυνάμεων. Συνεργασία. Αλλιώς αφανισμός. Από μεράκι αλλά και λόγω δουλειάς, ταξιδεύω συνέχεια την Ελλάδα και καταθέτω σε τούτο το βήμα ότι εκείνοι που το έχουν καταλάβει περισσότερο απ’ όλους μας, είναι οι κουζουλοί οι Κρητικοί. Που και τουρισμό δικό τους έχουν και αγροτική παραγωγή, αλλά και το αρειμάνιο φρόνημα και το νταηλίκι να τα κρατήσουν δικά τους. Και είναι αποφασισμένοι να δώσουν τη Νέα Μάχη της Κρήτης γι’ αυτό.
Έχουνε φτιάξει και λειτουργούνε κάτι συνεταιρισμούς – θηρία, κανονικές ανώνυμες εταιρείες με καθετοποίηση της παραγωγής, τυποποίηση, συσκευασία, marketing, διανομή και πωλήσεις δικές τους. Πήγανε κάτι πονηροί Ιταλοί να τους πάρουνε πέρυσι τον «άσο» (το πρώτο λάδι) κοψοχρονιά και τους αλείψανε με πίσσα και πούπουλα. Και σε κάτι πονηρούς που πάνε να ψωνίσουμε μπιρ παρά με 250 χιλιάρικα οικόπεδα φιλέτα και ακίνητα για τη χρυσή βίζα, τους πουλάνε με τα λεφτά αυτά κάτι κοτέτσια. Με το κοτετσόσυρμα κομμένο.
Κι εκεί έχω ακούσει με τ’ αυτιά μου αυτό που λένε: «Ποιος πουλάει γη, πουλάει πατρίδα».     
Διαβαστε ακομα:

ΤΑ ΜΥΣΤΙΚΑ ΣΤΟ ΒΑΛΤΟ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ ΤΗΣ