ΠΛΗΡΩΝΩ ΟΣΟΥΣ ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ ΙΔΑΝΙΚΟ...
Αυτοκτόνησε στα 32 του ο μεγάλος Έλληνας ποιητής Κώστας Καρυωτάκης, που γεννήθηκε 30 Οκτωβρίου, το 1896. Δεν ήταν ο μόνος «ερασιθάνατος», εραστής του θανάτου, όπως χαρακτήρισε όσους αυτοκτονούν ο επίσης αυτοκτονήσας μέγιστος ελληνολάτρης Ιωάννης Συκούτρης. Αυτοκτόνησε και ο πιο αγαπημένος μου, ο Περικλής Γιαννόπουλος, ο οποίος έχει γράψει απίστευτα πράγματα, υπεράνω κάθε πρόβλεψης, για το μεγαλείο και την καθαρότητα του ελληνισμού.
Σήμερα λίγες αράδες για τον εκ Τριπόλεως Κώστα Καρυωτάκη, μείζονα ποιητή. Τελείωσε τη Νομική Αθηνών αλλά επειδή δεν έβρισκε, μάλλον δεν έψαχνε πελάτες ως δικηγόρος, διορίστηκε δημόσιος υπάλληλος σε διάφορες νομαρχίες ανά την Ελλάδα. Γιατί αυτοκτόνησε, μάλιστα έκανε προσπάθειες να τελειώσει τη ζωή του. Επειδή, ίσως, δεν είχε να δώσει κάτι άλλο στην ποίηση. Επειδή, πιθανόν, ήταν ανιαρό να συνεχίσει να ζει χωρίς τη δική του θέλησή. Αλήθεια, όσοι δεν αυτοκτονούν έχουν πράγματι αποφασίσει οι ίδιοι να συνεχίσουν να ζουν; Μήπως ζουν με Εντολή έξω από τους ίδιους.
Στα 25 του ο Καρυωτάκης συνδέθηκε ερωτικά με την 19χρονη ποιήτρια Μαρία Πολυδούρη, η οποία του έκανε πρόταση γάμου. «Πάσχω από σύφιλη, δεν θέλω να σε πάρω στο λαιμό μου... » της αποκρίθηκε. Δεν της είπε ψέματα. Όταν σχολίασαν στην Πολυδούρη, τι θέλεις μ' αυτόν, εκείνη αποκρίθηκε «Στο φινάλε εγώ αγάπησα ποιητή, αν ήθελα έναν ήρωα θα αγαπούσα τον Ανδρούτσο... ».
Αποφασισμένος να σκοτωθεί, πριν αυτοπυροβοληθεί, ο ποιητής παρήγγειλε μια βυσσινάδα στο καφενείο της γειτονιάς, εκεί στην Πρέβεζα. Το αναψυκτικό έκανε 5 δραχμές, άφησε 75 δρχ. Σε μια κόλλα χαρτί έγραψε: «Όσοι ξέρουν κολύμπι μην αυτοκτονήσουν με πνιγμό, θα υποφέρουν όπως εγώ, που πολεμούσα δέκα ώρες με τα κύματα... ».
Αγόρασε πιστόλι και το γύρισε πίσω σαν ελαττωματικό. Τι είχε συμβεί; Ξέχασε να τραβήξει την ασφάλεια. Τελικά, κάτω από έναν ευκάλυπτο σημάδεψε στην καρδιά. Έγραψε αρκετά στο χαρτί που βρέθηκε στην τσέπη του. Ας σταθούμε σ' αυτά:
«Κάθε πραγματικότης μου ήταν αποκρουστική. Πληρώνω για όσους δεν έβλεπαν κανένα ιδανικό στη ζωή τους, έμειναν πάντα έρμαια των δισταγμών τους, ή θεώρησαν την ύπαρξή τους παιχνίδι χωρίς ουσία. Τους βλέπω να έρχονται ολοένα περισσότεροι μαζύ με τους αιώνες. Σ' αυτούς απευθύνομαι. Αφού εδοκίμασα όλες τις χάρες(!!!) είμαι έτοιμος για έναν ατιμωτικό θάνατο... ».
Δεν έχει ξεκαθαριστεί ακόμα τι εννοεί ο ποιητής στο τελευταίο του γραφτό.
Διαβαστε ακομα: