Ω ΠΑΙΔΕΣ ΕΛΛΗΝΩΝ, ΙΤΕ
Μαραθώνας. Μαραθώνιος δρόμος. Μια ζωή στο παραμύθι ο Έλληνας. Η Μάχη του Μαραθώνος, η τεράστια νίκη των Αθηναίων και εκεί, στην ελώδη πεδιάδα, όπου έσπασε το αήτητο της κραταίας περσικής αυτοκρατορίας. Μια μεγάλη και ιστορική, μέγιστης ιστορικής σημασίας, νίκη που επετειακά γιορτάστηκαν πέρυσι τα 2.500 χρόνια.
Ψοφάει ο Έλληνας για δάφνες, για ιστορικές μνήμες που δεν τις ξέρει στην πραγματικότητα, ούτε θέλει να τις πληροφορηθεί στις λεπτομέρειες. Και παρελάσεις και ταρατατζούμ και είμαστε οι γίγαντες και οι πρώτοι, άλλωστε το λένε και τα βιβλία, όπως και οι ιστορικοί. Εμείς είμαστε, οι Έλληνες. Ποιοι εμείς ακριβώς, όμως;
Απέναντι στην Ιστορία στέκεται ο αποδυτηράκιας. Ένα μ’ όλους, ρε. Επειδή κάποιος είναι μεγάλος μουσικός ή μεγάλος στρατηγός πάει να πει ότι δεν μπορεί να είναι και μέγας καριόλης; Και πιο καριόλης είναι ο λαός εκείνος που κλείνει τα μάτια στον καριολισμό του τεράστιου πολιτικού ή τραγικού ποιητού και τον αποδέχεται στα κιτάπια μόνον γιατί κέρδισε εκλογές ή επειδή έγραψε σπάνιες τραγωδίες. Τι λέω; Τίποτα δεν λέω. Ακόμα δεν άρχισα να λέω κάτι.
Αφήνουμε στην άκρη τα ψιλά. Ότι από τότε που καθιερώθηκε ολυμπιακό αγώνισμα ο μαραθώνιος δρόμος στην απόσταση 42.195 μ., σε ανάμνηση της αναγγελίας της νίκης από τον δρομέα ο οποίος έτρεξε από τον Μαραθώνα στην Αθήνα και πριν ξεψυχήσει το παλληκάρι είπε «Χαίρετε!... Νενικήκαμεν!...». Κι αυτός, λέει, ήταν ο Φειδιππίδης. Ποιος το λέει αυτό; Ο κανένας. Δηλαδή; Ο θρύλος το λέει. Δεν είναι ιστορικό συμβάν. Πουθενά δεν είναι καταγραμμένο. Και απ’ όσα πολλά έχουν γραφτεί δεν υπάρχει τέτοιο έργο, ότι κάποιος Φειδιππίδης έκανε τη μαγκιά. Και τα έδωσε όλα για να προλάβει, όσο γίνεται γρηγορώτερα, να γνωστοποιήσει τη μεγάλη είδηση. ''Τους πηδήξαμε του Μήδους''.
Ο Φειδιππίδης ήταν ημεροδρόμος. Ένας σύγχρονος Κούρος. Έτρεχε μεγάλες αποστάσεις. Ένας από τους πολλούς, που έκαναν αυτή τη δουλειά, εκείνη την εποχή όπου δεν υπήρχαν τηλέφωνα. Του είπανε, λοιπόν, τράβα στη Σπάρτη και πες τους να έρθουν διότι εμφανίστηκαν οι Πέρσες, θέλουμε τη βοήθεια τους. Και ο Φειδιππίδης μέσα σε δυο ημέρες έφθασε στην Σπάρτη, κάλυψε τα 240 χιλιόμετρα από την Αθήνα, αλλά τζάμπα το τρέξιμο. Οι Σπαρτιάτες κουσουμάρισαν το φεγγάρι, είδανε ότι δεν τους κάθεται καλά και για λόγους θρησκευτικούς είπανε στον ημεροδρόμο: ''Πρώτα θα περιμένουμε το σήμα από τον ουρανό και μετά θα κοπιάσουμε...''.
Ποια Ελλάδα; Δεν υπάρχει καμιά Ελλάδα. Υπάρχουν οι ελληνικές πόλεις, υπάρχουν διαφορετικά κράτη. Και στα παπάρια τους οι Σπαρτιάτες αν οι Πέρσες κατάπιναν τους Αθηναίους και την Αθήνα μαζί. Σακούλα; Σακουλεύτηκα να πεις. Και πάμε παρακάτω.
Μάχη του Μαραθώνος. Ο αποδυτηριάκιας θα μιλήσει για τα καθήκια τους Έλληνες. Ποιους Έλληνες; Δεν γαμιούνται οι Έλληνες. Μιλάμε για τους ανθρώπους. Αυτά τα αιώνια δίποδα, τα πιο καταραμένα πλάσματα της γης. Λοιπόν. Ο Μιλτιάδης είναι ο στρατηγός της Μάχης του Μαραθώνα. Ο στρατηγός της μεγάλης νίκης. Δεν ήταν ο μοναδικός στο στράτευμα των Αθηναίων. Οι στρατηγοί ήταν δέκα. Φοβερά πράγματα.
Εδώ οι Σπαρτιάτες δεν είχαν έναν βασιλιά, είχαν δυο. Φοβερά πράγματα. Ένας στρατηγός κάθε ημέρα είχε το γενικό πρόσταγμα στο Μαραθώνα. Όπως τα λέω. Και ο Μιλτιάδης όταν ήρθε η σειρά του είπε ''Σήμερα, τώρα μπουκάρουμε, να τους φάμε τους μπινέδες!...''. Και λύσσαξε από το κακό του ο Θεμιστοκλής, ο μέγας νικητής στρατηγός στη ναυμαχία της Σαλαμίνας, μετά από δέκα χρόνια. Δεν του έκατσε καλά του Θεμιστοκλέους να πάρει τόση δόξα από το ντέρμπυ στο Μαραθώνα ο Μιλτιάδης. Όπως τα λέμε. Και που ’σαι ακόμα.
Ποιος είναι ο Μιλτιάδης; Εδώ σε θέλω. Και ποιο ήταν το τέλος του; Εδώ ξανά μανά σε θέλω. Λοιπόν. Ο πατέρας του Μιλτιάδου ήταν ο τρις ολυμπιονίκης στο άρμα Κίμων και μπάρμπας του ήταν ο επίσης Μιλτιάδης, τύραννος σ’ ένα κρατίδιο και είχε νταραβέρια πολλά και στενά με την αυλή της Περσίας.
Γιατί ήρθε με τα στρατά του ο Δαρείος στην Αθήνα; Για να δώσει μια τελειωτική απάντηση στην πουτάνα την Αθήνα που είχε υποστηρίξει την επανάσταση των Ιώνων το 499, όταν αυτοί ξεσηκώθηκαν κόντρα στην εξουσία της Περσίας. Βεβαίως οι Αθηναίοι δεν το έκαναν για την Ελλάδα, ρε γαμώτο, ούτε για τους Ίωνες Έλληνες στην απέναντι πλευρά του Αιγαίου, αλλά για να αυξήσουν τη δική τους επιρροή και να τραυματίσουν το γόητρο των Περσών. Κάνοντας το δικό του παιχνίδι ο Μιλτιάδης, ο μπάρμπας του στρατηγού, συμμάχησε με τους στασιαστές Ίωνες και μπήκε στο πλευρό των Αθηναίων. Οι Πέρσες, αφού έπνιξαν των ιωνική επανάσταση το 494, κάνουν το ντου για το Μαραθώνα το 490.
Ο θριαμβευτής Μιλτιάδης που πραγματικά τους ξεκώλιασε τους Πέρσες στο Μαραθώνα είναι η μεγάλη βεντέτα του καιρού του. Ο ήρωας της Αθήνας. Επτά μήνες μετά, με 70 παπόρια ξεκινάει να κτυπήσει τη Νάξο που είχε βοηθήσει, έστω εκβιαστικά, τους Πέρσες. Και παράλληλα να πλήξει το στόλο του Δαρείου. Ο Μιλτιάδης την έκανε καλοκαιρινή τη Νάξο. Επόμενος στόχος ήταν η Πάρος. Άλλο αγκάθι για τη πουτάνα την Αθήνα. Κοντά στο μήνα πολιορκούσαν το νησί του Πάριου οι Αθηναίοι και δεν το πάτησαν καν. Ποιος φταίει; Ο μαλάκας ο Μιλτιάδης.
Ο μέγας νικητής του Μαραθώνος; Ξυλώστε τον τον πούστη, και φέρτε τον πίσω στην Αθήνα να δικαστεί. Και τον έκλεισαν φυλακή κι εκεί μέσα πέθανε. Και με τον Θεμιστοκλή, τι έγινε;
Μη λέμε πολλά. Η μεγαλύτερη μάχη που έκρινε τον πολιτισμό της Δύσης είναι αυτή της Σαλαμίνας. Ξανάχασαν οι Πέρσες, κι εδώ θα δώσω μια υπόσχεση, διότι και γι’ αυτούς έχει πέσει μεγάλο μπαλαμούτι. Άντε γαμηθείτε, κύριοι. Δεν είμαστε αμερικανάκια να τη παρουσιάζουμε τη δουλειά καουμπόϋδες και ινδιάνους. Αξιοσέβαστη ιστορία η περσική αυτοκρατορία. Μεγάλος πολιτισμός. Τι να λέμε τώρα. Άλλο αν έφαγαν τις μάπες τους στην Ελλάδα, στο Μαραθώνα και τη Σαλαμίνα και στη νίκη τους στις Θερμοπύλες οι αντίπαλοί τους, οι Σπαρτιάτες γνώρισαν τον απόλυτο ηρωϊσμό.
Ο Θεμιστοκλής, λοιπόν, είναι ο ηγέτης της νίκης στη ναυμαχία της Σαλαμίνας. Θεός έγινε ο άνθρωπος. Με δόξες και τιμές. Ποια ήταν η συνέχεια; Φοβερά πράγματα. Ιστορικά πράγματα. Η Σπάρτη κατηγορεί τον Θέμη για προδοσία, δηλαδή για σικέ συμφωνίες με την Περσία. Δεν γίνονται, ρε, αυτά τα πράγματα. Και η Αθήνα τον καταδικάζει ερήμην σε θάνατο. Ο Θεμιστοκλής το σκάει, γύριζε από χωρίον σε χωρίον, και καταλήγει τελικά να γίνει δεκτός στην αυλή του Πέρση βασιλιά.
Καμία, μα καμία σημασία δεν έχει αν ήταν σωστές, αν είχαν σχέση με την πραγματικότητα οι κατηγορίες σε βάρος του Θεμιστοκλή. Σημασία έχει ότι τον έστησαν στον τοίχο. Και σημασία έχει πού κατέληξε ο νικητής, πού υποχρεώθηκε να πάει. Τελικά, ο Θεμιστοκλής, το λαμόγιο και φιλοχρήματος κατά τους συμπατριώτες του Αθηναίους, πέθανε ως ηγεμόνας σε μια περιοχή στην Μικρή Ασία που του παραχώρησε ο Αρταξέρξης.
Μάχη του Μαραθώνος. Γηπεδούχοι 10.000 περίπου στρατιώτες Αθηναίοι, μέσα στους οποίους και γύρω στους 1.000 Πλαταιείς. Οι Πέρσες πρέπει να είναι περισσότεροι από 40.000 φαντάροι. Ξέρουμε τι έγινε. Ποια τακτική ακολούθησε ο Μιλτιάδης και πως τους παγίδευσε. Άλλη φορά αυτά.
Τελειώνει το έργο με διαλυμένο και καταδιωκόμενο το στράτευμα των εχθρών που άφησαν νεκρούς 6.400 στο πεδίο της μάχης. Σκοτώθηκαν 192 Αθηναίοι, μετρημένοι ένας προς έναν. Πόσοι Πλαταιείς σκοτώθηκαν; Στα παπάρια τους οι Αθηναίοι. Το ίδιο και όσοι δούλοι άφησαν τα κόκαλα τους στη μάχη. Στο φινάλε όλους αυτούς χύμα και τσουβαλάτα τους έθαψαν σε ξεχωριστούς τάφους, μακριά από τον Τύμβο, όπου εκεί έθαψαν τιμητικά τους 192 Αθηναίους. Και πάνε στον Τύμβο του Μαραθώνα και, όπως κάνουν τρισάγια οι χριστιανοί και διαβάζουν τα ονόματα των πεσόντων, έτσι φωνάζουν τα ονόματα των 192 μαραθωνομάχων.
Κλείνω μ’ άλλο πλάνο. Ο Αισχύλος, ο μέγας τραγικός ποιητής, η αθάνατη αυτή δραματική σκέψη της αιωνιότητος, έλαβε μέρος στη Μάχη του Μαραθώνος, όπως και στη Ναυμαχία της Σαλαμίνας. Φοβερά πράγματα. Ασύλληπτα. Πολέμησε ο άνθρωπος, δεν έκανε χρέη γραφιά, ούτε παραμύθι φούρναρης πολεμικού ανταποκριτή. Όπως ο αδερφός του Αισχύλου, κι αυτό είναι γεγονός, ο Κυναίγειρος, πολέμησε στο Μαραθώνα και του έκοψαν το χέρι διότι δεν άφηνε να την κοπανήσει ένα περσικό καράβι.
Στίχος 402, της τραγωδίας ''Πέρσαι'' του Αισχύλου, αναφέρεται στη Ναυμαχία της Σαλαμίνας. Αντιγράφω:
Ω παίδες Ελλήνων, ίτε.
ελευθερούτε πατρίδα ελευθερούτε δε
παίδας, γυναίκας, θεών τε πατρώων έδη
θηκάς τε προγόνων νυν υπέρ πάντων άγων.
Θέλετε μετάφραση από τα κινέζικα;
Μαλάκα, Αισχύλε, μου έγραψες την τραγωδία «Πέρσαι» και λησμόνησες να γράψεις την τραγωδία «Έλληνες». Μήπως την έγραψες και την εξαφάνισαν; Μήπως άφησες το θέμα να το κάνει κωμωδία, μια σάτιρα ο Αριστοφάνης;
ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ ΣΤΟΝ ''ΦΙΛΑΘΛΟ'' ΟΚΤΩΒΡΙΟ 2010
Διαβαστε ακομα: