ΝΑ ΓΛΥΤΩΣΩ ΑΠΟ ΤΑ ΧΡΕΗ ΚΑΙ ΤΑ ΑΛΛΕΠΑΛΛΗΛΑ ΠΕΗ!

 
Κείμενο ΗΛΙΑ ΜΠΑΖΙΝΑ

 Από ενδιαφέρον καθαρά κλινικό, μπήκα στο ματρακά μου Τετάρτη απόγευμα και τράβηξα κατά Αθήνα να δω συνανθρώπους να υποφέρουν, κάτι που πάντα με ψυχαγωγεί και με τέρπει. Πάντα! Πολύ περισσότερο όμως αυτές τις ημέρες. Διότι έχω γίνει μισάνθρωπος.

Όλο θυμάμαι εκείνο τον εξαιρετικό δόκτορα Σαμουήλ Κοέν, εφευρέτη της βόμβας νετρονίου. Η οποία, ως γνωστόν, εξαφανίζει τη ζωή αλλά αφήνει άθικτα τα κτίσματα και το άψυχο μέρος της φύσης. Ο καλός δόκτωρ, ερωτηθείς αν αισθανόταν άσχημα για την εφεύρεσή του, είχε πει περίπου: “Ναι, διότι μπορεί να αφανίσει το σκύλο μου. Άλλα μην το πείτε στη γυναίκα μου!” Τελικά η νάις βόμπα δεν κατασκευάσθηκε αλλά υπάρχει στα σχέδια. Δεν εξυπηρετεί, δεν λύνει το πρόβλημα, αφού σκοτώνει και τα ζώα και τα φυτά και όχι μόνο τις ανθρώποι. 
Σαν “πόθο” μόνο, όχι “πρόταση”, έχω ακούσει αρκετές φορές τη σκέψη: “Να μπορούσε αυτός ο τόπος να μπη κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας, όχι πολύ, πέντε λεπτούλια! Και μετά να ξανάβγαινε στην επιφάνεια!…”. Το έλεγε ειδικά για τη Μάνη ένας σκληροπυρηνικός κομουνιστής μπάρμπας μου αλλά πανεύκολα το κόνσεπτ επεκτείνεται και σε ολόκληρη τη χώρα και σε ολόκληρη την ήπειρο, άμα λάχη ναούμε. Τώρα, όσο για τις ελάχιστοι τσάμπιονς των καταδύσεων, αυτοί κατ’ ανάγκη θα γλυτώσουν. Δεν μπορείς να αλλάξης ένα σχεδιασμό παγκόσμιας εμβέλειας για εφτάμιση άτομα. Άσε που οι μπλοφατζήδες είναι και καλοί άνθρωποι, γενικά.
Μετέβην λοιπόν στην Αθήνα, όπως ξεκίνησα να λέω, το απόγευμα του μεγαλύτερου καύσωνα. Και ξέρετε κάτι; Πέρασα υπέροχα! Θεσπέσια! Σπέσια! (Επίρρημα εκ του “σπέσιος”, που είναι ο “σπέσιαλ” στην ελληναραδικήν…). Διότι η Αθήνα ήταν ΑΔΕΙΑ . Ερημιά, μακάρια αρμονία! Τα τσιμέντα έβγαζαν φλόγες αλλά τι μ’ αυτό;
Έλειπαν οι ΑΝΘΡΩΠΟΙ, αυτό το ΜΙΑΣΜΑ! Είχαν φοβηθή, τα βρωμοσαράκια και είχαν κρυφτή βαθιά μέσα στις τρύπες και στις χαραμάδες τους.
Και έξω σερνόντουσαν μόνο κάτι χαοτικοί υπερβόρειοι τουρίστες που δέχονταν την κάψα με μια παράξενη επιδερμική υπαισθησία, και κάτι βασάνια, που προφανώς δεν είχαν άλλη εκλογή. Και άκου τώρα ένα περίεργο πράγμα. Σε μιαν άκρη ήταν ένας ζητιάνος ιδιαίτερα θλιβερός.
Παγκόσμιος πόλεμος σάρωσε την Ευρώπη στις αρχές της ζωής μου και τέτοιους ζητιάνους, ΤΟΣΟ αξιολύπητους, δεν θυμάμαι να άφησε πίσω του.
Εντάξει, είχαν απομείνει κάποιοι ζητιάνοι, σακάτηδες και ρημαγμένοι. Μετά χάθηκαν για πολλά χρόνια. Και μετά τους ξαναείδαμε, τα χρόνια της Νέας Τάξης Πραγμάτων και του θριάμβου της μπαγκοζμιοποίησης και της “αγοράς” και της “ανάπτυξης”. Στα αγγλικά “GROWTH”, ίδια λέξη με τη “νεοπλασία”). Και όλο πιο πολλοί γίνονται οι ζητιάνοι και όλο πιο θλιβεροί. Παρόλο που δεν συνάδουν προς την εικόνα του “υπερανθηβόλου” τουρισμού, που μπουρδώοι κρατικοί και πολιτικοί παράγοντες διατρανώνουν ότι διαθέτουμε. (Προσέξτε, άλλο “μπουρδώος - μπουρδώου" και άλλο “μπουρδώεις - μπουρδόεντος”. Έχει διαφορά. Και το λοκάνικο Καλαμών διαφέρει από τον τηλεφωνικό κατάλογο. Η διαφορετικότητα κυριαρχεί, απροσδριόριστε!…).
Και κοίταγα, που λέτε, εκείνο το ζητιάνο, το απόκλασμα της πλάσης και ξαφνικά ένας που ερχόταν από απέναντι, σταματάει και του δώνει κάτι κέρματα, κοκκινούλια. Αυτά είχε. Ένας φουκαράς πιο ταλαίπωρος από τη ταλαιπωρία. ΑΥΤΟΣ έδωσε του ζητιάνου. Και με τσάκωσα να κάνω κάτι, που δεν συνηθίζω. Προσευχήθηκα.
“Αν γίνεται” είπα “κάνε αυτός εδώ να γλιτώσει από τον Κατακλυσμό, να βρει θέση στην Κιβωτό, μαζί με τα κοτόπουλα και τις αλεπές…”. Και βούρκωσα, ο μαλάκας! Με 45 Κελσίου, που ούτε ιδρώτα δεν βγάζεις.
Τα βήματα μου με πήγανε στο σπίτι που γεννήθηκα. Ακριβώς απέναντι λειτουργεί πορνομπάρ. Μου την πέφτει από δίπλα η Πισινώφ και μου εγγυάται μισή ώρα ισχυρής ηδονής με αντίτιμο μάλλον λογικό. Της προτείνω να την βάλη στον πυλωρό της και αναπτύσσω ταχύτητα - ΟΣΗ μπορώ, τέλος πάντων - πριν προλάβη να αποκωδικοποιήση την υπόδειξή μου και μου τρασάρη κροσέ.
Στα επόμενα λαμπιόνια βλέπω αναρτημένη ΓΡΑΠΤΗ εγγύηση: “Όταν μιλάμε ΛΟΛΑ και ΟΛΓΑ, μιλάμε αφλογιστία τέλος! Ξεχάστε όσα ξέρατε!”. “Τα ξεχασμένα να ξεχάσω;” ρώτησα αορίστως τον περίγυρο και τράβηξα κατά Γερανίου μεριά. Όπου ο δρόμος ξαφνικά, καθώς χάθηκε το τελευταίο φως, γέμισε μαύρους, μερικούς πολύ αλλόκοτους. Μπροστά στην πόρτα, που κάποτε ήταν το γιατρείο του μπάρμπα μου του Αλέξανδρου, του αφροδιολόγου, στεκόντουσαν πεντέξη μαύροι, παράλογα ψηλοί και άτυπα σιωπηλοί. Ένιωσα πως με... φοβόντουσαν, εκείνα τα θηρία! Απομακρύνθηκα κοιτώντας άσφαλτο. “Αει σιχτίρ”, είπα μέσα μου. “Κόσμος είναι αυτός;…”.
Από κάπου έβγαινε μουσική, το παλιό αγαπημένο ταγκό “Αδιός, Πάμπα Μία”. Έστησα αυτί. Τα λόγια ακούγονταν αχνά, δυσδιάκριτα.
Σχεδόν θα μπορούσα να ορκιστώ ότι λέγανε κάτι σαν “Αδιός, πάμπα μία''. Έστησα αυτί. Τα λόγια ακούγοταν αχνά, δυσδιάκριτα. 
Σχεδόν θα μπορούσα να ορκιστώ ότι λέγανε κα΄τι σαν ''Αδιός, πάμπα μια, αδιός για άλλη χώρα την κάνω, με χίλια, μήπως και προκάνω, να γλυτώσω από τα χρέη κι απ’ τα αλλεπάλληλα πέη!…”
Αυτά μου φάνηκαν πως άκουσα! Ξέρω πως δεν είναι πιθανό. Μια σκέψη μου κόλλησε: Η “ΑΛΛΗ ΧΩΡΑ” ΕΙΝΑΙ ΕΔΩ!...
ΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ ΣΤΟΝ ''ΦΙΛΑΘΛΟ'' ΣΤΙΣ 28.07.2007
Διαβαστε ακομα:

ΠΑΤΑ ΣΤΗΝ ΑΓΙΑ ΤΡΑΠΕΖΑ, ΤΗΝ ΕΙΚΟΝΑ ΜΕ ΤΟ ΠΟΛΥ ΑΣΗΜΙ...