ΔΕΝ ΓΡΑΦΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ, ΜΟΝΟ ΓΙΑ 100 ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ
Δεν έχω κάποιο writer’s block- δεν πρόκειται περί αυτού. Απλώς οτιδήποτε πάω να γράψω, μού φαίνεται θόρυβος ή υποκρισία. Ίσως πάντα ήταν και λίγος θόρυβος και λίγη υποκρισία όσα έγραφα, αλλά τουλάχιστον δεν είχα καθαρή συνείδηση ότι τα διέπραττα.
Ξέρω επίσης, ότι εύκολα θα το έκλεβα. Το μεγάλο κοινό ανέκαθεν γούσταρε το θέατρο («you hypocrite lecteur») κι αυτό, στο μπουλβάρ των social εξακοντίστηκε σε κολασμένα ύψη. Πλέον το κυρίαρχο στυλ είναι η πεποικιλμένη φλόμπα- όσο πιο περίτεχνη, τόσο πιο δημοφιλής.
Αλλά τελικά, έρχεται μια εποχή που δεν γράφεις για το μεγάλο κοινό, αλλά για καμμιά εκατοστή ανθρώπους που εκτιμάς. Μόνο για αυτούς. Και γράφεις (θες να γράψεις) για να νιώσεις κι εσύ λίγο ζωντανός. Να ανακαλύψεις κάτι που δεν ήξερες― something rich and strange στον ακύμαντο βυθό σου.
Πότε συμβαίνει αυτό;
Δεύτερον, όσο πιο καλά αναγνωρίζεις πού το πάνε όσοι κομπορρημονούν δημοσίως (ιδίως οι καταγγελτικοί και οι άτεγκτοι), τόσο πιο πολύ αηδιάζεις με αυτό το σύστημα της δημόσιας γραφής- και δεν θες να είσαι μέρος της.
Τρίτον, έχεις ίσως αποκτήσει τα βασικά: κάποια χρήματα, κάποια αναγνώριση, κάποια ανεξαρτησία― αποκτάς τη βυθιότητα του προνομιούχου.
Τέταρτον, σε μια εποχή των άκρων (από τη μια μεριά ωκεανοί σαχλότητας κι ανέξοδης αποψάρας, από την άλλη πρωτοποριακός καλπασμός των επιστημών) συνειδητοποιείς τα κενά σου. Κι αν είσαι στοιχειωδώς έντιμος, μιλάς μόνο για αυτά που κατέχεις.
Για αυτούς και μερικούς ακόμη λόγους, δεν έχω πια όρεξη να δημοσιεύσω εύκολα. Και στα σόσιαλ, ανεβάζω μόνο λινκς της δουλειάς και μια σέλφι το χρόνο, κυριολεκτικά― κι αυτή νοιώθοντας λίγο γελοίος.