ΑΠΟ ΤΟΝ ΣΚΟΥΠΙΔΙΑΡΗ ΜΕΧΡΙ ΤΟΝ ΑΕΡΟΠΑΓΙΤΗ

 

Ο δάσκαλος αρνείται να κάνει μάθημα. Και σήμερα, όπως και χθες. Γιατί δεν κάνει κέφι. Γιατί πονάει το κεφάλι του. Γιατί έχει να κάνει μια άλλη δουλειά του σχολείου. Γιατί δεν είναι ευχαριστημένος με το μισθό του. Γιατί βαρέθηκε να ασκεί το επάγγελμα του.

Υπάρχουν κι άλλα «Γιατί» δεν κάνει καλά, δεν κάνει καν τη δουλειά του, με δική του ακριβώς ή όχι ευθύνη, παρ’ ο,τι είναι υποχρεωμένος ο δάσκαλος, ο ιατρός, ο αστυνόμος, ο πυροσβέστης, ο υπάλληλος του τάδε και του δείνα υπουργείου, της άλφα και της βήτα κρατικής υπηρεσίας.

Εγώ ο πολίτης του κράτους, ο φορολογούμενος, ο πληρώνων τους πάντες τι φταίω; Να πληρώνω, δηλαδή, από την τσέπη μου, για προσφορά κοινωνική από τους εργαζόμενους και αμειβόμενους από το κράτους. Στο φινάλε γιατί να φορτώνομαι τα έξοδα λειτουργίας ενός σχολείου π.χ. ή ενός νοσοκομείου ή μίας φυλακής, όταν όλα αυτά υπολειτουργούν.

Η κουβέντα με αφορμή γεγονός προχθεσινό και συγκεκριμένο. Τρεις τύποι με γάντια και κουκούλες, μέρα μεσημέρι αποπειράθηκαν να παραβιάσουν οικία, αλλά επειδή ήταν υψηλής προστασίας οι πόρτες και τα παράθυρα δεν τα κατάφεραν μέχρι να γίνουν αντιληπτοί. Ενημερώθηκε αμέσως η αστυνομία.

Να, τι είπε ο ένας, μόνο ένας, αστυνομικός που προσήλθε με περιπολικό να καταγράψει το περιστατικό. Το σύνηθες περιστατικό: «Ντρέπομαι που είμαι αστυνομικός. Γνωρίζουμε τη συμμορία που εδώ και επτά μήνες δρα στην περιοχή. Δυστυχώς δεν μπορούμε να τους πιάσουμε. Δεν έχουμε προσωπικό, δεν έχουμε αυτοκίνητα, δεν έχουμε… Τα χέρια μας είναι δεμένα».

Είναι ο τεράστιος μαλάκας όποιος τα βάλει με την αστυνομία. Με τους αστυνομικούς. Να ζητήσουμε ευθύνες, λοιπόν, από τον πολιτικό. Από τον υπουργό. Από την κυβέρνηση. Γιατί;

Δεν κατάλαβα. Γιατί να φταίει ο δήθεν δεξιός, ο δήθεν αριστερός πολιτικός περισσότερο από τον αστυνομικό. Τον τελωνειακό, τον σιδηροδρομικό, τον τραυματιοφορέα, τον σκουπιδιάρη, τον αεροπαγίτη, τον όποιον κρατικό υπάλληλο, όταν δεν κάνει καλά τη δουλειά του. Μήπως φταίει ο μαλάκας που πληρώνει φόρους χωρίς να έχει απαίτηση να πιάνουν τόπο τα χρήματα του. Που ψηφίζει, που καταψηφίζει με την εντύπωση να εκλέξει ή να μαυρίσει τον δήθεν δεξιό, τον δήθεν αριστερό. Ψηφίζει, δηλαδή, και καταψηφίζει ταμπέλες, πολιτικούς σε αντιπαλότητα ιδεολογική κι όχι υποψήφιους ικανούς να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα της καθημερινότητας.

Και που είναι αυτοί οι πολιτικοί οι άξιοι να εκμεταλλευτούν το ανθρώπινο υλικό της κρατικής δυναμικής; Πουθενά. Δεν υπάρχουν τέτοιοι πολιτικοί. Γιατί; Δεν πουλάει το είδος τους στην Ελλάδα. Ας περιοριστεί, λοιπόν, ο ελληνικός λαός στους κομματικούς καραγκιόζηδες που γεννάει. Αυτούς θέλει να βρίζει, γιατί στο φινάλε τέτοια είναι η αληθινή σχέση της κομματικοκρατίας με την πελατεία της. Το μπινελίκι. Για σκέψου η Ελλάδα να κυβερνιόταν από άτομα αξιοπρεπή και αξιόπιστα.

Πρόβλημα. Το πρόβλημα. Δεν θα είχε το δικαίωμα ο λαός να μανουριάζει. Γιατί; Επειδή για να φτάσει να παραδίδει τη χώρα, μετά από τη διαδικασία της κάλπης, ο κόσμος σημαίνει ότι γνωρίζει ποιες είναι οι δικές του ευθύνες. Οι δικές του υποχρεώσεις, αλλά και ποιες οι απαιτήσεις του.

Την παρατράβηξα την ανάλυση.


Διαβάστε ακόμα:

«ΜΥΣΤΙΚΟΣΥΜΒΟΥΛΟΣ» ΑΛΛΑ ΚΑΘΑΡΟΣ