ΚΟΤΕΣ ΕΙΣΤΕ ΚΑΙ ΠΑΡΙΣΤΑΝΕΤΕ ΤΟΥΣ... ΚΟΚΟΡΕΣ

 

Γράφει ο Ισαάκ Διαμαντίδης

«Κότα τρίλειρη και μακροπουπουλάτη» χαρακτήρισε η Ντόρα Μπακογιάννη τον Πάνο Καμμένο. Και έγινε χαμός. Είναι η τρίτη φορά που το συμπαθέστατο ορνιθοειδές, εισβάλλει στην πολιτική ζωή με θύματα αρχικά έναν υπουργό, τον Κωνσταντίνο Τσάτσο, μετέπειτα έγινε πρόεδρος της Δημοκρατίας, στη συνέχεια έναν πρωθυπουργό, τον Αλέξη Τσίπρα και τέλος έναν αρχηγό κόμματος και υπουργό άμυνας.
Ο Κωνσταντίνος Τσάτσος έμεινε στην ιστορία σαν κότα, καθώς ο κορυφαίος γελοιογράφος της εποχής Φωκίων Δημητριάδης ή Φώκος τον σκιτσάριζε πάντα με μία κότα στο πλευρό του. Η ...ταυτοποίηση είχε σχέση με την απόφαση του Τσάτσου να κατέβει από το Ηρώδειο η παράσταση των «Ορνίθων» του Αριστοφάνη, λόγω της αθυροστομίας της ενοχλούσε τους θρησκόληπτους και τον κλήρο.

Κάποια στιγμή, οι δύο άνδρες βρέθηκαν σε μία εκδήλωση, οπότε ο αείμνηστος Ακαδημαϊκός και Πρόεδρος της Δημοκρατίας Τσάτσος ρώτησε τον δημοσιογράφο: «Κύριε. Δημητριάδη, γιατί με ζωγραφίζετε πάντα με μια κότα;». Η απάντηση: «Ένα μυστήριο πράγμα, υπουργέ μου, το ίδιο ακριβώς με ρωτά και η κότα».

Η απαγορευμένη παράσταση

Το Θέατρο Τέχνης έδινε την πρώτη του παράσταση στο Θέατρο Ηρώδου του Αττικού με τις «Όρνιθες», τον Αύγουστο του 1959, συμμετέχοντας για πρώτη φορά στο Φεστιβάλ Αθηνών, το οποίο έως τότε μονοπωλούσαν παραστάσεις του κρατικού Εθνικού Θεάτρου.

Η πρεμιέρα ερεθίζει μερίδα θεατών, κυρίως στο μουσικό της μέρος, στη σκηνή όπου ο Πεισθέταιρος θυσιάζει στους θεούς έναν τράγο και εμφανίζεται ο ιερέας ντυμένος με ράσο παπά, ο οποίος απαγγέλλει το κείμενο ψέλνοντας σε τόνο εκκλησιαστικής ψαλμωδίας. Με το «Αμήν» που λέει, ακούγονται και οι πρώτες αποδοκιμασίες «Αίσχος», «Ντροπή», «Σταματήστε».

Από το πάνω όμως διάζωμα δυναμώνουν οι επευφημίες και τα «Μπράβο». Από κείνη τη στιγμή και μετά άρχισε να κλιμακώνεται ο εκνευρισμός. Επήλθε οχλαγωγία. Στον χαιρετισμό των συντελεστών της παράστασης τα δύο ''στρατόπεδα'' των θεατών συναγωνίζονταν επί δέκα λεπτά ποιο θα ακουστεί πιο καθαρά.

Φανερά ενοχλημένος ο Κωνσταντίνος Τσάτσος ο οποίος παρακολουθούσε την παράσταση από τον θώκο των επισήμων- ανάμεσά τους η Μπεγκούμ, σύζυγος του Αγά Χαν - κάλεσε τους υπεύθυνους του Φεστιβάλ, τους επιτίμησε ζωηρά και έκλεισε το Ηρώδειο για μία μέρα, με προπωλημένα τα εισιτήρια της Κυριακής.

Από το πρωί της ημέρας εκείνης ακουγόταν από το κρατικό ραδιόφωνο η ανακοίνωση: «Κατ΄ εντολήν του υπουργού Προεδρίας Κυβερνήσεως κ. Κωνσταντίνου Τσάτσου, ματαιούται η παράστασις των Ορνίθων του Αριστοφάνους»

Η κότα «χτύπησε» για δεύτερη φορά το 2015, λίγο πριν από τη συνάντηση του Αλέξη Τσίπρα με τον Κυριάκο Μητσοτάκη στο μέγαρο Μαξίμου. Μια κυρία που περνούσε από το σημείο πέταξε μια... κότα στο χώρο και απομακρύνθηκε. Η δράστις είχε κρυμμένο το πτηνό μέσα σε ένα κουτί. Πέρασε μπροστά από τους αστυνομικούς και το …εκσφενδόνισε . Αμέσως οι αστυνομικοί την οδήγησαν στο απέναντι πεζοδρόμιο. Η γυναίκα φορούσε μια μαύρη μπλούζα που έγραφε: "Παριστάνετε τους κόκορες, αλλά είστε κότες".

Τι θα πει όμως κότα,σύμφωνα με το ελληνικό λεξικό; Αντιγράφω και μεταφέρω άνευ σχολίων.

κότα η [kóta] Ο25 : κατοικίδιο πτηνό που εκτρέφεται για τα αυγά και για το κρέας του· η όρνιθα: Οι κότες κακαρίζουν στο κοτέτσι. Tρέφει κότες στην αυλή της. Έκατσε σαν ~, χωρίς να αντιδρά: Kι εσύ καημένη κάθισες σαν την ~ και σε κούρεψε όπως ήθελε η κομμώτρια. Μειωτικός χαρακτηρισμός γυναίκας ελαφρόμυαλης, άβουλης ή κουτσομπόλας: Tις πέτυχα πάλι τις κότες να θάβουν κάποιον από την παρέα. ΦΡ περνώ ζωή και ~, ζω πλουσιοπάροχα, με όλες τις ανέσεις. …να φαν κι οι κότες, για αφθονία αγαθών: Έχει λεφτά να φαν κι οι κότες. η ~που γεννάει τα χρυσά αυγά*. (έκφρ.) κοιμάται* με τις κότες. το ξέρουν κι οι κότες, για κτ. πασίγνωστο. δεν ξέρει από πού κατουράει η ~, είναι τελείως αδαής, δεν έχει καθόλου εμπειρίες. η ~ έκανε τ΄ αυγό ή το αυγό την ~;, για μεγάλο, σχεδόν άλυτο δίλημμα. ΠAΡ H παλιά / η γριά η ~ έχει το ζουμί*. Σκαλίζοντας η ~ βγάζει το μάτι της, γι΄ αυτούς που μόνοι τους προκαλούν κακό στον εαυτό τους. Όποιος ανακατεύεται με τα πίτουρα* τον τρων οι κότες. Aλλού τα κακαρίσματα* κι αλλού γεννούν οι κότες. κοτούλα η YΠΟKΟΡ. κοτίτσα η YΠΟKΟΡ.

[θηλ. του ελνστ. κοττός, κόττος ὁ `κόκορας΄ (ορθογρ. απλοπ.)· κότ(α) -ούλα· κότ(α) -ίτσα]

Διαβάστε ακόμα:

ΟΤΑΝ Ο ΤΕΡΕΝΣ ΜΙΛΟΥΣΕ ΣΟΒΑΡΑ…