ΣΤΟ ΑΝΤΑΡΤΙΚΟ Ο ΒΕΛΟΥΧΙΩΤΗΣ ΜΙΛΟΥΣΕ ΠΑΝΤΑ ΓΙΑ ΤΟ 1821
Τις μέρες προετοιμασίας του αντάρτικου, ο Αρης με τον Περικλή (Γ. Χουλιάρας) έκαναν περιοδείες στα χωριά και στις στάνες να συνεγείρουν τον κόσμο. Ο νεαρός Περικλής, που ήταν γαλουχημένος στα διεθνιστικά νάματα, είχε μείνει εμβρόντητος από το περιεχόμενο των ομιλιών του αρχηγού. «Οπου περνούσαμε, μιλούσε πάντα για το έθνος και για την πατρίδα, ποτέ δεν μίλησε για λαϊκή επανάσταση ή για δικτατορία του προλεταριάτου, μιλούσε πάντοτε για εθνικό αγώνα. Στο έθνος και την πατρίδα, εκεί κολλούσε πάντοτε, αυτό τόνιζε».
Δεν μπορούσε να αντιληφθεί την κομματική υπέρβαση που επιχειρούσε ο Αρης, και του το λέει: «Ωραία τα ’πες χτες το βράδυ. Αν δεν σ’ ήξερα, θα έλεγα ότι είσαι σοβινιστής πρώτης γραμμής». Η απάντηση που πήρε, θα καθόριζε αμετάκλητα το φρόνημα του ΕΛΑΣ: «Nαι, έτσι σου φαίνεται κι εσένα, όπως και των άλλων συντρόφων, γιατί δεν καταλάβατε ακόμα ότι τούτος ο αγώνας είναι εθνικός, πατριωτικός, και πρέπει σ’ αυτόν τον αγώνα να συναγωνιστούν όλοι οι Ελληνες, μέχρι και οι βασιλικοί, ποιος θα προσφέρει τις περισσότερες υπηρεσίες. Δεν είναι αγώνας ενός κόμματος».
Ο Αρης θέτει πρώτα απ’ όλα την πατρίδα. Εχει αρθεί πάνω από κόμματα και μικροπολιτικές σκοπιμότητες. Και θα κάνει τα λόγια πράξη στο Βουνό. Θα συνδιαλέγεται με όλους και θα τους καλεί όλους να ενταχθούν στο ΕΑΜ, «από τους βασιλικούς μέχρι τον Ζέβγο»*. (Χουλιάρας)
Το κατανοεί και ο γραμματέας του ΚΚΕ. Οταν στη διοίκηση της ΙΙης Μεραρχίας, συγκρούστηκε ο πολιτικός επίτροπος Ηρακλής (Ηλίας Καράς, μέλος της Κ.Ε. του ΚΚΕ) με τον δηλωμένο βασιλόφρονα αντισυνταγματάρχη Γ. Ρήγο, αυτός που πήρε πόδι ήταν ο επίτροπος. «Ο ΕΛΑΣ δεν είναι μοναστήρι, για να είμαστε όλοι καλόγεροι», του παρήγγειλε ο Σιάντος.
Το ίδιο και ο Γιάννης Ιωαννίδης. Στους ακραίους του κόμματος, που άλλα φαντασιώνονταν, αντέτασσε συνεχώς και αδιαλείπτως: «Ενότητα με όλον τον κόσμο. Πατριωτική ενότητα». (Γ. Ιωαννίδης, Αναμνήσεις)
Τα αγωνιστικά ονόματα των ανταρτών δεν έχουν την παραμικρή πολιτική χροιά. Είναι εμπνευσμένα από αγωνιστές του ’21, αρχαία πρόσωπα, τοπική γεωγραφία και χαϊδευτικά προσωνύμια: Καραϊσκάκης, Αντρούτσος, Μπουκουβάλας, Παπαφλέσσας, Κατσαντώνης, Μπότσαρης, Αχιλλέας, Αρης, Περικλής, Αμάρμπεης, Ασπροπόταμος, Κόζιακας, Ολυμπος, Νάκος (Γιάννης), Κωστούλας (Κώστας), Γιαννούτσος (Γιάννης), Ντούλας (Κώστας) κ.ά.
Ομως επί 30 χρόνια (1945-1974) η ακροδεξιά προπαγάνδα διαστρέβλωνε την αλήθεια: ραδιόφωνα, τηλεοράσεις, σχολικά βιβλία, ιστορικές εκδόσεις, επιγραφές στα βουνά, μνημεία πεσόντων, Αστυνομία, Χωροφυλακή, κρατικά ιδρύματα, λόγοι επισήμων, μνημόσυνα, επέτειοι, μια τερατώδης ενορχήστρωση παραχάραξης των γεγονότων προσπαθεί να αλλάξει την πραγματικότητα. Βοηθούντος και του Εμφυλίου 1946-1949, που μεσολάβησε, έπρεπε να πειστούν οι Ελληνες για τους αιμοχαρείς ΕΛΑΣίτες, τους προδότες της πατρίδας, που δεν πολέμησαν τους κατακτητές, αλλά προσπάθησαν να επιβάλουν στη χώρα το καθεστώς της αρεσκείας τους.
Αλλά τα γεγονότα δεν αλλάζουν. «Σε πείσμα όλης της μεταπολεμικής πλύσης εγκεφάλου, παραμένει γεγονός πως το EAM/ΕΛΑΣ είναι το μεγαλύτερο έπος της νεότερης ελληνικής ιστορίας». (Σταυριανός)
Φυσικά, η ηγεσία του ΚΚΕ δεν πίστεψε ποτέ ότι η πλειονότητα των μελών του ΕΑΜ και των ανταρτών του ΕΛΑΣ ήταν κομμουνιστές. Ο Γ. Ιωαννίδης έχει πλήρη επίγνωση ότι ΕΛΑΣίτες και ΕΑΜίτες εμπνέονται από άλλα οράματα: «Μη νομίζεις πως όλος αυτός ο κόσμος που ήρθε μαζί μας είχε γίνει σοσιαλιστής είτε πίστευε στη Λαϊκή Δημοκρατία. [...] Γίνεται ένα τερατώδες σφάλμα να νομίζουμε τέτοιο πράγμα. [...] Ερχονταν μαζί μας γιατί μας έβλεπαν ότι εμείς παλεύαμε πραγματικά για να διώξουμε τους κατακτητές, για να ελευθερώσουμε την Ελλάδα, να δώσουμε στον λαό την ελευθερία να εκλέξει όποιο σύστημα διακυβέρνησής του θέλει». (Γ. Ιωαννίδης, Αναμνήσεις)
Η επίσημη γραμμή του ΚΚΕ, που τηρήθηκε ευλαβικά σε όλη τη διάρκεια του αγώνα, είναι αυτή που χάραζε η ηγετική «σοβιετική» ομάδα, με επικεφαλής τον Γ. Ιωαννίδη: πατριωτική συνεργασία και όχι ρήξη. Το επιβεβαίωσε και μεταπολεμικά, κατά την εσωκομματική ομιλία του στην 11η Oλομέλεια του KKE τον Aπρίλιο του 1945: «Ποτέ δεν είχαμε σαν αρχή να επιβάλουμε λύσεις με το ντουφέκι. […] Tο Kόμμα μας δεν έδωκε ποτέ τέτοιες κατευθύνσεις». (Γ. Ιωαννίδης, Αναμνήσεις)
Ο ένοπλος αγώνας του EΛAΣ ήταν εθνικός. «H αντίσταση των Ελλήνων γίνεται εναντίον ξένων δυνάμεων κατοχής και ο βασικός της χαρακτήρας, καθ’ όλη την περίοδο της Κατοχής, είναι εθνικός». (N. Σβορώνος, από τα Πρακτικά του Συνεδρίου «H Ελλάδα 1936-1944») O ΕΛΑΣ ήταν εθνικός λαϊκός στρατός. Στις τάξεις του επικρατεί πολιτική ανεξιθρησκία. Δημιουργήθηκε και έμεινε έως το τέλος της Κατοχής «καθαρό όργανο αντίστασης». (Richter) Αλλο ποιος τον δημιούργησε και άλλο τι ήταν στο σύνολό του.
Οι κομμουνιστές «επέβαλον την ηγεσία τους, αλλά όχι την ιδεολογία τους». (Τσουκαλάς) Δεν είναι κάποιο πολιτικό κόμμα που εμπνέει τους άνδρες του ΕΛΑΣ, αλλά η κατά πολύ ισχυρότερη αγωνιστική παράδοση της χώρας. «Κάθε λαός κληρονομά από τους προγόνους του μερικές κεντρικές ιδέες, που κανονίζουν τη διαγωγή του στις πιο σημαντικές περιστάσεις του δημόσιου βίου». (Γληνός)
Η κεντρική ιδέα που διαπερνά, ενώνει και καθορίζει τη δράση των ανταρτών του ΕΛΑΣ, το φωτεινό σύμβολο του νέου αγώνα, είναι η Εθνεγερσία του 1821. Το ’21 επικαλείται εξ αρχής ο Αρης στους λόγους του, το ίδιο και οι αντάρτες του. «Oι Τούρκοι είχαν φύγει γιατί αγωνίστηκε ο κόσμος για τη λευτεριά του. Είχαμε συνειδητοποιήσει ότι έπρεπε κι εμείς να αγωνιστούμε για να διώξουμε τους κατακτητές», εξηγεί απλά η νεαρή ανθυπολοχαγός του ΕΛΑΣ Ευαγγελία Μονσάν από την Καστοριά.
Με αυτές τις καταβολές, είναι σε τέτοιο βαθμό εμποτισμένοι με την έννοια του χρέους προς την πατρίδα, ώστε «η συμμετοχή τους στην Αντίσταση είναι επιβεβλημένη ηθική πράξη». Και, επειδή είναι άνθρωποι απλοί, οι περισσότεροι δεν ενδιαφέρονται για θεωρίες ή μακρόπνοα πολιτικά σχέδια. Μοναδικό τους αίτημα, όταν με το καλό ελευθερωθούν, είναι να μην επιστρέψουν πάλι σαν παρίες στο κοινωνικό περιθώριο.
Στις τάξεις του ΕΛΑΣ υπάρχουν παλιοί ή νεοπροσηλυτισμένοι κομμουνιστές, αλλά η μεγάλη πλειονότητα των ανδρών δηλώνουν ανοιχτά διαφορετικές πολιτικές τοποθετήσεις: από οπαδοί των προπολεμικών κομμάτων έως βασιλόφρονες. O Πυρομάγλου υποστηρίζει πως «στις τάξεις του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ δεν ήταν δυνατόν να υπάρχουν περισσότεροι του 10% κομμουνιστές, από τους οποίους ελάχιστο ποσοστό ήταν των άκρων». (Δούρειος Ίππος) Και δεν είναι ο μόνος.
«Στην Πελοπόννησο ένας ΕΛΑΣίτης ανώτερος αξιωματικός του στρατού εξέτασε προσεκτικά μια ομάδα από 220 αντάρτες, πολλοί από τους οποίους ήταν ντόπιοι νέοι που τους γνώριζε προσωπικά: υπολόγισε πως δεν ήταν περισσότεροι από δεκαπέντε εκείνοι που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν κομμουνιστές και έγραψε: “Και για μερικούς απ’ αυτούς είχα πολλές αμφιβολίες αν ήξεραν τι θα πει κομμουνισμός”». (Mazower)
Ακόμα και η ατυχής και ανιστόρητη προσπάθεια του ΚΚΕ να αντικατασταθεί ο όρος «αντάρτης» με τον όρο «μαχητής», ως πιο συνεπή με το στρατιωτικό πνεύμα, δεν πέρασε και οι αντάρτες παρέμειναν αντάρτες. [Η λέξη «αντάρτης» δεν αποτελούσε μέρος του μαρξιστικού λεξιλογίου και υιοθετήθηκε μετά την Επανάσταση της Κούβας το 1959. Επειδή οι κομμουνιστές και τα αριστερά κινήματα έβλεπαν με πολύ σκεπτικισμό την αρχαϊκή ιδεολογία και τους συνειρμούς που προκαλούσε, χρησιμοποιούσαν τη λέξη «παρτιζάνος». (Hobsbawm)]
Και, παρά τις περί του αντιθέτου τερατολογίες, ο ΕΛΑΣ δημιουργήθηκε και έμεινε έως το τέλος εθελοντικός στρατός. Η ηγεσία του απέκρουσε δραστικά κάθε εισήγηση υποχρεωτικής στράτευσης:«Η υποχρεωτική στρατολογία, έργον της Κ.Ε. του ΕΛΑΣ, δεν επεβλήθη εισέτι. Σαράφης-Βελουχιώτης». (ΔΙΣ/ΓΕΣ) Επίσης ο ΕΛΑΣ δεν κρατάει στις τάξεις του αντάρτες, ούτε με το ζόρι, ούτε άχρηστους για λόγους αριθμητικού εντυπωσιασμού.
Τέτοιες διαταγές υπάρχουν αρκετές: «Απόλυση 91 ανταρτών της Ιης Μεραρχίας με διαταγή του ΓΣ της 10.2.44, οι 14 τη αιτήσει των και οι άλλοι για δειλία ενώπιον των Γερμανών». (ΔΙΣ/ΓΕΣ)
Τουλάχιστον, ο διαδεδομένος μύθος πως οι Αγγλοι εξόπλισαν και συντηρούσαν τον ΕΛΑΣ έχει πλέον εγκαταλειφθεί. «Ηταν ο μόνος που δεν εξαρτιόταν από τη βοήθεια των Συμμάχων κι εκείνος που έκανε τις περισσότερες επιθέσεις ενάντια στις μονάδες της Βέρμαχτ». (Mazower).
«Το τιμιότερο κίνημα Αντίστασης στην Ελλάδα ήταν ο ΕΛΑΣ. [...]
Τα μυστικά έγγραφα της Ανωτάτης Γερμανικής Διοίκησης που είδα στη Νυρεμβέργη δεν άφηναν αμφιβολία ότι ο γερμανικός στρατός θεωρούσε τον ΕΛΑΣ ως τον μόνο σοβαρό στρατό Αντιστάσεως που είχε να αντιμετωπίσει». O υπαρχηγός του ΕΔΕΣ είναι αποστομωτικός: «Εκείνος ο οποίος, Ελλην ή ξένος, θα διαμφισβητήσει την εθνικήν δράσιν του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ προσάπτει μομφήν εις ολόκληρον τον ελληνικόν λαόν και συκοφαντεί τον πατριωτισμόν του και τας θυσίας του». Tο αναγνωρίζουν και πολιτικοί ηγέτες της Δεξιάς, όπως ο Παν. Κανελλόπουλος: «H Αντίσταση ήταν, από εθνική και ηθική άποψη, κάτι το αυτονόητο για τον Έλληνα. Aν είχε λείψει, θα μιλούσαμε για υποδούλωση του λαού μας, και όχι μόνο για Κατοχή της χώρας μας. O ελληνικός λαός δεν υποδουλώθηκε». (Μαθιόπουλος, Αντίσταση) Όμως η μεταπολεμική Ελλάδα προτίμησε επί χρόνια να κρύβει ή να συκοφαντεί το μαζικότερο αντιστασιακό κίνημα της Ευρώπης.
Μετά τον Πόλεμο οι επικυρίαρχοι της χώρας και ο Ψυχρός Πόλεμος ευνόησαν «την ανάπτυξη ενός ανεξάρτητου μηχανισμού εξουσίας της άκρας Δεξιάς που ανταγωνιζόταν με επιτυχία την ίδια την κρατική εξουσία». (Richter) O πατριωτισμός κατάντησε στίγμα. O πρώην ΕΛΑΣίτης, ζωντανός ή νεκρός, κληροδότησε στην οικογένειά του, στα παιδιά του και στα εγγόνια του ακόμη, το στίγμα που καταργούσε κάθε ισότιμη αντιμετώπιση του πολίτη από το κράτος. H πίκρα ενός μόνιμου αξιωματικού του EΛAΣ δεν κρύβεται: «Oι μαχηταί τους οποίους ημείς οδηγήσαμεν εις τας μάχας εναντίον των κατακτητών και νεκροί ακόμη υβρίζονται».
Ο μόνιμος ταγματάρχης Εμμ. Βαζαίος, τιμημένος πολεμιστής της Αλβανίας με το θρυλικό 40ό Σύνταγμα Ευζώνων, με Αριστείο Ανδρείας, και στη συνέχεια διοικητής του 6ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ Πελοποννήσου, θεωρεί ότι οι αντάρτες των βουνών έσωσαν την τιμή της χώρας: «O Ελλην αντάρτης προβάλλεται άξιος των γενναιοτέρων πολεμιστών της Ιστορίας μας. Υπήρξεν αυτός ο φορεύς του πνεύματος Αντιστάσεως, του πνεύματος της ελευθερίας που κατείχε ολόκληρον το έθνος. Mε την δράσιν του αυτήν εισήλθεν εις την Ιστορίαν. Και διά την δράσιν του αυτήν δεν υπόκειται εις κριτικήν». (Βαζαίος)
Οσο για τον θρυλικό δημιουργό και αρχηγό του ΕΛΑΣ, πολλά χρόνια μετά την τραγωδία της Μεσούντας, οι άνθρωποι που τον λάτρεψαν δεν πιστεύουν ότι σκοτώθηκε. Πιστεύουν ότι είναι κυριολεκτικά ζωντανός και θα εμφανιστεί ξανά όποτε το κρίνει ο ίδιος. Κάθε τόσο παρουσιαζόταν κάποιος παλιός ΕΛΑΣίτης που τον είδε μυστικά και μίλησε μαζί του. Ένας κουρέας τον ξύρισε, μια γυναίκα τού πήγε «ψωμί» στο λημέρι του και κάποιοι αλαφροΐσκιωτοι χωρικοί τον βλέπουν συχνά να περνάει καβαλάρης στις πλαγιές της Ρούμελης. Tο παρηγορητικό τραγούδι της ΕΛΑΣίτισσας Δέσπως ακούγεται χρόνια στα βουνά να απαλαίνει τον πόνο της απουσίας του:
– Δέσπω μ’, τον Αρη σκότωσαν,
Δέσπω μ’, και τον Τζαβέλα.
– Μήδε τον Αρη σκότωσαν
μήδε και τον Τζαβέλα,
κάτι παιδιά τούς είδανε
που παν για τη Σερβία.
H μυθοποίηση του Αρη είναι η προσπάθεια ενός ολόκληρου λαού να αντιπαλέψει την ανυπόστατη εκδοχή που προσπαθούν να του επιβάλουν. «Oι μύθοι δημιουργούνται σαν τους κρυστάλλους ακολουθώντας τον δικό τους παλινδρομικό τύπο. Tους χρειάζεται όμως ο κατάλληλος πυρήνας. Oι μετριότητες και οι απατεώνες δεν έχουν μυθογεννητική ισχύ. Δημιουργούν μόδες που πολύ γρήγορα ξεπερνιούνται». (Αρθουρ Κέσλερ) H ετυμηγορία των ανταρτών και των ανθρώπων που τον έζησαν είναι λιτή και αμετάκλητη, όπως του αρμόζει: «Δεν ξανακάνει μάνα τέτοιο γιο».