ΤΟ ΟΠΛΟΣΤΑΣΙΟ ΤΗΣ ΧΡΥΣΗΣ ΑΥΓΗΣ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΟ... ΦΑΣΙΣΜΟ
Σπούδασα φιλοσοφία στην Γερμανία. Ήδη από τον δεύτερο χρόνο ξεχώρισα ένα καθηγητή για την κομψότητα, ποιότητα και την ακρίβεια της σκέψης του. Ρωτώντας για αυτόν έμαθα πως είχε χάσει τη θέση του στο πανεπιστήμιο και είχε περάσει οκτώ χρόνια σε στρατόπεδο συγκεντρώσεως, επειδή είχε δημοσιεύσει άρθρα που έκαναν φαινομενικά ήπια αλλά αυστηρή κριτική στον Εθνικοσοσιαλισμό.
Ήταν ένας πανέξυπνος άνθρωπος με πολύ ελεύθερες και ανοιχτές απόψεις. Με επέλεξε ως βοηθό του. Κάποτε μου χρειάστηκε ένα συστατικό γράμμα για μία υποτροφία. Το έγραψε και το έστειλε απευθείας στον φορέα που έδινε τις υποτροφίες. Όταν – αλίμονο, τόσο νωρίς! – έφυγε από την ζωή, η σύντροφός του βρήκε το αντίγραφο αυτής της επιστολής και μου το έδωσε. Το φυλάω σαν υπέρτατο βραβείο – και επίτευγμα. Θα ήθελα να ήμουν πραγματικά ο άνθρωπος που περιγράφεται σε αυτή την επιστολή.
Το όνομά του ήταν Γιόζεφ Στύρμαν. Μαζί εργαστήκαμε για την διδακτορική μου διατριβή. Δυστυχώς το Στρατόπεδο Συγκεντρώσεως είχε αφήσει τα ίχνη του. Πέθανε από έμφραγμα τις παραμονές που θα παρουσιάζαμε επίσημα την διατριβή που αφορούσε το πρόβλημα του σκεπτικισμού. Το Πανεπιστήμιο του Μονάχου ήταν πολύ συντηρητικό. Όταν, μετά τον θάνατό του, προσπάθησα να βρω άλλον τακτικό καθηγητή, που θα δέχονταν να παρουσιάσει στην θέση του, την διατριβή μου, απέτυχα παταγωδώς. Βλέπετε ήταν …ΥΠΕΡ του σκεπτικισμού, πράγμα αδιανόητο για την συντηρητική τους νοοτροπία. Αρνήθηκα να την τροποποιήσω. (Η ελληνική μετάφραση της διατριβής κυκλοφόρησε αργότερα ως βιβλίο στα Ελληνικά με τον τίτλο «Το Απόλυτο και το Τάβλι»).
Θυμήθηκα τον άνθρωπο αυτόν διαβάζοντας για την συμπεριφορά των φοιτητών προς την πρόεδρο του τμήματος φιλοσοφίας της Φιλοσοφικής Σχολής Βάνα Νικολαΐδου-Κυριανίδου. Την κατηγόρησαν για …φασισμό, ενώ από όλη την συμπεριφορά τους είναι εμφανές ότι αυτοί είναι οι φασίστες. Μιλώντας συχνά με τον καθηγητή μου για τον φασισμό έμαθα πολλά. Ήταν άλλωστε ένας από τους ελάχιστους διανοούμενος που έκανε ανοιχτή αντίσταση στον εθνικοσοσιαλισμό (οι περισσότεροι έφυγαν, ή αποσύρθηκαν, ή έκαναν «εσωτερική μετανάστευση» (innere Emigration) στο σπίτι τους, παύοντας να δημοσιεύουν.