ΑΝΤΕ ΝΑ ΧΑΘΕΙΤΕ...

 

Το αμερικάνικο όνειρο. Μας την έχουν σπάσει μ’ αυτό το κόλπο, το κοπανάνε και στο σινεμά τους. Το αμερικάνικο όνειρο. Ότι, δηλαδή, ο καθένας, από το τίποτα και από το πουθενά, ακόμα κι ένας εκτός Αμερικής, κάποιος που εγκαταστάθηκε στη χώρα πριν από λίγα χρόνια, έχει την ευκαιρία να γίνει μέγας και τρανός. Να τον μάθει όλη η οικουμένη. Να κονομήσει τα φράγκα της ζωής του και της αιωνιότητος. Διότι η Αμερική είναι χώρα τεράστια και ελεύθερη. Διότι στην Αμερική η επιτυχία παίρνει μυθικές διαστάσεις και άμα έχεις ταλέντο και αξία ο δρόμος είναι ανοικτός στο σουξέ. Ως επιχειρηματίας, ως καλλιτέχνης, ως επιστήμων, ως ό,τι.

Το αμερικάνικο όνειρο. Και πράγματι έχει επιβεβαιωθεί πλειστάκις και πολλάκις το έργο διότι η Αμερική δεν είναι μόνο μεγάλη, αλλά και νέα χώρα. Ήταν νέα, δηλαδή. Τι σημαίνει νέα χώρα; Ότι χωράει κι άλλος, κι άλλος στο κόλπο.

Υπάρχει π.χ. ο βασιλιάς της σαρδέλας στην Αμερική, όπως και ο βασιλιάς του αλουμινίου. Το αλουμίνιο, όμως, βρέθηκε μετά τη σαρδέλα, άρα δύσκολο να κτυπήσει κάποιος τον βασιληά της σαρδέλας ή των μυδιών, που με τα χρόνια έριξαν μπετά στην αγορά, βελτίωσαν την τεχνολογία τους και ισχυροποίησαν το δίκτυό τους στην παραγωγή, την κατανάλωση, στις εξαγωγές.

Η ζωή δεν σταματά, όμως. Η ζωή όλο και γεννάει το καινούργιο. Σ’ όλα τα πράματα το καινούργιο. Οπότε όλο και καινούργιες καταναλωτικές ανάγκες δημιουργούνται κι εκεί παίζει το αμερικάνικο όνειρο, όπως δεν παίζει στον ίδιο βαθμό σε μια χώρα της Ευρώπης, διότι εκεί και τα μεγέθη είναι μικρότερα και, κυρίως, παίζει μπάλλα σε μεγαλύτερο βαθμό το ο καθείς στο είδος του. Απεναντίας στην Αμερική, όπου εκεί στην πλανηταρχία γεννιέται το καινούργιο, το αμερικάνικο όνειρο είναι στημένο στη σέντρα του γηπέδου και όποιος προλάβει δίνει το εναρκτήριο λάκτισμα.

Και έρχεται ο Τζακ Κέρουακ και κατεβάζει το σλιπάκι του, γυρίζει τον κώλο του και τον δείχνει στην Αμερική. Το ’χω χεσμένο το αμερικάνικο όνειρο. Και χεσμένους όλους όσους το κυνηγάνε. Επειδή όλοι όσοι ψάχνουν το γαμημένο αμέρικαν ντρημ σταματούν να είναι κανονικοί άνθρωποι, γίνονται ρομπότ, γίνονται ζόμπυ, είναι μουνόπανα, όσα φράγκα κι αν έχει ο λογαριασμός τους στην τράπεζα. Όχι, δεν τα είπε ποτέ αυτά ο Αμερικάνος συγγραφέας, ο αποδυτηριάκιας «μεταφράζει» το πιστεύω του προφήτη των μπήτνικ, αυτού του κινήματος, του κατ’ εξοχήν αντισυμβατικού τρόπου ζωής, που έγραψε πολύ έντονα τη δεκαετία του ’50 και ουδείς το παραγνωρίζει αυτό.

Μιλάμε για καλλιτέχνες. Οι αρχιερείς των beatniks ήταν ταλαντούχοι ποιητές και συγγραφείς. Δεν ήταν κάποιοι δήθεν, κάποιοι αρλούμπες. Τι θέλω να πω. Κάποιος είναι αυτό που είναι, ό,τι είναι αυτό, όμως όχι και καλλιτέχνης. Η, είναι ψευτοκαλλιτέχνης. Ένας ψευτοδιανοούμενος. Οπότε το άτομο δεν είναι σε θέση να λειτουργήσει επικοινωνιακά, να σου πει τι είναι αυτό που είναι. Τι είναι αυτό που πρεσβεύει υπαρξιακά και φιλοσοφικά.

Υπάρχουν σπάνιοι άνθρωποι στη ζωή που δεν τους έγραψε ποτέ η Ιστορία. Που δεν τους έμαθε ποτέ ο κόσμος. Γιατί; Είπαμε. Επειδή οι άνθρωποι δεν ήταν καλλιτέχνες. Ούτε λογοτέχνες. Επειδή, ακόμα, δεν γούσταραν να βγουν να μας πουν ποιοι είναι, τι είναι αυτό που κατά τη γνώμη τους αξίζει στη ζωή. Αυτό που έχει αληθινό νόημα.

Ακόμα κι όσοι τους συχαίνονταν, που δεν ήθελαν να τους ακούνε, τον Τζακ Κέρουακ και τον Ουϊλιαμ Μπάροουζ, δεν μπορούν να μην τους παραδεχόντουσαν ως πνευματικά, ως πολιτιστικά μεγέθη. Κάτι είπαν οι άνθρωποι, σου λένε. Άλλο αν αυτό που είπαν δεν μας εκφράζει. Δεν το υιοθετούμε.

Δεν υπάρχει τερατογένεση. Αποδυτηριάκιας μιλάει. Ούτε θεογένεση. Δηλαδή; Ό,τι υπάρχει είναι προϊόν μιας προηγούμενης κατάστασης. Δηλαδή; Ό,τι γεννιέται καινούργιο οφείλεται στο προηγούμενο. Τι είναι αυτό που γέννησε το αμερικάνικο όνειρο; Και τι είναι εκείνο που γέννησε το κίνημα των μπήτνικς;

Από τη δεκαετία του ’60 ξεκίνησαν οι ορδές των χίπυς να καταφθάνουν στο Νεπάλ της Ινδίας. Όχι μόνον από την Αμερική, αλλά και από την Ευρώπη. Όσοι είχαν διαβάσει Κέρουακ έγραφαν στα παπάρια τους τη μέχρι τότε ζωή τους, εγκατέλειπαν τα πάντα και πήγαιναν στη θρυλική Κατμαντού, όπου η ζωή ήταν πάμφθηνη, κα το χασίσι βέβαια. Οι χίπυς. Με την κιθάρα στην πλάτη και ένα λουλούδι στο στόμα. Ποια καριέρα και ποιο αμερικάνικο όνειρο; Η ζωή δεν είναι στο εργοστάσιο, στην εταιρεία, στο γραφείο, στο γάμο και την οικογένεια όπως την αντιλαμβάνεται ο χρεωκοπημένος δυτικός τρόπος ζωής.

Οι μπήτνικς έφεραν τους χίπυς και μετά ήρθε η σειρά των παιδιών του Μάη του 1968.

Επιστροφή στον Jack Kerouac. Αυτόν που επηρέασε μια ολόκληρη γενιά. Και έκανε άλλους ανήσυχους νέους της εποχής τους να σπάσουν το κέλυφος του αυγού τους.

Ο Ζαν Λουί Λαμπρί ντε Κέρουακ γεννήθηκε από Γαλλοκαναδούς γονείς το 1922 στη Μασαχουσέτη και δυο πράγματα αντιλήφθηκε με το που κατάλαβε τον εαυτό του. Από τη μια γούσταρε πολύ τις φιλίες, τις παρέες με άνδρες, και από την άλλη να πηδάει όσο το δυνατό περισσότερα κορίτσια. Δεν θα έπρεπε να έχει κανένα παράπονο, διότι και οι φιλίες με τους άνδρες του έδωσαν πολλά, όχι μόνον την υπέρτατη χαρά της παρέας, της συντροφιάς και των καταχρήσεων, και διότι πήδηξε αμέτρητες κοπέλλες. Κι όμως, τον βάρεσε η κατάθλιψη και ένοιωθε μοναξιά αβάστακτη.

Καταραμένος ήρωας αλλά και χρήστης οτιδήποτε χαρακτηρίζεται άντεργκραουντ ο Τζακ Κέρουακ. Εξελίχθηκε σε φιρμάρα και το πρόσωπο συζήτησης στα πάρτυ που τον καλούσαν συνεχώς. Αυτός, όμως, ίσως ήθελε να απομακρυνθεί από τις ευαισθησίες του και τον αθεράπευτο ρομαντισμό του, όχι και από τη σεξομανία του, τα ενδιαφέροντά του στο μπαίηζ μπωλ και το σόφτμπωλ, τον αλκοολισμό και τα ναρκωτικά. Πέθανε το 1969, στα 47 του, από κίρρωση του ύπατος, λόγω ποτού. Όχι, θα γλύτωνε την διάτρηση του στομάχου, όταν δεν ήθελε ούτε στιγμή να μην είναι μεθυσμένος.

Κραιπαλιστής. Δίχως φραγμό. Μέχρι που πήρε τα βουνά να βρει το νόημα της ζωής. Την αλήθεια που δεν υπάρχει. Ένας αλήτης, ένας ταραγμένος συγγραφέας που μπέρδευε τον βουδισμό με τις καταχρήσεις. Τη Βουδιστική Σχολή Ποιητικής Τζακ Κέρουακ ίδρυσαν ο Αλαιν Γκινσμπεργκ με την συνειδητοποιημένη μπήτνικ, σήμερα 65χρονη αναγνωρισμένη ποιήτρια Αν Ουώλντμαν, που είχε ταξιδέψει σ’ όλο τον κόσμο και δίδασκε τα περί beat.

Δεν ξεχνάμε τη τζαζ. Σημαντική θέση έχει στη προσωπική ζωή του Τζακ Κέρουακ και του Ουϊλιαμ Μπάροουζ. «Θα ευχόμουν να ήμουν ένας νέγρος τζαζίστας…» λέει ο Κέρουακ. Φοβερά πράγματα. «Ναι, θα ’θελα να ήμουν νέγρος, έστω Μεξικάνος, ένας Γιαπωνέζος…». Φοβερά πράγματα. Το λέει και το εννοεί. Λαχταρούσε να μεταμορφωνόταν σε νέγρο και να περιπλανιότανε στους σκοτεινούς, τους θορυβώδεις δρόμους της νύχτας, αρκεί να μην ήταν πια ο χλωμός δυστυχής λευκός εαυτός του μέσα στη δυστυχία του…

Ποιο αμερικάνικο όνειρο; «Η παρανομία προσδίδει αυθεντικότητα στη ζωή». Τι λέει ο άνθρωπος! Μια αλήθεια λέει. Που απαγορεύεται να φωτιστεί. Κι όμως, η φύση του ανθρώπου είναι η παρανομία, που στην ουσία έχει φορέσει το κοστούμι της νομιμότητας, όπως την έχουν σιδερώσει οι κοινωνίες, σχολιάζει ο αποδυτηριάκιας. Και το άλλο του Κέρουακ; «Οι εγκληματίες είναι υπαρξιακοί ήρωες».

Στα 20 χρόνια του, ναύτης, έγραψε το The sea is my brother. Η θάλασσα είναι αδέλφι μου. Γιατί στην αγκαλιά της θάλασσας βρίσκεις γαλήνη και μαζί της νοιώθεις μια μοναχική αγάπη, παράξενη. Όσο πλησιάζεις τη ζωή του Τζακ Κέρουακ τόσο θυμάσαι περισσότερο τον Γιώργο Παρασκευά. Έλεγε ο γκουρού Θα φύγω, θα πάω να κάνω παρέα μόνο με μερμύγκια, κάπου μακρυά, σ’ ένα βουνό. Άλλοτε, ο Κύπριος γκουρού έγραφε για την κατανόηση που έβρισκε σε μια γριά πουτάνα στην Ινδία. Φοβερά πράγματα. Και ο Κέρουακ ψοφούσε για απομόνωση και τράβηξε σ’ ένα βουνό, κι’ όταν τον ρώτησαν γιατί την κοπάνησε για ένα διάστημα στο Μεξικό είπε Επειδή έχει φτηνή στέγη και πιτσιρίκες πουτάνες.

Γνωστό αυτό, αλλά το λέμε διότι δεν μπορούμε να το αφήσουμε απ’ έξω. Έγραψε τις 120.000 λέξεις του On The Road, του μυθιστορήματος που αποτελεί τη βίβλο των beatniks, σ’ ένα χειρόγραφο. Σε μια κόλλα χαρτί 36,5 μέτρων, για να μη διακόπτει την παραληρηματική του σκέψη με το να αλλάζει σελίδα στη γραφομηχανή. Κι αυτό το σεντονοειδές «χειρόγραφο», όπως κι άλλα προσωπικά αντικείμενα του αρχιμπήτνικ, μεταφέρονται σε κάθε πόλη που στήνεται φεστιβάλ και εκδηλώσεις μνήμης για πάρτη του. Και ο αποδυτηριάκιας, άλλωστε, με αφορμή τα 41 χρόνια από το θάνατό του, στις 21 Οκτωβρίου 1969, στήνει και δεύτερο σερί σεντόνι σήμερα.

Οι Μπήτλς, ο Μπόμπ Ντύλαν, ο Τζιμ Μόρισον ήρθαν μετά το On The Road. Και, βέβαια, το μυθιστόρημα έχει περάσει στη μουσική τους σκέψη. Πρώτος ο Τζακ Κέρουακ, ο πιο διαβασμένος συγγραφέας των beat, ανακάλυψε το ζεν και το βουδισμό, καλά για τα ναρκωτικά, δεν το συζητάμε για την πρωτιά. Δεν γίνεται διαφορετικά. Όλη την ημέρα κάργα στη μαστούρα ήταν οι Beatles, όπως και ο Κέρουακ, και όλοι της παρέας του.

«Μου ανήκει όλος ο κόσμος, επειδή είμαι φτωχός». Αυτή είναι η απάντησή του στο αμερικάνικο όνειρο. Ο αποδυτηριάκιας πιάνει τούτη την κουβέντα του πατριάρχη των μπήτνικς και των χίπυς και της δίνει διάσταση μούντζας στο αμερικάνικο όνειρο. Να διευκρινίσω κάτι επειδή, και σωστά, βάζω χύμα στην κατσαρόλα τους beatniks και τους hippys. Ο ποιητής δεν τους γούσταρε τους χίπυ. Τους έβλεπε ως γραφικούς. Πώς δεν έχουν σχέση μ’ αυτόν.

Κλείνω με το μικρόφωνο στο στόμα και στο μυαλό του Jack Kerouac: «Οι μεγάλες ιδέες είναι κομφορμιστικές και προέρχονται από μια υλιστική και βάρβαρη κοινωνία…». Κι όμως, το παλληκάρι λέει την αλήθεια. Όπως, για παράδειγμα, ο καπιταλισμός απευθύνεται στους λαούς, στις ανοικτές κοινωνίες κι όχι στο περιθώριο, έτσι και η αντίπαλη ιδεολογία, ο κομουνισμός, γίνεται κομφορμιστικός και σου βγάζει μια υλιστική αγωνία.
Και το τελευταίο του: «Το κενό και το άψυχο είναι το καλύτερο που μπορεί να σου προσφέρει ο «κόσμος». Ο ποιητής δεν βρίσκει καμία έκσταση στην κοσμική φήμη, ούτε στα πλούτη, ούτε καν στην επιδοκιμασία των κριτικών. Το δάφνινο στεφάνι φοριέται μόνο τη στιγμή της συγγραφής».

Τελικά. Άντε να χαθείτε…, ατάκα που είχε λανσάρει κάποτε ο αποδυτηριάκιας. Με την πολιτική και κοινωνική του στάση απέναντι στο αμερικάνικο και το κάθε αντιαμερικάνικο όνειρο, ο Τζακ Κέρουακ μας είπε Άντε να χαθείτε.

Διαβάστε ακόμα:

Ο ΤΖΑΚ ΤΗΣ... ΑΛΛΗΣ ΑΜΕΡΙΚΗΣ