ΟΙ ΘΕΟΙ ΠΑΙΖΟΥΝ ΠΡΕΦΑ ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΑ ΣΥΝΝΕΦΑ

 

Το τραγούδι της πουτάνας ή αλλοιώς το τροπάριο της Κασσιανής παίζεται κάθε Μεγάλη Τρίτη στις εκκλησίες. ''Κύριε, η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή...''. Η γυναίκα με την έντονη ζωή που έγινε ύψιστος εκκλησιαστικός ύμνος.

Είμαι ο σούπερ ξερόλας; Πέθανα επτά φορές και αναστήθηκα άλλες ένδεκα; Μήπως έχω τρελαθεί στις μετεμψυχώσεις και δεν το ξέρω, επειδή όπως λένε κάποιοι πιο σοφοί από μένα, τις μαλακίες του ο καθένας τις κουβαλάει στο χαρακτήρα του και σ’ όλες του τις ζωές.
Άντε πάλι Πάσχα. Και κάθε χρόνο η ίδια δουλειά. Δεν βαριούνται. Και γιατί να βαριούνται το Πάσχα και τα Χριστούγεννα, τις 25ες Μαρτίου και τις 28ες Οκτωβρίου κι όλες τις γιορτές, θρησκευτικές και εθνικές; Όλες αυτές τις ημέρες πέφτει λούφα. Έτσι και δεν υπήρχε αργία, θα σου έλεγα εγώ τι χριστοπαναγίες θα έριχναν και πόσα καντήλια θα έπεφταν. Και η καλύτερή τους θα ήταν να υπήρχαν και ποδοσφαιρικές γιορτές και κομματικές επέτειοι να γιορτάζονται. Θα γίνει κι αυτό. Στο μέλλον. Έχει ο Θεός, που λένε. Θα μπουν στο καλεντάρι κι άλλα κόλπα, νέες εφευρέσεις να κάνουν πιο εύκολη τη ζωή και να τη νοστιμίζουν.

Βέβαια, όταν ξεκίνησαν το Πάσχα και οι γιορτές αποστόλων, αγίων, οσίων, μαρτύρων, η ζωή ήταν και δύσκολη και ανιαρή και ο κοσμάκης είχε ανάγκη να ξεφύγει από τη μονοτονία. Μιλάμε για τρεις και πέντε χιλιάδες χρόνια πριν, διότι Πάσχα και Χριστούγεννα κι άλλα τέτοια σχετικά υπήρχαν πάντα, μ’ άλλους θεούς κι άλλες θεούσες.

Σωρός οι θεοί στο νεκροταφείο τους. Τι νομίζετε; Μόνο νεκροταφείο αυτοκινήτων υπάρχουν; Για παλιοσίδερα έχουν πάει αμέτρητοι θεοί που λατρεύτηκαν στο παρελθόν. Και μιλάμε για θεούς σοβαρούς, άσχετο αν ο αποδυτηριάκιας τους έχει γραμμένους. Όπως γραμμένους έχει και τους θεούς του μέλλοντος, αυτούς που οι άνθρωποι θα φτιάξουν στο μέλλον, αν τους προλάβει το μέλλον.

Όλους αυτούς τους θεούς του παρελθόντος κι αυτούς που θα στείλει το μέλλον τούς θεωρώ ελάχιστους μπροστά στο γίγαντα τον άνθρωπο. Θεοί απατεώνες και ψεύτες είναι. Έλα, μωρέ. Πάνε και κρύβονται πίσω από τα σύννεφα, παίζουν πρέφα, μπορεί και μπαρμπούτι, και τη βγάζουν διαβάζοντας αποδυτηριάκια και πίνοντας το καφεδάκι τους. Στα σημαντικά και σοβαρά θέματα του ανθρώπου δεν τον βοηθάνε καθόλου.

Λέγαμε για το Πάσχα, όμως. Εγώ το βαριέμαι. Δεν τη βρίσκω. Γενικά όλες οι γιορτές μου τη σπάνε. Καλύτερα βάλε με να ρίξω μπετά σε οικοδομή, παρά να πάω στην εκκλησία. Το κάρμα μου με κρατάει μακριά απ’ όλο το σετ, Μεγάλη Εβδομάδα, Σταύρωση, Επιτάφιος, Ανάσταση και τη σφαγή – ποια σιωπή – των αμνών.

Καμιά μουσική ροκ δεν μπορεί να συγκριθεί με τα εγκώμια στον Επιτάφιο Θρήνο. Όλο το χρόνο ακούω τη βυζαντινή ποιητική δύναμη του υμνογράφου. «Αι Γενεαί Πάσαι – Ύμνον τη Ταφή σου – Προσφέρουσι, Χριστέ μου…». Καμένο σίδερο που σε χαρακώνει ο μουσικός συγκλονισμός. «Η Ζωή εν Τάφω – Κατετέθης, Χριστέ – και Αγγέλων Στρατοί – Εξεπλήττοντο…». Δεν περιμένω τις αγίες, όπως λένε, και σίγουρα αργίες μέρες του Πάσχα για να ευφρανθώ τη συμπαντική μουσική του θείου δράματος.

Φοβερό και το τροπάριο της Κασσιανής, τη Μεγάλη Τρίτη. «Κύριε, η εν Πολλαίς Αμαρτίαις Περιπεσούσα Γυνή…». Το τραγούδι της πουτάνας είναι αυτό στην πραγματικότητα, της γυναίκας με την έντονη ζωή κι έγινε ένας ύψιστος εκκλησιαστικός ύμνος. Ολόκληρο αποδυτηριάκια σηκώνει η περίπτωση της Κασσιανής. Γκομενάρα η κυρία, έψαχνε να την βρει και, όταν παντρεύτηκε μ’ άλλην ο αυτοκράτωρ, η μαντάμ σαλτάρισε, και κλείστηκε σε μοναστήρι. Παντρεύτηκε τον Χριστό, το ‘φαγε το μανούλι η εκκλησία.

Έτσι που λες. Καλά κι άγια τα Πάσχα και τα Χριστούγεννα, του Χριστού κι όλων των άλλων θρησκευτικών ηρώων που εμφανίστηκαν ότι γεννήθηκαν από γυναίκα παρθένα κι αναστήθηκαν, όμως εμένα τον αποδυτηριάκια δεν με συγκινούν. Όπως δεν θα κοροϊδέψω, δεν θα ειρωνευτώ και δεν θα χυδαιολογήσω επειδή κάποιοι παρηγορούν την ψυχούλα τους με τη θρησκεία, την οποιαδήποτε θρησκεία, έτσι και δεν θα σκύψω και θα βαράω το κεφάλι στο προσκύνημα.

Έχω κι εγώ τις απόψεις επί του θέματος. Δεν θα τις πω, κι όχι διότι μπορεί να τις θεωρήσεις μαλακίες. Πώς θα γίνει. Στο θέμα θρησκεία ό,τι θέλεις ακούς. Καθένας λέει τη δική του κατεβασιά. Από τον πάπα της Ρώμης μέχρι τον τελευταίο ξεφτύλα καλόγερο. Θυμάμαι μόνο όταν ήμουν πιτσιρικάς στο σχολείο είπα στον δάσκαλό ότι ''Εγώ πιστεύω μόνο στον άγιο Τρύφωνα...''. Παραφρόνησε ο δάσκαλος. ''Μάλιστα, κύριε. Δεν πιστεύω ούτε στην Παναγία, ούτε στον Χριστό, ούτε στο Άγιο Πνεύμα. Μόνο στον άγιο Τρύφωνα''. «Και γιατί;» απόρησε ο δάσκαλο. «Μ’ αρέσει το όνομα Τρύφων» τον ξέρανα.

Και καμιά φορά σκεπτόμουν. Λες να υπάρχει μόνο ο Τρύφων και να δικαιωθώ εγώ ο μοναδικός τρυφωνιστής; Πού θα πάει, θα το δούμε το έργο στα σίγουρα. Όταν πεθάνουμε, όταν θα πάμε εκεί που θα πάμε, εκεί που δεν ξέρουμε που είναι και τι θα δούμε, εκεί που πιθανό όλοι να καταλάβουμε περί τίνος ακριβώς πρόκειται. Θα είναι ένα σινεμά χωρίς έξοδο. Μόνο είσοδος υπάρχει και δεν κόβεις εισιτήριο. Ένα σινεμά που παίζει ίδιο έργο χιλιάδες αιώνες τώρα.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ το 1996 στο περιοδικό MAX.