ΕΥΝΟΥΧΙΣΑΝ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

 

Φοβερά πράγματα. Έτσι είναι. Όταν μαστουρώνομαι άνευ ναρκωτικής ουσίας πριν ξεκινήσω να ξετυλίξω το σεντόνι της Κυριακής μία φράση ταιριάζει. Φοβερά πράγματα. Μου βγαίνουν να ξεράσω φοβερά πράγματα. Τι να κάνω; Δεν φταίω που τα γράφω. Φταίω; Είμαι ο μόνος που απέρριψα την τελετή έναρξης των ολυμπιακών αγώνων. Και εξήγησα γιατί. Διότι δεν μου μίλησε. Δεν μ’ ακούμπησε. Δεν ένοιωσα, δεν συγκινήθηκα. Αυτό είναι το μυστικό. Να περάσεις μήνυμα κι αυτό το πετυχαίνεις όταν καταφέρεις να επικοινωνήσεις με το κοινό, όταν το κερδίσεις διότι μίλησες στον κόσμο των συναισθημάτων του. Τι να το κάνω εγώ το θέαμα, ακόμα κι αν είναι έργο ''τέχνης'', όταν στηρίζεται στην υψηλή τεχνολογία κι είναι ένα πράμα ψυχρό, χωρίς ψυχή.

Σήμερα είναι η τελετή λήξης, το παρτ του, όχι η παρτούζα κάποιων με το ολυμπιακό πνεύμα, είναι η Νο 2 τελετή, κι εγώ θα ξεκινήσω το πρόγραμμά μου με την παγκοσμιοποίηση. Να προσδιορίσουμε την έννοια παγκοσμιοποίηση, παγκοσμιότητα, που τελευταία όλοι την συζητούν και ουδείς έχει πάρει πρέφα τι ακριβώς είναι. Πόρτα πόρτα θα σε πάω. Πώς λειτουργεί, πως την θέλουν αυτήν την παγκοσμιοποίηση, αυτή τη μπουλντόζα που τα ισοπεδώνει όλα. Όλα πρέπει να 'ναι όμοια. Και ο χειρώτερος εχθρός της παγκοσμιοποίησης είναι η παράδοση, η διαφορετικότητα, οι εθνικοί πολιτισμοί, όλα αυτά πρέπει να σβήσουν. Να πεθάνουν. Και για να πραγματοποιηθεί η ισοπέδωση, η εξαφάνιση χρειάζονται εργαλεία.

Μόνον έτσι γυρίζουμε σελίδα εμείς οι πονηροί, οι λάτρεις της παγκοσμιοποίησης. Κι εμείς που θέλουμε να γυρίσει ο ήλιος δεν ανήκουμε στο χώρο των γενναίων, των αποφασισμένων, ούτε στο χώρο των ανδρών. Ο κόσμος αυτός, ο κόσμος του άνδρα, όπως έλεγε ο Ταχτσής, είναι άλλο πράμα, κι εμείς όταν κάνουμε έρωτα πρέπει να βρίσκουμε κατάλληλο εργαλείο. Πάντα όταν κάνουμε έρωτα εμείς γαμάμε κι εμείς γαμιόμαστε, απλά το εργαλείο μπαινοβγαίνει. Πρέπει, όμως, το εργαλείο να είναι σκληρό, μεγάλο και υπομονετικό.

Εργαλεία τα αρσενικά για όλους εμάς τους ανδρόγυνους. Εργαλεία. Γι’ αυτό και στα αρσενικά κρεμάνε το χαρακτήρα του ουδέτερου, το εργαλείο, όχι ο εργαλείος, ο αργαλιός. Λες και δεν μετράνε ως οντότητα τα αρσενικά, είναι μόνον χρησιμοποιήσιμα. Όντως, για το παγκόσμιο αδελφάτο η έννοια αρσενικό ταυτίζεται με την απαξιωτική έννοια του εργαλείου. Η παγκοσμιοποίηση για να περπατήσει δεν χρειάζεται εργαλεία. Χρειάζεται τον ανδρόγυνο. Τα εργαλεία είναι ενοχλητικά. Αναιδή. Ανόητα, έχουν άποψη, και απίστευτα δύσκαμπτα. Ενώ ο ανδρόγυνος είναι έτοιμος για όλα.

Ο ανδρόγυνος είναι η ολοκληρωτική μορφή του ομοφυλόφιλου. Είναι ο ομοφυλόφιλος που γίνεται παθητικός και εργαλείο. Το προσδιορίζει ο Ισοκράτης προτείνοντας στις πολιτείες να αποφεύγουν με ποινή θανάτου να δίνουν οποιοδήποτε δημόσιο αξίωμα στον ανδρόγυνο. Έλεγε ότι αυτού του είδους τα άτομα δεν έχουν ούτε τόπο, ούτε πατρίδα, έχουν διαρκή διάσταση με την Ιστορία και την παράδοση. Τους ενοχλεί αβάστακτα κάθε τι που έχει σχέση με το Χθες. Γι’ αυτό και ζητούν να το σβήσουν, όλα να ξεκινήσουν από το Σήμερα. Η απληστία, κύριο γνώρισμα του χαρακτήρα τους, τους καθιστά εξαιρετικά ευάλωτους. Και για τον εχθρό αποτελεί μεγάλο δώρο να έχει να αντιμετωπίσει πολιτικούς κύναιδους, πολιτικούς αντρόγυνους, κυβερνήτες τέτοιους.

Η προστασία, λοιπόν, της κάθε πολιτείας ξεκινάει από την απομόνωση του αντρόγυνου. Απαραίτητη ασφαλιστική δικλείδα για να μην αλωθεί η πόλη μας, ο πολιτισμός μας. Και η παγκοσμιοποίηση αυτό ακριβώς ζητάει, την άλωση πόλεων και των προϊόντων του πολιτισμού τους. Γι’ αυτό και απευθύνεται στο κατάλληλο αδελφάτο, διότι αυτοί μιλάνε και σκέπτονται με την ίδια διεθνή γλώσσα.

Παραξενεύονται κάποιοι αφελείς διότι τα κανάλια πλημμύρισαν από τριτοφυλικούς, πράγμα αδιανόητο πριν 20 χρόνια να βλέπεις τον κάθε τσούτσο, τον κάθε φίφη να σου παρουσιάζει μία εκπομπή, όχι ιδιαιτερότητος, αλλά και δελτία ειδήσεων και σώου και μέσα σ’ όλα τα σήριαλ έναν τέτοιον, όχι με την μορφή του περιθωρειακού, αλλά του πλέον αποδεκτού, του διαμορφώνοντας άποψη και θέση.

Τη δύναμη του αδελφάτου την εισπράξαμε σ’ όλο του το μεγαλείο στην τελετή έναρξης των αγώνων. Ποτέ άλλοτε και σε παγκόσμια κλίμακα δεν εισέπραξε τόσα εγκωμιαστικά σχόλια όσο αυτή η άνευ χρώματος, ουσίας, χαρακτήρα μεγαλόπρεπη τελετή. Ήταν μία καλοσερβιρισμένη μανιταρόσουπα που χαρακτηρίσθηκε λουκούλειο γεύμα και που δεν διακρίνεις ούτε το μεγάλο, ούτε το ωραίο, ούτε το αληθινό. Με εξαίρεση την θαυμάσια δουλειά στην ενδυματολογία και σκηνογραφία. Από εκεί και πέρα το όλο έργο υπηρετεί τη λογική του σούπερ λάϊτ, του απόλυτου ελαφρού. Διότι αυτή είναι και η φύση και η συμπεριφορά του ανδρόγυνου. Πουθενά έντονη πινελιά, κάτι συνταρακτικό. Πουθενά κάτι να σου περπατήσει μέσα σου, να το κρατήσεις, να κάνεις σκέψεις συνειρμικές.

Η μουσική; Δεν ακούστηκε ούτε ένα Λα από το πάνθεον των τεράστιων Ελλήνων δημιουργών που συνεκλόνισαν τον 20ο αιώνα. Από τους παγκόσμιους Σαμάρα, Σκαλκώτα, Μητρόπουλο, Βάρβογλη, Κωνσταντινίδη, Σακελλαρίδη, Λαυράγκα. Εκτός από τον ολυμπιακό ύμνο που και πάνω σ’ αυτόν, στον τρόπο που ακούστηκε αποτυπώνεις όλη την απαξία που αισθάνεται η πλειοψηφία αυτής της λάϊτ παράστασης και στον ύμνο και στους δημιουργούς του. Αυτό που ακούστηκε δεν ήταν ο ολυμπιακός ύμνος, ήταν σλόου μπλουζ. Σε καμία ολυμπιάδα δεν γνώρισε τέτοια περιφρόνηση αυτό το κορυφαίο παγκόσμιο μουσούργημα. Άσε την φάλτσα ορχήστρα τη ξεβιδωμένη, τη χορωδία τη νιαουριστή που περισσότερο θύμιζε παιδικό εμβατήριο.

Το υπόλοιπο; Από όλους του γίγαντες που προανέφερα οι οποίοι είχαν την ατυχία να γράψουν αρσενική μουσική επελέγησαν μελωδίες του εκλεκτού του αδελφάτου Μάνου Χατζηδάκη. Προσοχή σ’ ό,τι και όπως το γράφω. Λέω ότι ο Χατζηδάκης ήταν εκλεκτός του αδελφάτου, δεν λέω ότι ο μεγάλος αυτός συνθέτης ήταν μέλος απλό ή επίλεκτο του αδελφάτου. Κι όταν λέμε αδελφάτο σε παραπέμπω και στο κοινό, όχι απαραίτητα μόνον στους δημιουργούς, στους καλλιτέχνες.

Ο αποδυτηριάκιας είναι με τη μουσική που εξυμνεί τον Αγώνα, την υπέρτατη προσπάθεια, που εκφράζει έναν κόσμο συναισθημάτων, εκείνων που συνθέτουν το φρόνημα. Και εδώ δεν εμφιλοχωρεί πουθενά ούτε ίχνος ομοφυλοφιλίας. Δεν γίνεται. Να αγωνίζεσαι για κάτι υψηλό και να ‘σαι ομοφυλόφιλος. Μια στιγμή. Την ιδιαιτερότητά σου μπορείς να την κρατάς, όμως στον αγώνα σού βγαίνει ο άνδρας, το αρσενικό που κουβαλάς μέσα σου. Κι όταν μιλάμε για φρόνημα και ολυμπιακούς αγώνες δεν τραγουδάμε χάρτινο το φεγγαράκι ή κάλπικο το φεγγαράκι κι εκεί ψηλά στον Υμηττό. Αυτά δεν κολλάνε. Σε παρακαλώ. Κάθε κοπέλλα θέλει να ‘χει φίλο τον όμορφο Τέλη. Δεν κολλάνε αυτά. Ποτέ και πουθενά και με τίποτα. Μ’ άλλες καταστάσεις, ναι. Πιθανόν και μ’ άλλα συναισθήματα.

Το ίδιο και με την ιστορία του ντισκ τζόκεϋ. Μιλάμε για το απόλυτο γιουρούσι της ξεφτύλας. Ντίσκο την έκαναν την τελετή. Παγκοσμιοποίηση αυτή που θέλουν, όχι παγκοσμιοποίηση μέσα από την αλήθεια των ολυμπιακών αγώνων. Η είσοδος αυτών που επρόκειτο να υποστούν τη δοκιμασία των ολυμπιακών αγώνων περιγράφεται από τον Παυσανία. Και ξαφνικά χιλιάδες θεατών σωπαίνουν. Μία ένθεη απόλυτη σιγή επικρατεί και από παντού ακούγονται οι χάλκινοι παιάνες. Έρχεται η μεγάλη ώρα. Η είσοδος των αθλητών.

Στιβαροί, αγέρωχοι, με όμοιο βήμα προχωρούν στον ιερό χώρο της Ολυμπίας. Στα πρόσωπα τους ζωγραφίζεται ο παγκράτειος Ζευς. Χάλκινες οι μορφές τους. Και μ’ ένα αδιόρατο χαμόγελο αυτοπεποίθησης. Και κυριαρχεί η αίσθηση του φρονήματος. Όχι αυτή η μαλακία σήμερα όπου οι αθλητές μπαίνουν στο στάδιο, άλλος βγάζοντας φωτογραφίες, άλλος ακούγοντας σιντί, άλλος κάνοντας καμάκι στη γκόμενα δίπλα. Τι είναι αυτά, ρε;

Πολλές είναι οι πομπές, οι παρελάσεις, οι πορείες. Τούτη εδώ των αθλητών των ολυμπιακών αγώνων διαφέρει απ’ όλες τις άλλες. Τι έγινε στην Αθήνα του 2004; Ένα τσούρμο χαβαλέδων με κινητά τηλέφωνα, με τρανζίστορ, λες και έβλεπες μία παρεϊστικη τουριστική βόλτα στην Πλάκα ή στην προκυμαία της Μυκόνου. Κι αντί για παιάνες των οποίων η μουσική υποβάλλει και παράγει υψηλά συναισθήματα, βάλανε τον ντι-τζαίη και το κάνανε πρίβιλιτζ το στάδιο. Και απορώ πως να δέσει η κομπόστα σήμερα στην τελετή λήξης όταν θα απουσιάσουν οι παρόντες στην τελετή έναρξης Τσαλίκης και η Κοκκίνου.

Άσε το σούργελο με τη φλόγα. Κόμπος στο λαιμό όταν πήρε στα χέρια τη δάδα ο Γκάλης, και η συγκίνηση έγινε δάκρυ όταν έπιασε τη φλόγα ο δοξασμένος στρατηγός Δομάζος. Αυτό, όμως, κράτησε μόνον 150 μέτρα, διότι μετά σειρά είχε ο Ιωάννης Μελισσανίδης με τις χαρούλες και τις στροφές, τις πιρουέτες και έτσι φλόγα παρελήφθη και τρακατρούκα παρεδόθη.

Κι όταν ήρθε η στιγμή να ανάψει το βωμό ο Κακλαμανάκης ποια μελωδία επελέγη από το σύνολο του ποιοτικού όγκου που έχουν καταθέσει οι Έλληνες συνθέτες; Το μοιρολόϊ της πουτάνας. Το κλάμα της μαντάμ Ορτάνς, από τη ταινία Ζορμπάς ο Έλληνας. Φοβερά πράγματα. Από το τεράστιο έργο του Μίκη Θεοδωράκη διάλεξαν το μοιρολόϊ της γρηοπουτάνας, της γεροντοπουτάνας. Αυτό βρήκαν για να επενδύσουν την ιερώτερη στιγμή της ανθρωπότητος. Τη στιγμή που φωτίζεται ο πλανήτης από την αλήθεια της ελληνικής πρότασης.

Όχι, κύριε. Εκείνη την στιγμή δεν τον άναψαν τον βωμό, τον κατούρησαν, τον αφόδευσαν και ξέρασαν επάνω. Κι ήρθαν οι άλλοι και το χέσιμο στο βωμό το χαιρέτησαν σε κατάσταση πανδαισίας, σε κατάσταση θυμικής μέθης. Την καταβρήκαν όλοι οι εδώδιμοι αρουραίοι διότι εξαφανίστηκε επιμελέστατα κάθε τι που θα μπορούσε να υπενθυμίσει στον πλανήτη την παγκόσμια ελληνική πρόταση, που δεν ήταν ούτε οι ταυροκαθαψίες, ούτε το τάγμα των Κούρων, η πιο αδόκιμη έκφραση της αρχαίας ελληνικής γλυπτικής με την ιδιαιτερότητα βέβαια να εκφράζει, με την ακαμψία του το απόλυτο σεξουαλικό εργαλείο, το τέλειο απωθημένο του αδελφάτου.

Ούτε οι σάριζες με τους Μεγάλους Αλεξάνδρους, ούτε βέβαια η ανθελληνικότατη βυζαντινή περίοδος και αργότερα οι τσολιάδες και οι Κολοκοτρώνηδες, τίποτα απ’ όλα αυτά δεν έχουν να κάνουν με την υπόμνηση της παγκόσμιας ελληνικής πρότασης. Γι’ αυτό και απεκρύβησαν όλοι εκείνοι που διεμόρφωσαν το σημερινό πολιτισμό. Πουθενά η μορφή των αρχαίων τραγικών. Πουθενά οι μορφές του Κλεισθένη, του Σόλωνα, του Λυκούργου, των διαμορφωτών των παγκόσμιων πολιτευμάτων. Πουθενά οι μορφές του Αριστοτέλη, του Ηράκλειτου, του Σωκράτη, του Πλάτωνα, των πατέρων του ανθρώπινου πνεύματος. Πουθενά η στιγμή δράσεως του πατέρα της ιατρικής, του Ιπποκράτη. Ή του Δημόκριτου, του πατέρα της φυσικής επιστήμης.

Υπήρχε και μία άλλη σκέψη, μία άλλη πρόταση για την τελετή από τον μεγάλο Παπαθανασίου, τον δημιουργό της ανεπανάληπτης έναρξης στο παγκόσμιο στίβου το 1997. Θέλω να προβάλλω την αθάνατη ελληνική πρόταση, είπε ο Βαγγέλης, και δεν θέλω μία. Και μόνον ότι τους μίλησε πώς η δική του πρόταση θα ξεκίναγε από τον απόλυτο γεωμετρισμό του ελληνικού χώρου, τον οποίο θα αποτύπωνε με λέϊζερ στον ουρανό και θα προέβαλλε όλη τη ιερή γεωμετρία της Ελλάδος, η δουλειά δεν μπορούσε να είχε συνέχεια.

Κάθε πόλη και κάθε ιερό σχηματίζει μεταξύ τους ισόπλευρα ή ισοσκελή τρίγωνα. Δελφοί – Ολυμπία – Δωδώνη. Αθήνα – Δελφοί – Σπάρτη, άλλο τρίγωνο ισοσκελές. Χαλκίδα – Θήβα – Ελευσίνα, άλλο αυτό. Κνωσσός – Σμύρνη – Ιολκός, άλλο γιγαντιαίο τρίγωνο. Και επιμέρους τα ιερά, δηλαδή Παρθενώνας, Αφαία, ναός του Ποσειδώνα στο Σούνιο, τρίγωνο. Παρθενώνας, μνημείο Φιλοπάπου, Στήλες Ολυμπίου Διός, άλλο ισόπλευρο τρίγωνο. Και βλέπεις έναν πλανήτη, μία χώρα που ο πολιτισμός της αποτυπώνεται ακόμα και στην απόσταση τη γεωμετρική των πόλεων και των ιερών της. Κι αυτή η εικόνα μένει για πάντα στην καρδιά του κατοίκου του πλανήτη. Διότι καταλαβαίνει ότι έχει να κάνει με την ιερή γη των Ελλήνων.

Περιελάμβανε κι άλλα σημαντικά η πρόταση Παπαθανασίου που ούτε καν συζητήθηκε.

ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ Αύγουστο 2004

 

Διαβάστε ακόμα:

Η ΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ Η ΧΥΔΑΙΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΟΡΝΟΓΡΑΦΙΑΣ