ΜΟΝΟΣ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΟΛΩΝ Ο ΜΠΟΥΚ ΚΑΙ ΑΧΑΣΤΟΣ

 

Μπαίνει στο μπουκάδικο ο πρώτος πελάτης. Τον ξέρω τον κύριο, είναι οπαδός του ΟΦΗ. Ποντάρει 40 ευρώ στη νίκη της ομάδας του, ότι στο ματς θα βγει «2».

Μετά από λίγο εμφανίζεται ο τρελαμένος του Εργοτέλη, που βλέπει άσσο άσπαστο, μου δίνει κι αυτός 40 ευρώ, για να πάρει κι αυτός τα εκατό. Το τοπικό ντέρμπυ παιζόταν, λέμε τώρα, με διόμισυ απόδοση και στα τρία αποτελέσματα. Ποντάρεις ένα ευρώ, σου δίνω με το κέρδος σου διόμισυ.

Έρχεται κι ένας τρίτος, πιο πονηρός από τους δυο προηγούμενους, γάβρος αυτός, πιθανόν και βάζελος, και με πληρώνει άλλα 40 ευρώ για το «Χ», στο ματς Εργοτέλης – ΟΦΗ.

Την ημέρα του αγώνα κλείνω το μαγαζί και πάω στο γήπεδο να απολαύσω το ματς χωρίς να μου καίγεται καρφί όποιο αποτέλεσμα κι αν κάτσει. Ούτε τι θα κάνει το κοράκι. Γιατί; Σου λέω ότι είμαι κερδισμένος πριν ξεκινήσει καν το παιχνίδι.

Έχω στο παντελόνι 120 ευρώ, 40 από τον καθένα για τα τρία σημεία. Και ο άσσος, και το «Χ», και το «διπλό» πληρώνουν διόμισυ φορές τη μίζα, οπότε από τα 120 θα δώσω στον έναν τα εκατό. Επειδή στη μπάλα μόνον ένα είναι το τελικό αποτέλεσμα, άρα μόνον ένας πελάτης θα πληρωθεί.

Μάζεψα 120, πλήρωσα 100, μου έμεινε κέρδος 20 ευρώ. Στη γλώσσα του μπουκ έπαιξα 120 τοις εκατό, δηλαδή 20% γκανιότα.

Άρα, στον τζόγο δεν παίζεις φίφτυ – φίφτυ με τον «αντίπαλο», δηλαδή τον στοιχηματατζή. Αυτό ισχύει για όλους τους τζογαδόρους. Άρα, ο μπουκ είναι ένας εναντίον όλων, και άχαστος. Χαίρετε.

Διαβάστε ακόμα:

ΟΠΩΣ ΤΑ ΘΗΡΙΑ ΤΗΣ ΖΟΥΓΚΛΑΣ