ΤΑ ΟΥΙΣΚΙΑ ΚΑΙ ΟΙ ΠΟΡΝΕΣ ΤΗΣ ΑΣΩΤΙΑΣ
Τον πρωτοείδα με τη μπάλα στα πόδια και τη φανέλα της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ να έχει ξεκινήσει από πολύ πλάγια θέση και να ξεπερνάει έναν αντίπαλο, και δεύτερο και τρίτο... «Κάποιο λάθος έχει γίνει...» σκέφθηκα, «... αυτός δεν μπορεί να είναι Άγγλος ποδοσφαιριστής».
Δεν το είχα ξαναδεί αυτό σε αγγλικά γήπεδα, τότε, αρχές δεκαετίας '70, που από την τηλεόραση γνωρίσαμε, ήρθαμε σ' επαφή με το πρωτάθλημα στο νησί. Βορειοϊρλανδός, αυτό το χίπυκο πράμα, μακρυμάλλης, ένας σκέτος Beatle, με πρόσωπο κινηματογραφικό και πόδια μπαλαρίνας.Ένας χορευτής του ποδοσφαίρου.
Αυτός ήταν ο Τζωρτζ Μπεστ, πραγματικά το «κάτι άλλο», το ξεχωριστό, η μεγάλη αδυναμία του Μαραντόνα. Ο θρυλικός ποδοσφαιριστής που τον συνέκριναν με τον Πελέ και τον Μαραντόνα. Η καριέρα του, όμως, στα γήπεδα και η ίδια η ζωή του ορίστηκε από το αλκοόλ.
Θυμόμαστε σήμερα, ημέρα του θανάτου του 25 Νοεμβρίου, το το 2005, τον αρτίστα ποδοσφαιριστή Τζωρτζ Μπεστ και το μήνυμα που μας στέλνει από τον τάφο του. «Στη ζωή μου δεν ήμουνα εγώ, ήταν το ποτό που μ' είχε βάλει κάτω...».
Σταμάτησε τη μπάλα στα 27 του, τότε που τον διώξανε από την Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και ο ρεμαλισμός, μια ζωή μεθυσμένος, τον έστειλε στη ξεφτύλα. Πότης και μουνάκιας ασυγκράτητος, δίχως όρια. Ξενύχτια. Αν ήθελες να τον συναντήσεις, τον έβρισκες σε κάποια παμπ να πίνει. Να ξενυχτάει με τις γκόμενες. Από το κρεβάτι του πέρασαν μοντέλα, τραγουδίστριες, ηθοποιοί. (Στη φώτο, το 1977 με κουνελάκια του playboy στο ξενοδοχείο Γκρόζβενορ Χάους).
Μετά το «τέλος» του από την Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ έγινε περιοδεύων θίασος, έπαιξε ποδόσφαιρο υποτίθεται στις ΗΠΑ, στην Αυστραλία, στη Νότιο Αφρική, στο Χονγκ Κονγκ. Έκλεινε συμφωνία με ομάδες στις οποίες δεν εμφανιζόταν ή έπαιζε μονάχα ένα-δυο ματς. Τον Οκτώβριο του 2003, πούλησε το κύπελλο του καλύτερου ποδοσφαιριστή, το 1968, για να αγοράσει σπίτι στην Κέρκυρα.
Ποτέ ο κόσμος δεν τον ξέχασε. Τον «Πέμπτο Μπητλ». Το αγγλικό ποδόσφαιρο πένθησε στο θάνατό του. Την ημέρα της κηδείας του φίλοι των «Μπέμπηδων» σήκωσαν πανό: «Maradona good, Pele better, George Best».
Διαβάστε ακόμα: