ΚΑΤΙ ΛΕΙΠΕΙ ΑΠΟ ΤΟ ΠΑΚΕΤΟ ΤΣΙΤΣΙΠΑ

 
γράφει ο Φωστήρας
 
Ο αποκλεισμός του Τσιτσιπά στον 4ο γύρο του Roland Gaross από κάποιον Ρούνε (ή Ρουν ή Ρουνέ, θα σας γελάσω), με στενοχώρησε πολύ αλλά δεν μου προξένησε έκπληξη.  Πάει καιρός πια που είμαι σίγουρος ότι το κάποτε παιδί-θαύμα του ελληνικού τένις δεν πρόκειται ποτέ να σηκώσει Grand Slam. Και το πρόβλημα δεν είναι στην τεχνική ή την φυσική του κατάσταση. Το πρόβλημα είναι ότι σε τέτοιο υψηλό επίπεδο, όπου έχουν τελειώσει πλέον οι δικαιολογίες και τα άλλοθι, σε κάνει κερδίζει ένας τυχάρπαστος που το κύριο του χαρακτηριστικό είναι ότι φοράει το καπελάκι του ανάποδα στον μεσημεριάτικο παριζιάνικο ήλιο.

Τώρα θα μου πείτε, αυτό σε πείραξε ρε φίλε; Θα απαντήσω βεβαίως ναι, διότι εσείς πόσους άλλους ξέρετε, ή θυμάστε με τέτοια σαχλαμάρα στο κεφάλι τους σε επαγγελματικό τουρνουά τένις; Τι ATP rankink είχαν;  

Όταν, λοιπόν, στο 3ο και στο 4ο σετ του αγώνα χάνεις την αυτοσυγκέντρωση σου και δεν μπορείς να περάσεις μπαλιά απέναντι σε έναν τέτοιον αντίπαλο, το πρόβλημα είναι μεγάλο. Και εξηγούμαι:

Το βράδυ που σήκωσε ο Τσιτσιπάς το πρώτο του ΑΤΡ τίτλο (πάνε τέσσερα χρόνια από τότε), ήταν κατακαλόκαιρο και έπινα παγωμένη Warsteiner στην παραλία της Κορώνης. (Προσοχή: παγωμένη η μπύρα – ΠΟΤΕ το ποτήρι). Με είχε συναρπάσει το στυλ του, το reach του, τα γρήγορα και ελαφριά πόδια του παρά το ύψος του, η ΤΕΧΝΙΚΗ του. Ιδίως τα αβίαστα χτυπήματα στο back hand με το ΕΝΑ χέρι! Το σημειώνω αυτό, διότι το back hand top spin με το ένα χέρι είναι εξαιρετικά δύσκολη και σπάνια τεχνική σε τενίστα. Εννιά στα δέκα παιδιά μαθαίνουν πια το back hand με τα δύο χέρια.

Μου θύμισε Gustavo Κuerten, εκείνον τον Βραζιλιάνο παιχταρά,  που με το απίθανο back hand του μπορούσε να ανοίξει το γήπεδο του αντιπάλου στα διπλάσια πλάτη και να τον τρέχει από την μία άκρη στην άλλη, σαν συγκρουόμενο σε λούνα παρκ.

Κομψότητα, άνεση και χάρη και στυλ κλασσικό, υψηλού επιπέδου. Ιδίως στο back – hand πλησίαζε την αρμονία στις κινήσεις, τολμώ να πω, του μέγιστου Federer.

Από τότε ο Τσιτσιπάς ανέβαινε συνεχώς έχοντας βάλει πλώρη για την πρώτη δεκάδα (από μόνο του ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΆ δύσκολο εγχείρημα και επίτευγμα). Είχε όλο το πακέτο. Και κάποια στιγμή έφτασε. Και απέμεναν τα τελευταία μέτρα της διαδρομής για την ΚΟΡΥΦΗ. Εκεί, όμως, αρχίσανε τα δύσκολα. Διότι από το πακέτο, κάτι έλειπε.

Θα το πω όσο πιο απλά μπορώ: Στο Roland Gaross η άμμος δεν είναι στρωμένη εκεί από κάποια χωματερή του Παρισιού. Είναι φερμένη απευθείας από το ρωμαϊκό Κολοσσαίο. Και η ρακέτα δεν είναι ένα ακόμα «εργαλείο» της δουλειάς σου, ή - το αφόρητο κοινότυπο - «προέκταση» του χεριού σου. Είναι ΟΠΛΟ. Όλοι οι μεγάλοι πρωταθλητές που πάτησαν το πόδι τους σε αυτό το γήπεδο στο παρελθόν μπήκαν αποφασισμένοι να σκοτώσουν τον αντίπαλο με όπλο τη ρακέτα τους. Ή να σκοτωθούν. Όπως ο Ναδάλ. Ή ο νέος Ισπανός κονκισταδόρ Κάρλος Αλκαράθ, ο επόμενος πρωταθλητής και Νο 1 του κόσμου.

Το ίδιο συμβαίνει και στις άλλες τρεις μεγάλες αρένες (Νέα Υόρκη, Wimbledon, Μελβούρνη). Και ο Στέφανος αυτό δεν το’ χει.  

Διαβαστε ακομα:

ΕΤΣΙ ΕΚΑΤΣΕ Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΟΥ ΜΑΡΙΝΑΚΗ