ΚΛΑΙΝΕ ΟΙ ΚΑΜΕΡΕΣ ΠΟΥ ΕΧΑΣΑΝ ΤΟΝ «ΜΗΤΣΑΡΑ»

 

Είχε πάρει φωτιά απέναντι από τον Ηλεκτρικό στον Πειραιά, ώρα 2.15 μετά τα μεσάνυχτα. Όταν κατέφθασαν τα πυροσβεστικά και οι κάμερες, ήταν ήδη παρών ο Μητσάρας! Όλοι αναρωτιόντουσαν ποιος να έβαλε τη φωτιά. “Ποιος άλλος, ο Μητσάρας είναι ο πυρπολητής, ο εμπρηστής” είχε γράψει ο αποδυτηριάκιας, 1988 με 1989.

-Γίγαντας ο αποδυτηριάκιας, με βρήκε, κατάλαβε ότι εγώ έβαλα τη φωτιά, έλεγε με χαμόγελο πονηρό και άκακο.

Αυτό είναι το πρώτο που θα πεις για τον θρυλικό, τον μοναδικό Μητσάρα. Ότι ήταν άκακος, δεν ενοχλούσε κανέναν. Ήθελε μόνον να τον παίρνει ο φακός γκροπλαν. Σ' όλα μέσα. Διαδηλώσεις, συνεντεύξη κάποιου φιρμάτου, άφιξη στο αεροδρόμιο, στα πάντα όλα όπου υπήρχαν φλας φωτορεπόρτερ και συνεργεία τηλεοράσεων ο Μητσάρας είχε τη μαστοριά να τρυπώνει δίπλα ή πίσω από το κεντρικό πρόσωπο.

-Αν έχεις χαρτζηλικάκι, μου δίνεις, αν δεν έχεις δεν μου δίνεις..., έλεγε φιλικά στα πρόσωπα που γνώριζε ο άγνωστος πασίγνωστος Μητσάρας.

Τόσο άγνωστος που κανένας δεν γνώριζε το επίθετό του κι αν πράγματι τον λέγανε Δημήτρη. Τόσο άγνωστη η ταυτότητά του που αμφισβητήθηκε ακόμα και ο θάνατός του. Πέθανε πραγματικά ή απλά εξαφανίστηκε, σα σήμερα 11 Οκτωβρίου, πριν από δύο χρόνια.

Τα “στιχουργικά” σε χαρτόνια που έγραφε δεν είχαν ορθογραφικά λάθη. Λόγος καταγγελτικός, διαμαρτυρόμενος. Και φόρα παρτίδα, στο μιλητό, αποκαλούσε ''απατεώνες'' κάποιους στο χώρο του ποδοσφαίρου. Κανένας δεν τον πείραζε, διότι ο Μητσάρας, αυτή η σπάνια μορφή, η ξεχωριστή φιγούρα για χρόνια, ήταν αγαπητός. Αποδεκτός.

Διαβάστε ακόμα:

Μια ζωή έψαχνε τον έρωτα