Η ΑΒΑΣΤΑΚΤΗ ΓΟΗΤΕΙΑ ΤΟΥ ΣΕΞΟΥΑΛΙΚΟΥ ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΗ
Αττική 2011. Εποχή που αποτελούν πια επιδημία οι μπούκες ένοπλων κακοποιών σε σπίτια. Περισσότερο υποφέρουν οι κάτοικοι σε ερημικές περιοχές, σε οικισμούς απόμακρους από αστικά κέντρα. Η 32χρονη Λένα πριν από έξι χρόνια εγκαταστάθηκε στην νεόκτιστη ιδιόκτητη μονοκατοικία της σε οικόπεδο πέντε στρεμμάτων. Εδώ και δύο χρόνια είναι μόνη, αυτή και τα δύο παιδιά της, 11χρονη κόρη, 9χρονος γιος. Ο σύζυγός της, πιλότος της ολυμπιακής, πέθανε στα 38 του από καρκίνο, αφού ταλαιπωρήθηκε ενάμισυ χρόνο με τις χημειοθεραπείες.
Γυναίκα συντηρητική η Λένα, κλειστός χαρακτήρας, αφοσιωμένη στα παιδιά της. Τον περισσότερο χρόνο της ημέρας τον ξοδεύει πηγαινοερχόμενη με μικρών κυβικών Ι.Χ. παραδίδοντας ιδιαίτερα μαθήματα αγγλικής γλώσσας.
Δεκέμβριος μήνας. Έχει κιόλας νυχτώσει. Με το τηλεχειριστήριο η Λένα ανοίγει τη γκαραζόπορτα. Δεν ακούει τίποτα, ευχάριστο αυτό, τα παιδιά θα μελετούν. Δεν άργησε να δεχτεί το σοκ της ζωής της. Τρία άγνωστα πρόσωπα στο δωμάτιο της Στελίτσας, της κόρης. Τρεις ξένοι, οι δύο με όπλα στο χέρι, ο ένας σίγουρα ο αρχηγός της συμμορίας, έχει στραμμένη την πλάτη, το πρόσωπο κολλημένο στο παράθυρο.
Νεκρική σιωπή. Ο άοπλος από τους τρεις ψιθύρισε στο αγοράκι με καλοσύνη, καθησυχαστικά: “Όπως σου είπα, μη φοβάσαι...”. Ξαφνικά, ο άλλος από το παράθυρο έκανε δύο βήματα και την πλησίασε απειλητικά, πάντα στο χέρι κρατώντας το όπλο. Την κύτταξε διευρενητικά από την κορυφή μέχρι τα παπούτσια της και με την κάννη την έσπρωξε έξω από το δωμάτιο. Έκλεισε την πόρτα πίσω του. Με σιγουριά προχώρησε, φανερό γνώριζε προς τα που κατευθύνεται.
Εκείνη τη στιγμή σοκαρισμένη ακόμα η γυναίκα δεν σκέφθηκε ότι ο άντρας, πριν την άφιξή της, πιθανότατα είχε επιθεωρήσει το σπίτι. Και είχε πληροφορηθεί προηγουμένως από τα παιδιά της ότι η μητέρα τους όπου να 'ναι έρχεται.
Σκοτάδι στο υπνοδωμάτιό της. “Τι έχεις να μου δώσεις; Για να μη σου κάνω πρώτα κακό. Σε ρωτάω με το μαλακό...”.
Αδύνατος, κοκκαλιάρης, μάλλον υψηλός, βλέμμα παγωμένο, κινήσεις απότομες, βίαιες, αποφασιστικές.
- Ό,τι έχω, από λεφτά, είναι στη τσάντα μου. Ορίστε!
Η φεγγαράδα βοηθούσε να τον παρατηρήσει. Φοβόταν, έτρεμε ολόκληρη. Σκεφτόταν τη λαχτάρα που τράβηξαν τα δυό ανήλικα παιδιά της. Δεν ήθελε να σταυρωθούν οι ματιές τους. Έβγαλε αυτό που φορούσε στο λαιμό κι ένα χρυσό λεπτό βραχιόλι, μαζί με το ρολόι της και τα πρότεινε.
Δεν έμεινε ικανοποιημένος αυτός. Ακούμπησε το όπλο στον ώμο της, σχεδόν την κτύπησε, της ζήτησε με νεύμα, χωρίς να ανοίξει στο στόμα του, να γυρίσει την πλάτη της σ' αυτόν. Ακούει τον ήχο του όπλου όταν το τοποθέτησε σ' ένα μικρό τραπεζάκι. Της έδωσε μια σπρωξιά, την έριξε στο κρεβάτι. Κόλλησε από πίσω της. Ένας άντρας έκανε σεξ, εντελώς αδιάφορο γι αυτόν εάν εκείνη στα χέρια του ήταν ένα ωμό κρέας.
Πέρασαν μέρες. Τα παιδιά σχεδόν ξέχασαν την απρόβλεπτη περιπέτεια μέσα στο σπίτι τους. Όχι εκείνη. Κάθε βράδυ πριν κοιμηθεί η Λένα σκεπτόταν τον ληστή, ο οποίος δεν θα ήταν περισσότερο από 26-27 χρονών. Δεν βρέθηκε με άνδρα εδώ και τρία χρόνια, από τότε που έχασε τον σύζυγο της. Αλήθεια, αυτός να 'ναι ο λόγος που φαντασιωνόταν, που ποθούσε να ξανασυναντηθεί με τον σεξουαλικό της τρομοκράτη;
Περισσότερο και από την επίσκεψη του νεαρού ληστή, τρόμαξε με την αποκάλυψη ότι αισθανόταν γοητευμένη από έναν άγνωστο, έναν ξένο, έναν εγκληματία. Θα έπρεπε να τον μισεί, να τον συχαίνεται κι αυτή τον νοσταλγούσε. Αλήθεια, τι είναι αυτό που της συμβαίνει, και γιατί;
Πέρασε ενάμισυ χρόνος, καλοκαίρι 2013. Τον είδε στην ουρά, στο γκισέ τράπεζας. Τον αναγνώρισε αμέσως. Μακρύ μαλλί, περιποιημένες κοντοκουρεμένες σπαθάτες φαβορίτες, ύφος λόρδου. Η χαρακιά στον λαιμό του δεν παραπέμπει σε κακοποιό. “Σε γνώρισα...” του λέει η Λένα. Πέρασαν κάποια δευτερόλεπτα...
- Λάθος κάνεις, κυρά μου. Εμένα δεν με ξέρει κανείς!
“Θαρρείς να ξέχασα εκείνον που μπήκε δίχως πρόσκληση στο σπίτι μου...” επιμένει εκείνη προσπαθώντας να κάνει φιλική τη φωνή της.
- Θέλεις κάτι;
“Να μιλήσουμε οι δυο μας...”.
Χωρίς να την κοιτάξει ο ληστής βγήκε από την τράπεζα, με τη σιγουριά ότι εκείνη θα τον ακολουθούσει.
- Σ' ακούω, είμαι όλος αυτιά..., της λέει σχεδόν περιφρονητικά.
Η Λένα του ζήτησε να πάνε μέχρι το σπίτι της. ''Εκεί θα τα πουμε καλύτερα οι δυο τους.Τα παιδιά μου είναι σχολείο, δεν θα τα τρομάξεις πάλι...''. Ο άντρας ανέκφραστος. Αδιάφορος. Πάντα ψυχρός. ''Τι έχει να μου πει αυτή, και τι περιμένει να της πω εγώ...'' αναρωτήθηκε χωρίς να προδώσει και την έκπληξή του να τον κουβαλήσει στο σπίτι της. Εκεί που με την απειλή του όπλου την είχε βιάσει.
Αυτό ακριβώς ήθελε, όχι η ίδια η γυναίκα αλλά μια δαιμονική δύναμη μέσα της που νικούσε και το φόβο της για τον άγνωστο άντρα. Να επαναληφθεί αυτό που την είχε υποχρεώσει, όμως τούτη τη φορά να του δοθεί με τη βούληση της. Έτσι έγινε. Στο ίδιο δωμάτιο. Στο ίδιο κρεβάτι.
Η Λένα ολόγυμνη πριν βγει από το δωμάτιο είπε στον ολόγυμνο ξαπλωμένο άντρα ότι θα πεταχτεί για δύο λεπτά στο ισόγειο. Έκανε κάτι που ούτε καν της είχε περάσει από το μυαλό της μέχρι εκείνη τη στιγμή. Και το τόλμησε γιατί πήρε δύναμη από εκείνον τον απόκρυφο εαυτό της που την έκανε να του παραδοθεί. Τηλεφώνησε στην αστυνομία, ''Είμαι όμηρος άγνωστου που για δεύτερη φορά εισέβαλε στο σπίτι μου και με βίασε... Υποκρίθηκα ότι δεν έχω σκοπό να τον βλάψω και βρήκα την ευκαιρία να σας τηλεφωνήσω...''.
Όταν επέστρεψε η Λένα τον βρήκε ακόμα ξαπλωμένο στο κρεβάτι της. Με τα χέρια της πάνω στο κορμί του ζήτησε να ξανακάνουν έρωτα. Ήταν σίγουρη ότι θα προλάβαιναν πριν καταφθάσουν οι μπάτσοι.
Διαβάστε ακόμα: