ΤΗΝ ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΕ ΕΡΩΤΙΚΑ Η ΘΑΛΑΣΣΑ ΤΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ
Ήλθε με τους γονείς της στην Ελλάδα η εικοσάχρονη Γκρέτε αποφασισμένη να γνωρίσει τον έρωτα, να κάνει σεξ η παρθένα ακόμα. Παραμονές των ολυμπιακών αγώνων της Αθήνας είναι φιλοξενούμενοι είναι για λίγες ημέρες στη βίλα κυκλαδίτικου νησιού, ευρωβουλευτίνας της αριστεράς που έχει αναπτύξει μία σχέση φιλίας αλλά και πολιτικής σκοπιμότητας με τη δική της μητέρα, επίσης αριστερής ευρωβουλευτίνας της Νορβηγίας.
Ροδαλό κορμί, λείο και σε δυο μόλις μέρες η θάλασσα του Αιγαίου και ο ήλιος της Ελλάδος το έχουν ήδη ζυμώσει, το έχουν ακτινοβολήσει ερωτικά. Ο Κλεάνθης, ο σύζυγος της πολιτικού έχει καρφώσει το βλέμμα του στις γάμπες του κοριτσιού. Γέννημα αμαζόνας. Κόκαλα δυνατά και σάρκα πυρόκαυλη, σφικτή, καλοδέματη.
Η νεαρή Νορβηγίδα απογοητεύθηκε όταν έφθασε στο νησί. Ήλπιζε ότι κάτι θα μπορούσε να προκύψει με κάποιον από τους δύο γιους της Ελληνίδας ευρωβουλευτίνας, τους οποίους είχε δει μόνο σε φωτογραφίες. Ατυχία. Και οι δυο έλειπαν στο εξωτερικό για αγώνες, ο ένας κολύμβησης, ο άλλος ταεκβοντιστής.
Κάθε μέρα στη θάλασσα. Μετά από μία εβδομάδα παραμονής, η Γκρέτε βρίσκεται με τον Κλεάνθη σε μία έρημη, από τις δυο-τρεις “κρυφές” παραλίες του νησιού, όπου η πρόσβαση γίνεται μόνο με σκάφος. Η μητέρα της εκτάκτως και ανεπισήμως κλήθηκε στην Αθήνα από τον πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας. Οι δύο γυναίκες αποχώρησαν με το αεροπλάνο, θα επιστρέψουν μετά από δύο ημέρες. Ο πατέρας της προτίμησε να αναπαυθεί. Είναι κάποιας ηλικίας, έχει και προβλήματα υγείας.
Ανάμεσα στην Γκρέτε και τον Κλεάνθη, τον 50χρονο αποτυχημένο συγγραφέα, αναπτύχθηκε μία ιδιάζουσα σχέση, μία συμπάθεια συνωμοτικού τύπου, λες και σε συνεννοούνται με κώδικα επικοινωνίας οι δυο τους μπροστά στους άλλους. Να, που αυτή η ανάγκη να έρθει ο ένας κοντά στον άλλον, βρήκε το χρόνο της ακριβώς τούτες τις στιγμές που οι δυο τους είναι πλέον μόνοι.
Από τότε που μπήκαν στο πλοιάριο του Κλεάνθη είπαν πολλά. Πάντα σε μία ανάλαφρη και πιπεράτη ατμόσφαιρα. Η Γκρέτε με το άφθονο και ανόθευτο γέλιο, μέχρι που τραμπάλιζε το πλούσιο στήθος της, δεν έκρυβε ότι αισθανόταν μία πρωτοφανέρωτη γλύκα ζωής. Από το στόμα του Κλεάνθη άκουγε κουβέντες που δεν τις είχε ακούσει, ούτε διαβάσει. Λόγια για τούτο και το άλλο που την μεγάλωναν, που της άπλωναν τον ορίζοντα.
- Σε μια συμμαθήτριά μου είχε επιτεθεί ένας καθηγητής, στην ηλικία σου, αυτή τον κατήγγειλε και τον καταδικάσανε.
“Πολύ καλά του κάνανε!” της απαντάει ο Κλεάνθης.
- Μα, εσύ έχεις πει ότι ο έρωτας στη φύση του είναι βίαιος.
“Έτσι είναι. Ο έρωτας είναι υπεράνω λογικής, είναι σεισμικός, δαιμονικός. Και το σεξ έχει αγριότητα. Αυτό δεν δικαιολογεί τη μία πλευρά όταν με το ζόρι θέλει να επιβάλλει την επιθυμία της στην άλλη πλευρά”.
- Αποδέχεσαι, δηλαδή, την αγριότητα στο σεξ όταν το θέλουν και οι δύο..., συμπεραίνει η Νορβηγίδα.
“Κάπως έτσι...”.
Ο άνδρας έχει παρατηρήσει ότι αυτή η κουβέντα, που η ίδια η κοπέλλα άνοιξε, της έχει αλλάξει τη φωνή, και έχει ανεβάσει τους κτύπους της καρδιάς της.
- Η φίλη μου δεν ανταποκρίθηκε στον καθηγητή μας;
“Δεν θα την... καταδικάσουμε γι' αυτό! Όπως και δεν θα την κατηγορήσουμε αν πήγαινε με τον καθηγητή...”, σχολιάζει αστειευόμενος ο άνδρας.
Ο Κλεάνθης αποφεύγει να της δείξει ότι αυτή η συζήτηση τον ενδιαφέρει περισσότερο από όσο εκείνη, η οποία επιμένει να τη συνεχίζει. Κάποια στιγμή, ξαφνικά, της ρίχνει μια χούφτα με νερό στο ηλιοκαμένο κορμί της. Έλαμψε το αστραφτερό χαμόγελό της. Κι ένα ψεύτικο παράπονο ζωγραφίστηκε στο ζωηρόχρωμο πρόσωπό της.
- Δεν είσαι εντάξει! Καθόλου εντάξει..., του παραπονέθηκε.
“Μόνο για να συζητάμε ήρθαμε εδώ; Μπρος, βούτα στο νερό, διαφορετικά θα σε ρίξω με τη βία...”, την προκαλεί.
-Ρίξε με εσύ!..., του κάνει παιχνιδιάρικα.
Στην επιστροφή μετά από μία ώρα, μέσα στο σκάφος, του λέει πως κάτι της χρωστάει, ότι δεν τελείωσαν την κουβέντα τους.
“ Έλα τώρα, πιάσε το τιμόνι, να οδηγήσεις εσύ...” της προτείνει δασκαλίστικα. Το κορίτσι χάθηκε ανάμεσα στα μπράτσα του. Τα τέσσερα χέρια, τα δικά του και τα δικά της μαζί, έπιασαν το πηδάλιο. Όσο ανέπτυσσε ταχύτητα ο άνδρας, τόσο χαιρόταν και απελευθερωνόταν η Γκρέτε.
“Να σ' αφήσω να το πας μόνη σου...”.
-Όχι! Μη φεύγεις από δίπλα μου, σε παρακαλώ.
“Είσαι φοβιτσιάρα!”.
-Όχι δεν είμαι!
Την πλησίασε, στάθηκε πάλι από πίσω της, χαμήλωσε τελείως ταχύτητα, μάζεψε τα χρυσόξανθα μαλλιά της, σκέτη χαίτη λιονταριού, τα σήκωσε ψηλά και έλυσε το φιογκάκι του μπικίνι στο λαιμό της.
Διαβάστε ακόμα: