ΧΡΕΙΑΖΟΤΑΝ ΤΟ ΣΤΡΗΠΤΗΖ Η ΞΑΔΕΛΦΗ ΓΙΑ ΝΑ... ΧΑΛΑΡΩΣΕΙ
Η Λου, έτσι θέλει να την λένε η Λουίζα, είναι πια ώριμα φρούτο για τα μάτια κάθε αρσενικού. Έχουν φυτρώσει επάνω της στήθη λουλουδένια, τα οπίσθια της λάμπουν, φλογίζουν σκέτοι πύρινοι μαγνήτες, και οι αφράτοι μηροί της γεννούν φαντασιώσεις. Η σάρκα της αποζητά το χάδι, κι όχι μόνο, αλλά από αγόρι που εκείνη να έχει εγκρίνει την ομορφιά του, την όλη του εμφάνιση.
Περίεργο! Έχει τσακώσει αρκετές φορές τον ξάδελφό της να την κοιτάει με βλέμμα σχεδόν ερωτικό. Ντροπή του! Ποτέ εκείνη δεν θα σκεπτόταν κάτι πονηρό με συγγενή. Με τον γιο πρώτης ξαδέλφης της μητέρας της, τον Τηλέμαχο.
Μια βραδιά βρέθηκαν μόνοι στο δωμάτιο της. Οι άλλοι από το σόι διασκέδαζαν στην αυλή. Φαγητό, τραγούδι, χορός, λόγω της ονομαστικής γιορτής του πατέρα της. Την ρώτησε αν έχει πάει με αγόρι. Της άρεσε η ερώτηση! Για πρώτη φορά η Λου ένοιωσε την ανάγκη να ανοίξει τέτοια κουβέντα με άντρα. ''Εσύ, Μάχο, φαντάζομαι, τα έχεις φτιάξει με κορίτσι, κι όχι μονάχα μ' ένα... ''.
- Θες να σε βοηθήσω…
''Να με βοηθήσεις, πως;''.
''Όκεϋ!'' αναφωνεί η ξαδέλφη. ''Τι είναι αυτό που θα μου δείξεις, λοιπόν…''.
- Εγώ τίποτα. Εσύ θα μου δείξεις…
''Γιατί να το κάνω αυτό, κύριε καθηγητά;''
- Για να νοιώσεις ερωτικά, να ‘ρθεις πολύ κοντά στο κορμί σου. Ξεκίνα, λοιπόν... Μη μετακινείσαι, να ‘σαι βιδωμένη στο ίδιο σημείο, κούνα χέρια, όπως σε πάει η μουσική... Χαλάρωσε, χαλάρωσε εντελώς, και παίξε και με τους ώμους σου, σπάσε τη μέση σου, χαϊδέψου μόνη σου στο στήθος σου, τρίψου στα μπούτια σου…, μπράβο..., έτσι... , πολύ ωραία το πας... , και τώρα βγάλε το μπλουζάκι σου…
Το αγόρι πλησίασε την ξαδέλφη. Την ρώτησε ψιθυριστά πως αισθάνεται κι εκείνη κάτι του απάντησε, που ούτε που κατάλαβε ο νέος, τι του είπε εκείνη ανοιγοκλείνοντας τα μάτια της πριν αφεθεί στην αγκαλιά του.
Διαβαστε ακομα: