ΚΑΠΟΤΕ ΒΡΗΚΕ ΤΟ ΔΡΟΜΟ ΤΟΥ

 

Ο Μάνος Λοίζος είναι όνομα αγαπημένο. Μα, πιο πολύ είναι αγαπημένο το πρόσωπό του, μ' αυτή τη γλυκύτητα, την πραότητα. Μορφή αγγελική. Λες να βαπτίστηκε αθάνατος. Ακόμα και οι φωτογραφίες γερνάνε, ας παραμένουν οι ίδιες, ο χρόνος τις παλιώνει, τις στέλνει πίσω σε εποχές πεπερασμένες. Το πρόσωπο σε φωτογραφία του Μάνου Λοίζου, ευαίσθητου και αιώνιου καλλιτέχνη, παραμένει διαχρονικό, διατηρεί τη φρεσκάδα και τη νεανικότητά του ακόμα και 34 χρόνια μετά το θάνατό του στις 17 Σεπτεμβρίου, σα σήμερα, το 1982.

Έλληνας της Αλεξάνδρειας, την πόλη της Αιγύπτου που γέννησε πολύ πράμα ελληνικό και ποιοτικό, ο Μάνος Λοίζος είναι κυπριακής καταγωγής, Ανδρέας Λοίζου ο πατέρας του.
Από πιτσιρίκι άρχισε να ασχολείται με τη μουσική, να παίζει βιολί. Ήρθε στην Αθήνα 18 χρονών χωρίς να έχει κάτι συγκεκριμένο στο μυαλό του. Έλειπε και η καθοδήγηση,
κάποια στήριξη.

Γράφτηκε στο πανεπιστήμιο, να γίνει φαρμακοποιός. Πάει στην Ανωτάτη Εμπορική, σκέπτεται να γίνει ζωγράφος και βρίσκεται στη Σχολή Βακαλό. Τα παρατάει όλα, για να τη
βγάλει δουλεύει γκαρσόνι αλλά και μουσικός σε μπουάτ. Κάποτε βρήκε το δρόμο και άπλωσε το μεγάλο ταλέντο του. Έγραψε πολλά τραγούδια που τα ακούς και σήμερα. Είναι μέσα στους κορυφαίους, αμέσως ένα επίπεδο πίσω από τους Θεοδωράκη, Χατζηδάκη.

Αριστερός. Κομουνιστής. Οργανωμένος. Τον Οκτώβριο του 1981 μπήκε στο νοσοκομείο με προβλήματα καρδιάς. Και νεφρική ανεπάρκεια. Εγκεφαλικό τον Ιούνιο του 1982, ένα μήνα
στο νοσοκομείο. Δύο μήνες μετά στη Μόσχα για να νοσηλευθεί, παθαίνει το δεύτερο εγκεφαλικό και πεθαίνει 45 χρονών στη ρώσικη πρωτεύουσα.

Διαβάστε ακόμα:

Σκοτεινή η μουσική του, όχι η σχέση με τον Χίτλερ