ΔΕΝ ΘΕΛΟΥΝΕ ΤΟΥΣ ΤΟΥΡΙΣΤΕΣ, ΦΥΡΑ ΕΙΝΑΙ...
Ενώ την αγαπημένη μου Πάρο, το νησί που λάτρεψα τη δεκαετία του 80, όταν πήγαινα τα καλοκαίρια κάθε χρόνο με τον κουμπάρο μου, δεν τη γνωρίζω πια. Έξω από την Παροικιά, είχε τότε μόνο δύο σπίτια. Το ένα ήταν του Γιάννη του Πάριου και το άλλο του Γιάννη του στραβού, αγνώστων λοιπών στοιχείων. Τώρα θες μισή ώρα να περάσεις με το αυτοκίνητο. Στο Πίσω Λιβάδι ήταν μόνος του ο Φλωτήλας, που μας περίμενε για κρέπες και καφέ το ξημέρωμα. Τώρα νομίζεις πως είσαι στη Βούλα. (Στη φώτο, το κάστρο της Μυτιλήνης)
Ένας λόγος που ο χρόνος έχει σταματήσει στην Μυτιλήνη είναι ότι στο νησί δεν θέλουν τους τουρίστες. Από νωρίς είχαν καταλάβει ότι είναι φύρα. Πριν κάμποσα χρόνια την έβαλαν οι ταξιδιωτικές εταιρείες στα δρομολόγια των κρουαζιερόπλοιων. Κατέβαιναν οι ορδές των ξελιγωμένων στο λιμάνι, δεν τρώγανε μήτε τυρόπιτα, μπαίνανε στα μαγαζιά μόνο για κατούρημα και αγοράζανε για ξεκάρφωμα ένα μπουκαλάκι νερό (μικρό, των 50 λεπτών), σουλατσάρανε με τις ώρες στην προκυμαία με τους πιο κουβαρντάδες να αγοράζουν ένα μπουκαλάκι ούζο για σουβενίρ και αυτό ήταν όλο. Μια – δύο, την τρίτη τους είπαν «παιδιά, κάντε μας τη χάρη».
Ακούσανε και ότι τα μεγάλα πρακτορεία φτάσανε να νοικιάζουνε τα δωμάτια των ξενοδοχείων για 50 ευρώ τη βραδιά με ημιδιατροφή, είδανε τις εικόνες με τις αγέλες από τους μπεκρούλιακες ευέλπιδες των βρετανικών νησιών να κατεβάζουν ο καθένας 20 κουτάκια μπύρες στην καθισιά του και να κατουριούνται επάνω τους όταν δεν παίζουν μπουνιές μεταξύ τους, μάθανε και ότι πλακώσανε όλοι οι λιγούρηδες των Βαλκανίων με πούλμαν και καρότσες, που κουβαλάνε τόνους από κονσέρβες κορν-μπηφ, ψωμί τύπου Γερμανίας (για να κρατάει πολλές μέρες) και καρτέλες με βρασμένα αβγά για τις ξενηστικομάρες τους και είπανε «άσε καλύτερα, δεν είμαστε για τέτοια».
Και δυστυχώς, το εμπνευσμένο πασοκικό μοντέλο του τουρισμού «ανοίξαμε και σας περιμένουμε στο άγιο Παντελεήμονα», που αναπτύχθηκε στην Ελλάδα τα τελευταία 40 χρόνια, έχει προ πολλού χρεοκοπήσει. Μαζί με την Ελλάδα. Ήταν θέμα χρόνου να συμβεί. Οι ιερεμιάδες της Παλαιάς Διαθήκης μοιάζανε με τραγουδάκια για τη Eurovision μπροστά στο κλάμα των ξενοδόχων, ήδη προ covid.
Η πανδημία ήταν μόνο η χαριστική βολή. Ολόκληρη η «βαριά μας βιομηχανία» ήταν ένα καλαμπούρι. ΟΛΟ το ποσοστό του ελληνικού ΑΕΠ από τον τουρισμό είναι ο μισός τζίρος που κάνει μία Βενετία μόνη της, μαζί με κάτι ψιλά.
Τώρα βέβαια, που θα αλλάξουν χέρια τα 9 στα 10 ξενοδοχεία (μέσα σε δύο –τρία χρόνια το πολύ), θα αλλάξουν και τα πράγματα. Αλλά το μόνο που θα μένει στην περήφανη εθνική μας οικονομία, θα είναι τα μεροκάματα των εργαζόμενων στα ξενοδοχεία. Εκτός και αν γίνει το ίδιο με τα κρουαζιερόπλοια, δηλαδή να έρχονται καραβιές ασιατών εργατών, οπότε το μόνο που θα μας μείνει θα είναι το παγωτό.
Για να αναφωνήσουμε στο τέλος όλοι μαζί : «Σύντροφοι, αποτύχαμε και ως λοκαντιέρηδες».
Διαβαστε ακομα: