ΝΑ ΚΟΨΩ ΤΟ ΟΥΖΟ, ΟΤΑΝ ΕΧΕΙ ΓΕΜΑΤΟ ΦΕΓΓΑΡΙ...
Κι η φαντασμαγορία ξεκίνησε λίγο μετά τις 9, όταν ο δορυφόρος ανέτειλε κολοσσιαίος στον καλοκαιρινό ουρανό, πυρφόρος, κατακόκκινος σαν το άρμα του Φαέθωνα. Θα έπαιρνα όρκο ότι ήταν διαστημόπλοιο απ’ τον Άρη, αν δεν άλλαζε λεπτό το λεπτό χρώμα και μέγεθος. Λίγο αργότερα, όταν είχε πια ξεπροβάλει ολόγιομο, κιτρίνισε σαν το φεγγάρι που ζήταγε ο μπάρμπα – Γιάννης από τον Παύλο στην «Κάλπικη Λίρα» για τον τοίχο της ταβέρνας του. «Μα το φεγγάρι δεν είναι κίτρινο... » του έλεγε περιπαιχτικά η Αλίκη. «... Είναι κοκόνα μου», τη διαβεβαίωνε ο μπάρμπα – Γιάννης. «Και ξέρεις γιατί; Απ’ τα πολλά ξενύχτια».
Ώσπου λίγο μετά ασήμωσε η Σελήνη και ξεκίνησε περήφανη την βραδινή της βόλτα σαν αληθινή σταρ του κινηματογράφου στην πιο λαμπρή της εμφάνιση μέσα στο χρόνο. Πραγματική εξτραβαγκάντσα. Σε λιγότερο από μισή ώρα είχε αλλάξει τρεις εμφανίσεις, σαν θεατρίνα, που σκοπό της έχει να μαγέψει το κοινό της.
Και ίσως να ήταν το οινόπνευμα (τις τελευταίες μέρες περισσότερο ούζο παρά αίμα στις φλέβες μου), ίσως εκείνη η ποιητική φλέβα που με τυραννάει απ’ την ιωνική μου καταγωγή, αναλογίστηκα ότι δεν ήταν καθόλου τυχαίο που οι προ- αχαϊκές, μητριαρχικές κοινωνίες λάτρευαν την Σελήνη πιότερο από τον ήλιο. Κι αυτή την μαγική δύναμη της μεταμόρφωσης της στον μηναίο κύκλο της, παρόμοιο με την έμμηνο ρύση.
Ήταν η Εκάτη, η θεά των μεταμορφώσεων. Η παντοδύναμη μάγισσα, που μόνο αυτή γνώριζε τα μυστικά του Δία. Και μεταμόρφωσε την μητέρα Δήμητρα σε χωλή και ρυτιδωμένη γερόντισσα για να τη βοηθήσει στην αναζήτηση της για τη χαμένη της κόρη Περσεφόνη.
Όμως έτσι ολόγιομη που ήταν προχτές, μου φάνηκε σαν την λάγνα Λίλιθ, που ήταν τόσο προκλητική, που ακόμα και οι ραββίνοι την ξέγραψαν απ’ τις Γραφές. Μετά όμως μου φάνηκε περισσότερο σαν την Πανσέληνο-Εύα. Όπου σύμφωνα με την παράδοση, ήταν ένα βράδυ με γεμάτο φεγγάρι στον κήπο της Εδέμ, όταν έκοψε κλαδιά από μυρτιά, ιτιά και φοίνικα κι έφτιαξε μία ερωτική αναδενδράδα και κάτω απ’ αυτήν έσμιξε με τον Αδάμ, αφού πρώτα του έδωσε καρπό κυδωνιάς (όχι μήλο). Μην παρασύρεστε από τας Γραφάς. Κυδωνάτο ορέχτηκε η μαντμαζέλ, όχι μηλόπιτα.
Αλλά, πάλι, με τις γυναίκες, ποιος μπορεί να είναι σίγουρος;
Ώσπου εκεί κατά τις 10, έτσι που ταξίδευε πάνω από τα σκοτεινά νερά, μου φάνηκε σαν τη Lady Vivian, την Κυρά της Λίμνης, που με τη σαγήνη της κατάφερε να μάθει όλα τα μυστικά του μάγου Μέρλιν και να γίνει πιο δυνατή από αυτόν. Αλλά, πάλι, ίσως να ήταν η αδελφή του Αρθούρου, η μάγισσα Morgan le Fey, η Fata Morgana που έδωσε το όνομα της στους επικίνδυνους αντικατοπτρισμούς της θάλασσας, που ξεγελούν τους ναυτικούς.
Σκέφτηκα κι άλλα πολλά, που δεν σας τα λέω. Μέχρι που πείστηκα ότι πρέπει να κόψω το πολύ ούζο. Ιδίως τις καλοκαιρινές νύχτες. Όταν έχει γεμάτο φεγγάρι.
Διαβαστε ακομα: