ΠΟΙΟΣ Ο ΚΟΥΑΣΙΜΟΔΟΣ ΤΟΥ BIG BROTHER ΝΑ ΤΟΝ... ΣΤΕΨΟΥΜΕ!

 
γράφει ο Φωστήρας
 
Μαθαίνω ότι τα realities παίζονται για άλλη μία τηλεοπτική χρονιά. Εδώ και 20 χρόνια που συνεχίζεται αυτό το αίσχος, δεν έχω συντονιστεί σε δέκτη να δω ούτε δευτερόλεπτο. Έτσι κι αλλιώς δεν βλέπω πια τηλεόραση. Κατάλαβα ότι δεν με θέλει πια για πελάτη από τότε που ξεκίνησε αυτή η αηδία, το Big Brother.

Ακόμα θυμάμαι την οργή μου και την προσβολή που ένιωσα όταν είδα το διαφημιστικό σποτ που το λάνσαρε για πρώτη φορά στην ελληνική πραγματικότητα. Ένας μπάκουρος καθότανε μόνος σε μία αίθουσα κινηματογράφου και έβλεπε αποχαυνωμένος την ταινία, όταν αρχίζει μπροστά του ένα ζευγάρι να χαμουρεύεται. Το πράγμα αποκτά ξαφνικά ενδιαφέρον και με ύφος λιγούρη σταυρώνει τα χέρια στο μπροστινό κάθισμα και ξεκινά το μπανιστήρι. Και πέφτει το σήμα με το μάτι στην κλειδαρότρυπα και το μότο: «Γιατί η ζωή έχει περισσότερο ενδιαφέρον», ή κάτι παρόμοιο.   

Το μήνυμα ήταν ξεκάθαρο. Οι μέρες της τηλεόρασης είχαν τελειώσει πια για μένα. Ήλπιζα ότι η ελληνική κοινωνία θα αναπτύξει αντισώματα σε αυτό το σίχαμα. Φρούδες ελπίδες. Στα χρόνια που πέρασαν έγινε θεσμός και γέμισαν τα κανάλια και με άλλα άνθη του κακού. Σε μία επίδειξη αξιοθαύμαστου μιθριδατισμού οι τηλεθεατές δείχνουν πια να απολαμβάνουν το κρόουλ μέσα στη μέρδα και τίποτε να μην τους κάνει εντύπωση.

Πως γίναμε έτσι; Πως φτάσαμε σ’ αυτή την κατάντια; Τι διδάσκουμε στα παιδιά μας; Το ότι παντού στον κόσμο παίζονται τα ίδια και χειρότερα ή το ότι στην Αμερική η Καρντάσιαν έκανε την ζωή της reality επί μία 25ετία και έγινε και δισεκατομμυριούχος δεν είναι δικαιολογία. Τα σκατά, όσο και να τα πασπαλίσεις με ζάχαρη, κουραμπιές δεν γίνονται.

Στην εφηβεία μου διάβασα πολύ Ουγκώ. Και Ντίκενς και Δουμά και Βερν. Οι κλασικοί θεωρούνταν ακόμα αναπόσπαστο κομμάτι της εγκυκλοπαιδικής μόρφωσης των νέων. Θυμάμαι την εντύπωση που μου είχε κάνει στην Παναγία των Παρισίων, η περιγραφή της σκηνής στο Πανηγύρι των Τρελών. Εκεί οι άθλιοι του Παρισιού στην ετήσια γιορτή τους ψάχνουν τον πιο άθλιο ανάμεσα τους να τον στέψουν βασιλιά τους. Και τον βρίσκουν στο πρόσωπο του δύσμοιρου Κουασιμόδου, που για πρώτη φορά κατέβηκε από την απομόνωση του καμπαναριού του και βρέθηκε γεμάτος χαρά ανάμεσα σε κόσμο. Ο καημένος δεν νιώθει τον εξευτελισμό και διασκεδάζει το θρίαμβο του, μέχρι που το εξαθλιωμένο πλήθος καταλαβαίνει ότι είναι πραγματικά καμπούρης και δεν φοράει μάσκα και τον ραίνει με σάπια φρούτα και ροχάλες.

Ποιος είναι ο δύσμορφος σ’ αυτήν την ιστορία; Ποιος είναι ο άθλιος;

Αν βρίσκετε κάποια ομοιότητα και αντιστοιχία στην σκηνή αυτή, που περιγράφει με τόση δύναμη ο Τιτάνας Βίκτορ Ουγκώ με τα τεκταινόμενα στα τηλεοπτικά realities, σας βεβαιώ ότι δεν είναι συμπτωματική. Αν πάλι δεν βρίσκετε καμία, χάνω τα λόγια μου.

Δεν με εκνευρίζουν τόσο τα παιδιά που συμμετέχουν σε αυτήν την εμετική πασαρέλα. Αυτοί που πραγματικά με εκνευρίζουν είναι όσοι την παρακολουθούν. Όλο αυτό το πανηγύρι των τρελών που ψάχνει να βρει τον επόμενο βασιλιά του για να τον στέψει με βρισιές, φτυσιές και κοροϊδίες.   

Δεν συμμετέχω σε αυτό το άθλιο θέαμα. Δεν το νομιμοποιώ. Εξακολουθώ να ελπίζω ότι κάποια στιγμή θα σταματήσει.
 
Στη φώτο ο σκουπιδόφρων του Big Brother κύριος Ανδρέας Μικρούτσικος.
Διαβαστε ακομα:

ΝΑ ΤΗΣ ΔΩΣΟΥΝ ΚΑΙ ΜΑΝΤΗΛΙ ΝΑ ΚΛΑΨΕΙ…