ΤΡΕΜΕΙ Ο ΘΡΟΝΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

 

Μιλάμε για φοβερά πράγματα. Όποιος πιάνει στο στόμα του το όνομα Σεργιανόπουλος πριν πει οτιδήποτε ξηγιέται πονηρά στο πούστικο ''Μ’ όλο το σεβασμό στη μνήμη του...''. Φοβερά πράγματα. Και μόνο ότι λέγεται εκ των προτέρων αυτή η κουβέντα για τον δολοφονηθέντα ηθοποιό επιδεικνύεται μια απέραντη ασέβεια και στον σκοτωμένο και στη μνήμη του. Έτσι είναι. Όταν τονίζεις, όταν υπερτονίζεις τη δήθεν δική σου… ευαισθησία για τη μνήμη ενός πεθαμένου, δίνεις μια άλλη επιπρόσθετη διάσταση για ό,τι… κακό και απαγορευμένο αφορούσε την προσωπική ζωή του Νίκου Σεργιανόπουλου.

Τρομακτικές λεπτομέρειες έχουν βγει στον αέρα με τη δολοφονία του ηθοποιού. Και πριν και, κυρίως, μετά τη δίκη του φονιά. Τα πρωτοσέλιδα. Και τα ερεθιστικά ρεπορτάζ με μπόλικο ψαχνό πράγματι ρουφιούνται από τον κόσμο. Δεν το συζητάμε αυτό, ότι γίνεται ένα εμπόριο δημοσιογραφίας του κώλου. Εμπορεύονται την προσωπική ζωή ενός ατόμου. Δεν λέω. Κι εγώ γουστάρω να μάθω τα πάντα. Να γίνω μπανιστής των προσωπικών δεδομένων ενός ξένου σε εμένα ανθρώπου. Δεν θα το παίξω, όμως, κωλομπαρίστικα, ο απόλυτος υποκριτής όταν μεταφέρω στον φίλο μου, στην παρέα μου ό,τι άκουσα, ό,τι διάβασα με το παραμύθι ''Θα σας πω τι έμαθα με… σεβασμό στη μνήμη του''.

 

Κατ’ αρχήν γιατί να είναι ανοικτό γήπεδο και με εξέδρες ολόγυρα η προσωπική ζωή ενός διάσημου, τέλος πάντων γνωστού, μετά το φυσικό ή πρόωρο θάνατό του; Δεν κατάλαβα. Υπάρχουν όρια μέχρι που θα φθάσει η κάμερα και η δημοσιογραφική περιέργεια όσο ζει…, κι αυτά τα όρια εξαφανίζονται αν ο κύριος ή η κυρία πεθάνει;

 

Δεν νομίζω ότι ο ίδιος ο Νίκος Σεργιανόπουλος είχε δώσει ποτέ την άδειά του να τον ξεσκίσουν τα ΜΜΕ, να τον διασύρουν μετά το τέλος του, όπως κι αν αυτό προκύψει. Θα πει ο παπαράτσης λειτουργός δημοσιογράφος και εκδότης ότι εδώ γίνεται μια δίκη, τα πράγματα λέγονται φανερά κι εμείς δεν λέμε ούτε λέξη παραπανήσια πέραν όσων καταθέτονται από τους μάρτυρες και λέγονται από τους δικηγόρους. Σε ποιόν τα λέτε αυτά, ρε;

 

Ποια δίκη; Ο δολοφόνος έχει βρεθεί. Κι έχει ομολογήσει. Τελειώσαμε. Κατόπιν τούτου η κοινωνία, αυτό το μπουρδέλο που λέγεται κοινωνία, γιατί ασχολείται με τον τρόπο που ασχολείται με το τι έκανε στην κρεβατοκάμαρα του ένας άνθρωπος; Ερωτώ. Τι ψάχνει η κοινωνία όταν καταργεί την κλειδαρότρυπα. Ποιες χαραμάδες και ποιοι φεγγίτες; Όλα ανοικτά. Πόρτες και παράθυρα. Όλα. Σχίστε και τις κουρτίνες. Θέλουμε να τα δούμε όλα. Κι όλα να τα ακούσουμε. Όλα.

 

Και λέγονται όλα, με το νι και με το σίγμα. Με... σεβασμό, όμως, στη μνήμη του Νίκου Σεργιανόπουλου. Τίποτα δεν αφήνουν να πέσει κάτω. Ούτε λέπι. Με σεβασμό στη μνήμη…, α, όλα κι όλα, τίποτα δεν μεταδίδεται, ούτε μια ατάκα που ιντριγκάρει και φωτογραφίζει το ποιος ήταν ο Σεργιανόπουλος. Με σεβασμό στη μνήμη του. Πώς, ρε, θα το έπαιζαν το έργο αν δεν σεβόντουσαν τη μνήμη του; Θα τον έστηναν στον τοίχο και θα τον έπαιρναν με την κάμερα. Μα, αυτό κάνουν.

 

Λες π.χ. για κάποιον ότι πλακώνει στο ξύλο την γυναίκα του ή πηδάει σεξουαλικά τον πατέρα του. Τι είναι αυτό; Τον χαρακτηρίζεις καλό άνθρωπο; Ένα υπόδειγμα κοινωνίας. Όχι, βέβαια. Ποια είναι η διαφορά της κατηγορίας από τη μη κατηγορία; Αν, δηλαδή, πεις για κάποιον ότι του αρέσει να αφοδεύει επάνω στο χαλί του σαλονιού, διότι είναι κοπρολάγνος, διότι νοιώθει υπέροχα και απελευθερωμένα μέσα σε σκατά, και μάλιστα αναφέρεσαι σε άτομα διάσημα, αλλά στο ρεπορτάζ δεν τον κατηγορείς τον ανώμαλο για την ανωμαλία του, έχει καμία διαφορά; Άντε, ρε. Σε ποιόν τα λέτε αυτά.

 

Υπάρχει Έλλην ποιητής, βραβευμένος, που πριν τη συνουσία ήθελε να λερώσει με τα χοντρά το πρόσωπό της συντρόφου του. Αναφέρομαι σε γεγονός. Αν εγώ βγάλω στον αέρα το όνομα του ποιητή και πω ότι αποκαλύπτω την ιδιαιτερότητά του με απόλυτο σεβασμό στη μνήμη του, είμαι οκέυ; Μην τρελαθούμε. Με το στόμα δεν εκφράζεται κανένας σεβασμός όταν τον άλλον στην πράξη τον ντροπιάζεις. Τον ''δίνεις'' στα ίσα. Που σημαίνει ότι θα δεχθώ να μου βγεις, κύριε δημοσιογράφε, και να μου πεις ότι έτσι πηδιέται π.χ. κι αυτό που έκανε είναι ανήθικο, αντικοινωνικό. Αυτό, ναι. Είναι μια στάση, με την οποία μπορεί κάποιος να συμφωνήσει, όπως και να διαφωνήσει.

 

Το πούστικο είναι το άλλο. Να γνωστοποιείς, είτε με τη δική σου πρωτοβουλία, είτε μεταφέροντας όσα ειπώθηκαν στη δίκη, που ολότελα σακατεύουν ένα άτομο, ένα νεκρό και να μας λες Μ’ όλο τον επιβαλλόμενο σεβασμό στη μνήμη του απολαύστε το ακόλουθο ρεπορτάζ μας το... δημοσιογραφικό.

 

Στέκομαι στην κουβέντα του δικηγόρου Αλέξη Στεφανάκη, ο οποίος με ελάχιστες λέξεις τα είπε όλα. Πώς οι περιγραφές των προσωπικών στιγμών του θύματος λειτουργούν στην πραγματικότητα σαν τιμωρία του, και ότι η οικογένεια του Νίκου Σεργιανόπουλου σκέφτεται ότι θα ήταν ίσως καλύτερα να μην είχε συλληφθεί ο δράστης. Αυτά είπε ο δικηγόρος της οικογένειας Σεργιανόπουλου. Φοβερά πράγματα. Καλύτερα να μην τον πιάνανε τον δολοφόνο, δηλαδή καλύτερα να μη γινόταν η δίκη, προκειμένου να γλυτώσει όσα γράφτηκαν και αφορούσαν την προσωπική ζωή του ηθοποιού.

 

Να πεις ότι ο Γεωργιανός αρνούνταν τη δολοφονία του Σεργιανόπουλου; Ότι δεν είμαι εγώ, ότι δεν πήγα μαζί του ή ότι δεν τον έχω συναντήσει ποτέ, δεν έχω καμία σχέση με τη δολοφονία. Εντάξει, να δούμε βίντεο αν οι δυο τους είχαν πάει παρέα στο σουπερμάρκετ να αγοράσουν μπύρες. Και τι λέει η καθαρίστρια του σπιτιού, ο θυρωρός και όποιος άλλος για να διαφωτισθεί η αστυνομική έρευνα και η δικαστική αλήθεια. Εδώ, όμως, δεν γίνονται αυτά τα πράγματα. Εδώ μαθαίνει όλη η Ελλάδα, τι; Να καταθέτει φίλος του Σεργιανόπουλου ότι το θύμα σύχναζε στα ίδια στέκια με εμένα, ότι εμφανιζόταν στα στενά της πλατείας Βικτωρίας φτιαγμένος με ναρκωτικά και αλκοόλ.

 

Ένας άλλος, καθηγητής θεάτρου, φίλος του Σεργιανόπουλου, τι κατέθεσε; Πώς ο ηθοποιός του έλεγε ότι του αρέσουν οι άσχημοι άνδρες, μάλιστα εκείνοι με «τερατικά» χαρακτηριστικά, άνδρες που δεν γύριζε άλλος να τους ρίξει μια δεύτερη ματιά. Φοβερά πράγματα. Γιατί λέγονται τέτοια πράγματα; Ότι ο Σεργιανόπουλος πήγαινε με άνδρες που έμοιαζαν σαν τέρατα, όχι απλώς ήταν άσχημοι, αλλά είχαν μύτη τερατώδη ή αυτιά τερατώδη, φάτσα που παρέπεμπε σε τελείως κακάσχημο άνδρα. Γιατί λέγονται αυτά;

 

Τι θέλει να μάθει η δικαιοσύνη; Μέχρι που φθάνει το δικαίωμα της κοινωνίας για να τσαλαπατάει την προσωπική ζωή ενός ανθρώπου, που στο φινάλε δεν είναι ο δολοφόνος του έργου, αλλά ο δολοφονηθείς; Δεν λέμε ότι δεν πρέπει να γίνει η δίκη. Λέμε για ποια καταραμένη αλήθεια ψάχνουν και στο όνομα αυτής γίνεται ένα ελεεινό στρηπτήζ της ζωής ενός ηθοποιού, λες να υποδύεται ο ίδιος στη σκηνή του θεάτρου το ρόλο της αληθινής ζωής του. Αυτό λέμε.

 

Δεν υπάρχει καμία δικαιολογία. Ότι, δηλαδή, η κοινωνία πρέπει να μάθει, όχι μόνον η δικαιοσύνη, αλλά η επιστήμη, η ψυχολογία, η εγκληματολογία, για το ποιο είναι το πραγματικό πορτραίτο του Νίκου Σεργιανόπουλου. Σε ποιον τα λένε αυτά; Ο δολοφονηθείς ηθοποιός δεν είναι μια εξόχως μοναδική περίπτωση. Ελάτε, τώρα. Να αναφέρω ονόματα, ιδιαίτερα καλλιτεχνών, μάλιστα διάσημων και επιτυχημένων, οι οποίοι εδώ και διακόσια χρόνια έκαναν και κάνουν το ίδιο, ακριβώς το ίδιο, όπως ο Νίκος Σεργιανόπουλος. Και δεν μιλάμε για «αθώες» αποκλίνουσες ομοφυλοφιλικές συμπεριφορές. Μιλάμε για γνήσιες ανδρικές πόρνες και για αγοραστές τυχαίων και περαστικών εραστών μια νύχτας.

 

Γιατί επιμένω όταν αναφέρομαι σε πασίγνωστα και επιτυχημένα ονόματα; Να τονίσω ότι μιλάει το πάθος. Η τρέλα. Ο άλλος δεν κρατιέται. Δεν υπολογίζει ότι είναι μια δακτυλοδεικτούμενη προσωπικότητα, και κατεβαίνει στο πεζοδρόμιο όλος πυρετό για να γαμηθεί. Το όνομά του, η καριέρα του, η ντροπή του, οι αναστολές του, ακόμα και το ρίσκο του κινδύνου να συνευρεθεί μ’ έναν άγνωστο άνδρα, όλα αυτά πάνε περίπατο. Είπαμε. Μιλάει το πάθος.

 

Έβγαζε τα γένεια του με κερί και ό,τι υπόλοιπο είχε μείνει από τρίχες για να το καθαρίσει χρησιμοποιούσε τσιμπιδάκι. Έκανε επαγγελματικό μακιγιάζ μ’ όλα τα υλικά που έχουν στο καμαρίνι τους οι ηθοποιοί ενώ τέντωνε το μέτωπό του προς τα επάνω με ειδικά σελοταίηπ. Και έβαζε περούκες. Γιατί; Μιλάμε για μέγα ποιοτικό Έλληνα συγγραφέα που πριν βγει να ψωνιστεί ήθελε να παρουσιάζεται ως γυναίκα. Και ξεγελούσε, αυτός που την ώρα της σεξουαλικής πράξης στεκόταν όπως η κάθε γυναίκα. Γνωστά πράγματα αυτά. Πότε παρίστανε τον άντρα, πότε τη γυναίκα. Είχε κάνει εγχείρηση στήθους στο Μιλάνο, είχε «φορέσει» βυζιά. Και φορούσε επίσης, στο χρώμα της σάρκας του έναν πολύ εφαρμοστό κορσέ.

 

Τι λέμε τώρα; Είπαμε. Μιλάει το πάθος. Όσκαρ Ουάιλντ, Φεντερίκο Λόρκα, Ζακ Κοκτώ, Κωνσταντίνος Καβάφης, Κώστας Ταχτσής. Άνθρωποι σοβαροί, σπουδαίοι, καλλιτέχνες και διανοούμενοι, προοδευτικοί, αριστεροί, τι σημασία έχουν αυτά. Είπαμε. Μιλάει το πάθος. Δεν ελέγχεται το πάθος, όχι βέβαια σ’ όλους. Όπως υπάρχουν και αδελφές ανέραστες, καταπιεσμένοι, δηλαδή πνίγουν τη φύση τους. Είπαμε έτσι κάποια ονόματα. Άνετα γεμίζουν βιβλίο τα ονόματα ομοφυλόφιλων, κορυφαίων στην τέχνη και τα γράμματα. Άλλοι σεμνοί, άλλοι αδίστακτοι προκειμένου να ικανοποιήσουν την ατίθαση σάρκα. Και άσε τι λένε οι θρησκείες. Τι να πούνε οι θρησκείες, δηλαδή; Δεν υπάρχει δόγμα να σου πει Ξεσκιστείτε, δώστε τα όλα, με άνδρες, με γυναίκες, με κατσίκες και σκύλους, όποια τρύπα βρείτε βουλώστε την. Τι να πούνε οι θρησκείες; Θεός σχωρέστον τον παπά μέχρι και τον πάπα, θα πουν, όταν τη βρίσκει μ’ άλλον άνδρα.

 

Ο Μωάμεθ, και εραστής, γυναικών εραστής, το έχει ξεκαθαρίσει στο Κοράνι, ότι και απαγορεύεται η ομοφυλοφιλία και τιμωρείται, κάποιες φορές μέχρι θάνατο. Τιμωρείται αυστηρά, λέει ο προφήτης. Τι είδους τιμωρία δεν θα σας πω, ό,τι θέτε κάνετε, κόψτε του τον πούτσο, στοκάρετε τον κώλο του, όπως νομίζετε. «Όποτε ένας αρσενικός καβαλάει έναν άλλον αρσενικό τότε ο θρόνος του Θεού τρέμει... » είπε επί λέξει ο Μωάμεθ.

 

Τι να κάνει ο κορυφαίος Αμερικάνος θεατρικός συγγραφέας Τενεσύ Ουϊλιαμς που έβγαινε τις νύχτες και την έστηνε στην γωνία για να ψωνίσει έναν γαμιά; Το ήξερε ότι ρεζιλευόταν, όμως η τεράστια καύλα μέσα του μιλούσε. Λοιπόν; Τι να κάνει ο Τενεσύ Ουϊλιαμς, για να δικαιολογηθεί; Να ψάξει τα απόκρυφα βουδιστικά και ινδουιστικά θρησκευτικά κιτάπια που δικαιολογούν τις σεξουαλικές αποκλίσεις, και αποδέχονται ό,τι παράγει ηδονή, που θεωρούν ότι στο νόημα της δημιουργίας του κόσμου ενυπάρχει η ερωτική επιθυμία, είτε είναι αλλόφυλη, είτε ομόφυλη.

Διαβαστε ακομα:

ΘΑ ΠΕΣΕΙ Ο ΑΚΡΟΒΑΤΗΣ, ΚΙ ΑΝ ΠΕΣΕΙ ΘΑ ΣΚΟΤΩΘΕΙ;