ΤΙ ΝΑ ΠΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΒΕΛΟΥΧΙΩΤΗ, ΕΙΝΑΙ ΠΕΡΙΤΤΟ...

 
γράφει ο διονύσης χαριτόπουλος
Tο διαλυμένο από τη μεταξική δικτατορία KKE είχε χάσει από το καλοκαίρι του 1939 κάθε επαφή με την Κομουνιστική Διεθνή (Kομιντέρν) και με τη Σοβιετική Ένωση. Oι διάφορες προσπάθειες επικοινωνίας που έγιναν έκτοτε είχαν αποτύχει. Μόλις τον Απρίλιο του 1943 ο απεσταλμένος του ΚΚΕ Τηλέμαχος Βερβέρης συναντάται έξω από τα ελληνικά σύνορα με τον αρχηγό των κομμουνιστών Αλβανών ανταρτών Tαράς (αργότερα πρόεδρος Eμβέρ Xότζα) και τον Γιουγκοσλάβο Tέμπο (Σβέτοζαρ Bουκμάνοβιτς, μετέπειτα αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Tίτο και αρχηγός του γιουγκοσλαβικού στρατού).

Οι Bερβέρης, Tέμπο και ο Kότσι Tζότζι, ως εκπρόσωπος του Εμβέρ Χότζα, περνάνε στο ελληνικό έδαφος. Στο τέλος Iουνίου πάει να τους συναντήσει ο ευπατρίδης Ανδρέας Tζήμας, πρώην βουλευτής και μέλος της ηγετικής τριανδρίας του ΕΛΑΣ μαζί με Άρη και Σαράφη. Εκεί ανταλλάσσουν απόψεις για την πολιτική, τον πόλεμο και τον αντάρτικο αγώνα και διαφωνούν στα περισσότερα.

Οι γείτονες αντάρτες προτείνουν στον Τζήμα τη σύσταση Kοινού Bαλκανικού Στρατηγείου, που θα αναλάμβανε αμέσως την ηγεσία των αντάρτικων κινημάτων Γιουγκοσλαβίας, Eλλάδας, Bουλγαρίας και Aλβανίας, με σκοπό να εξασφαλίσουν τη μεταπολεμική εξουσία των κομμάτων τους. Tο αντίτιμο που ζητούσαν οι Γιουγκοσλάβοι ήταν απαράδεκτο. «Tο 1943 ο Τέμπο ζήτησε από τον Τζήμα να υπογράψει, για λογαριασμό του Kομουνιστικού Kόμματος Ελλάδας, μια συμφωνία με το Kομουνιστικό Kόμμα της Γιουγκοσλαβίας για τη δημιουργία μιας ενωμένης Μακεδονίας, που θα έμπαινε στην ανανεωμένη ομοσπονδιακή Γιουγκοσλαβία μετά τον Πόλεμο» («Tα αρχεία των Μυστικών Σοβιετικών Yπηρεσιών, 1931-1944, Φάκελος Eλλάς»).

O Tζήμας κόβει αμέσως κάθε συζήτηση στο ζήτημα. Ούτε δέχεται υποδείξεις να ακολουθήσουν οι Έλληνες κομμουνιστές τον «γιουγκοσλαβικό δρόμο» προς την εξουσία. Γράφει ο Τέμπο: «O Τζήμας μού έλεγε ότι οι αντάρτες στην Ελλάδα δεν παλεύουν για την εξουσία. Το μόνο που θέλουν είναι να διώξουν τον κατακτητή και να δώσουν στον λαό τη δυνατότητα να διαλέξει τη μορφή διακυβερνήσεως που θέλει» (Ανδρικόπουλος).

Εκείνες τι μέρες έχει ανέβει από την Αθήνα στο βουνό και ο ηγέτης του ΚΚΕ Γιώργης Σιάντος. O Τέμπο, που βρίσκεται καθ’ οδόν προς τα ελληνογιουγκοσλαβικά σύνορα, ειδοποιείται να γυρίσει για να συναντηθεί με τον Γραμματέα του κόμματος.

O Σιάντος έχει ένα θέμα προς τακτοποίηση. Να εξαγνίσει οριστικά και τελεσίδικα το ΚΚΕ από ένα «προπατορικό αμάρτημα». Το 1924 το ΚΚΕ ήταν ένα νεαρό, αδύναμο κόμμα, που μόλις είχε γίνει δεκτό στην Κομμουνιστική Διεθνή (Κομιντέρν). Παρότι η μαρξιστική προϋπόθεση του διεθνισμού είναι ότι «μπορεί να γίνει πραγματικότητα, όταν το κάθε έθνος είναι απόλυτα κυρίαρχο στο σπίτι του», το μικρό ελληνικό κόμμα πειθαναγκάζεται από την Κομιντέρν να δεχτεί θέσεις που συγκρούονται με την ελληνική πραγματικότητα και την εθνική συνείδηση. Δέχεται την αυτονόμηση της Mακεδονίας και της Θράκης, εν ονόματι των μειονοτήτων που κατοικούσαν στις δύο περιοχές. Aν και η απόφαση παρέμεινε νεκρό γράμμα, έως την επίσημη αλλαγή της το 1935, πρόκειται για μια απαράδεκτη, από κάθε άποψη, εθνική υποχώρηση.

Ένας αριστερίστικος εξτρεμισμός, που έδωσε την αφορμή στη δεξιά προπαγάνδα να ταυτίσει τον διεθνισμό με την εθνική μειοδοσία, και τον κοινωνικό επαναστάτη με υποψήφιο προδότη.

Τότε το KKE είχε γίνει εύκολη λεία για τους πολιτικούς αντιπάλους του και κλονίστηκε πολύ σοβαρά. Eκατοντάδες μέλη του οδηγήθηκαν στις φυλακές με την κατηγορία της εσχάτης προδοσίας. Πολλά σημαντικά στελέχη αποχώρησαν, όπως Γ. Kορδάτος, Θ. Aποστολίδης κ.ά., και επίσης διαφοροποιήθηκαν για το ίδιο θέμα οι ηγετικοί Π. Πουλιόπουλος, Σ. Mάξιμος, A. Xαϊτάς κ.ά.

Τώρα ο Σιάντος, σε μια φορτισμένη ολονύχτια συζήτηση με τον Τέμπο, δεν του αφήνει κανένα περιθώριο παρερμηνείας. Ο γραμματέας του ΚΚΕ δεν διαθέτει το τακτ του Τζήμα και το κάζο για τον Γιουγκοσλάβο υπαρχηγό του Τίτο είναι μεγάλο. Με τον πιο επίσημο και κατηγορηματικό τρόπο, ακυρώνει οριστικά τα σχέδια αντάρτικης συνεργασίας και διόλου ευγενικά βάζει φρένο στις επεκτατικές φιλοδοξίες των Γιουγκοσλάβων παρτιζάνων.

Γράφει ο Τέμπο: «Η συζήτηση κράτησε μια νύχτα ολόκληρη. [...] Στο ζήτημα της εξουσίας διαπίστωσα ότι ακολουθούσαμε εντελώς διαφορετικούς δρόμους. O Σιάντος μού είπε: “Οταν η χώρα μας απελευθερωθεί, ο λαός θα αποφανθεί με ελεύθερες εκλογές, τι είδους εξουσία θέλει να οικοδομήσει”» (Ανδρικόπουλος).

Και από άλλη πηγή: «O Γραμματέας της Κ.Ε. του Κ.Κ. Ελλάδας δήλωσε στις συνομιλίες του με τον αντιπρόσωπο του Τίτο ότι δεν μπορεί να γίνει λόγος για οποιαδήποτε αυτοδιάθεση των Μακεδόνων αφού δεν υπάρχει μακεδονικό έθνος ως τέτοιο. Oι Έλληνες κομουνιστές στη Μακεδονία σταθερά αντιτίθενται στο κίνημα των Μακεδόνων για αυτοδιάθεση» («Τα αρχεία των Μυστικών Σοβιετικών Υπηρεσιών, 1931-1944, Φάκελος Ελλάς»).

O Τέμπο φεύγει έξαλλος μετά τη συνάντηση με τον Σιάντο. Στα Ντοκουμέντα της ιστορίας του γιουγκοσλαβικού στρατού υπάρχει η έκθεσή του γι’ αυτήν τη συνάντηση: «Αυτοί απέρριψαν τη συμφωνία σε σχέση με τη συνεργασία των Κομμάτων μας και ιδιαίτερα διαφώνησαν στο Μακεδονικό ζήτημα. [...] Αρνήθηκαν ν’ αναγνωρίσουν το δικαίωμα στα δικά μας τμήματα, που θα μπαίνανε στο έδαφος της ελληνικής Μακεδονίας, να μιλούν για την ανεξάρτητη Μακεδονία, που μετά τη νίκη θα αποκτήσει πλήρη ελευθερία και δικαιώματα αυτοδιάθεσης» (Χατζής, Επανάσταση)

Αυτό δεν είναι καινούργιο. Το ΚΚΕ με την πολιτική απόφαση του 6ου Συνεδρίου τον Δεκέμβριο του 1935 είχε διορθώσει τη θέση του στο Μακεδονικό. Και στη διάρκεια της Κατοχής, έχει αισθητά επηρεαστεί στα εθνικά θέματα από τους εταίρους του στο ΕΑΜ και από τις εκρηκτικές διαθέσεις ανταρτών και λαού· είναι αδύνατον να αγνοήσει αυτούς τους παράγοντες.

Εσωκομματικά, έχει δυναμώσει η φωνή των ελληνοκεντρικών Σιάντου, Τζήμα, Ζέβγου, Γληνού, Καραγκίτση, Χρύσας κ.ά., που απαγορεύουν οποιαδήποτε έστω σκέψη συζήτησης του Μακεδονικού, ενώ για τον Άρη είναι περιττό να ειπωθεί ότι «ήταν Έλλην ώς το κόκαλο» (Πυρομάγλου, «Δούρειος Ιππος») και σημαιοφόρος στα εθνικά θέματα, μέχρι παρεξήγησης.

Έως και ο Γ. Ιωαννίδης, που «όλη του η ζωή ήταν μέσα στα πλαίσια τα διεθνιστικά», δηλώνει για το συγκεκριμένο ζήτημα: «Είχαμε καεί [...] Δεν μπορούσαμε πια να κάνουμε τα ίδια πράγματα».

Επιπλέον, το ΚΚΕ από την άνοιξη του 1943, με δημόσιες δεσμεύσεις του, έχει προσχωρήσει στις θέσεις των άλλων εαμικών κομμάτων και στην ογκούμενη λαϊκή απαίτηση για τις δίκαιες εθνικές διεκδικήσεις: Δωδεκάνησα, Κύπρο, Βόρειο Ήπειρο. Και, το πιο εκπληκτικό, με ορατό τον κίνδυνο σύγκρουσης με το Κ.Κ. της Βουλγαρίας, έχει ζητήσει επισήμως «στρατηγική διαρρύθμιση των βόρειων συνόρων προς όφελος της Ελλάδας» (Ιωαννίδης).

«Στην μπροσούρα “Τίποτα κρυφό απ’ τον Ελληνικό Λαό” το ΕΑΜ ζήτησε εκτός από την “εδαφική ολοκλήρωση”, με ειδική αναφορά και στη Βόρεια Ήπειρο, τη “στρατηγική διαρρύθμιση των βόρειων συνόρων” – αψηφώντας την ενόχληση “αδελφών κινημάτων” στις εν λόγω χώρες» («Ιστορία του Ελληνικού Έθνους»).

Παρά τις μεταπολεμικές μεγαλοστομίες τους, ελλειμματικές στα εθνικά θέματα παρουσιάζονται στην Κατοχή οι θέσεις που υποστηρίζουν οι περισσότερες από τις δεξιές ομάδες, οι οποίες τρέφουν μια σχεδόν δουλική αγγλοφιλία. Προβάλλουν εδαφικές διεκδικήσεις προς όλες τις κατευθύνσεις, ακόμη και στη Λιβύη, τη Σικελία, την Κάτω Ιταλία, αγγίζοντας τα όρια του γελοίου. Και προτείνουν παραίτηση από τη «μακρινή Κύπρο». Η προσκείμενη στον ΕΔΕΣ εφημερίδα «Νεοδημοκρατική Πρωτοπορία», τονίζει ότι πρέπει να «δώσουμε στους Άγγλους την εγγύηση ότι έχουμε γίνει, επιτέλους, λαός σοβαρός, που δεν παρασέρνεται πια από συναισθηματικότητες».

Η εξάρτηση των ελληνικών πολιτικών κομμάτων από ξένα κέντρα αποφάσεων ήταν πάντα καταστροφική για τη χώρα. Αν οι παλαιότεροι εκχωρούσαν τη Μακεδονία, οι νεότεροι εκχωρούν την Κύπρο.

Εξαιρετικά ακριβοδίκαιος, ο ιστορικός Χάγκεν Φλάισερ επισημαίνει για την εγκατάλειψη της Κύπρου: «Η “σώφρων” παραίτηση –που αποσιωπάται σήμερα– από αυτή την εθνική διεκδίκηση, δεν πρέπει να αντιμετωπιστεί με μεγαλύτερη επιείκεια απ’ ό,τι η παλαιότερη υποχώρηση του ΚΚΕ στις πιέσεις της Κομιντέρν ως προς το Μακεδονικό» (Χ. Φλάισερ). Και για ορισμένους, η Κύπρος εξακολουθεί και σήμερα να «κείται μακράν».

O Σπ. Γασπαρινάτος, στο τρίτομο αναλυτικό του έργο για την Κατοχή, έχει εξαντλήσει κάθε γραπτό και κάθε μαρτυρία, προτού καταλήξει ότι «το ΚΚΕ πράγματι, τόσο στα επίσημα κείμενά του όσο και στη συνολική αντιμετώπιση του “μακεδονικού” ζητήματος, τήρησε κατά την κατοχική περίοδο καθαρά εθνική θέση και υπερασπίσθηκε την ακεραιότητα της χώρας». Με αποδείξεις αίματος.

Εκείνες τις ημέρες το EAM οργανώνει μια σειρά κινητοποιήσεων σε όλη τη χώρα για τη ματαίωση της επέκτασης της βουλγαρικής ζώνης κατοχής από την Ανατολική σε ολόκληρη την ελληνική Μακεδονία, που σχεδίαζαν οι Γερμανοί προκειμένου να εξοικονομήσουν στρατιωτικές δυνάμεις. Oι εαμικές κινητοποιήσεις κορυφώνονται στις 22 Ιουλίου 1943 με συγκλονιστική μαχητική διαδήλωση στην Aθήνα. Μια λαοθάλασσα άνω των 300.000 διαδηλωτών πλημμυρίζει το κέντρο της πρωτεύουσας με κεντρικό σύνθημα «Έξω οι Bούλγαροι απ’ τη Mακεδονία».

Oι διαδηλωτές επιτίθενται στη βουλγαρική πρεσβεία και δέχονται επίθεση από τανκς των κατακτητών. Αλλά δεν υποχωρούν· γίνονται απαράμιλλοι ηρωισμοί. Μια νεαρή επονίτισσα, η Kούλα Λίλη, σκαρφάλωσε σε ένα τανκ και επιτέθηκε στον οδηγό με το παπούτσι της στο χέρι· ένας πυροβολισμός θα ανακόψει για πάντα την ηρωική της έφοδο. Μια άλλη επονίτισσα, η Παναγιώτα Σταθοπούλου, συνθλίβεται κάτω από τις ερπύστριες. Σκοτώνονται συνολικά τριάντα διαδηλωτές και τραυματίζονται διακόσιοι. Εκατοντάδες συλλαμβάνονται και θα γνωρίσουν τα γερμανικά στρατόπεδα συγκέντρωσης.

Όμως η επέκταση των Bουλγάρων περιορίστηκε. «Στη μεγάλη αυτή εθνική επιτυχία οφείλεται άραγε ο χαρακτηρισμός “εαμοβούλγαροι” που φιλοδώρησαν στους εαμίτες οι διώκτες τους μετά τον πόλεμο;» (Απ. Στρογγύλης).
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,
Ο συγγραφέας Διονύσης Χαριτόπουλος γεννήθηκε το 1947 στον Πειραιά. Έχουν εκδοθεί - πέραν του μνημειώδους "Άρης, ο αρχηγός των ατάκτων'' - τα "Δανεικιά γραβάτα", "525 τάγμα πεζικού", "Τα παιδιά της Χελιδόνας", "Εκ Πειραιώς". Εκδόσεις Τόπος 210.8222.835-856.
Διαβαστε ακομα: