ΜΑΥΡΑΓΟΡΙΤΗΣ ΠΑΤΡΙΩΤΗΣ

 

Η κυρία πρόεδρος της ποδοσφαιρικής ομάδος κατηγορείται για υπεξαίρεση 4,5 εκ. ευρώ και κινδυνεύει να ξαναμπεί στη φυλακή, αυτή τη φορά για διαφορετικό λόγο. Δικιά της είναι η ομάδα, μεγαλομέτοχος είναι, όμως το μαγαζί είναι ανώνυμη εταιρεία και μια εμπορική επιχείρηση, μια ΠΑΕ οφείλει να λειτουργεί σύμφωνα με τους νόμους του κράτους. Επί της προεδρίας της πουλήθηκαν δέκα ποδοσφαιριστές την περίοδο 2000-03, με τρόπο που δεν κρίνεται καθαρός, νόμιμος. Γνωστά πράγματα. Κάνει συμφωνία η προεδράρα να πάρει αυτό το πακέτο από κανάλι, έναντι της παραχώρησης τηλεοπτικών δικαιωμάτων ή βγάζει στο σφυρί μια παικτούρα και τα λεφτά δεν καταλήγουν στο ταμείο της ΠΑΕ αλλά στη τσέπη του μεγαλομετόχου ή σε κάποια άλλη εταιρεία του. Γνωστά πράματα. Και τι να πεις όταν η προεδράρα λέει ''Εγώ κονόμησα από την ομάδα, εγώ που έχω αδειάσει τις τσέπες μου για την ομάδα;''. Ο νόμος είναι νόμος, όμως. Παραμύθια. Ο νόμος δεν είναι νόμος όταν το κράτος είναι της πλάκας, όπως αν η προεδράρα είναι διαπλεκόμενος και έχει την κάλυψη της κυβέρνησης, έχει ειδικές σχέσεις με τις μυστικές υπηρεσίες της χώρας ή την παραστυνομία. Γνωστά πράγματα;

Βεβαίως γνωστά, για όποιον καταλαβαίνει . Για όποιον «διαβάζει» την καθημερινότητα. Κάποια πράγματα μιλάνε μόνα τους. Δεν είναι ανάγκη να κάνει τον πονηρό ένας ρεπόρτερ ή να το ρίξει στις καταγγελίες κάποιος επώνυμος. Αφήνουμε την ακαδημαϊκή κουβέντα και, χωρίς να αλλάξουμε θέμα, μιλάμε πιο συγκεκριμένα.

Μιλάμε για το πρώτο αιδοίο της χώρας. Κι αν δεν είναι η πιο δυνατή γκόμενα, η πιο όμορφη, τουλάχιστον έτσι θεωρείται από τους συμπατριώτες της. Η Σβετλάνα είναι σίγουρα η δημοφιλέστερη τραγουδίστρια της Σερβίας. Το πρώτο όνομα μακράν. Αγριολαϊκά τραγούδια βέβαια στο ρεπερτόριο της, μουσική ανατολική μπερδεμένη με τη παραδοσιακή της Σερβίας. Ας την πούμε λαϊκό – φολκ. Όπως η Βίσση και η Βανδή είναι λαϊκό – ποπ. Η χήρα του Αρκάν, του περιβόητου Αρκάν, που την γουστάρει κάργα η σέρβικη νεολαία, είναι ως μέγεθος Βίσση, Βανδή, Παπαρίζου μαζί. Και είναι η πρώτη Σέρβα τραγουδίστρια που βραβεύτηκε από το MTV, το 2006, τη χρονιά που έκανε το πάρτυ των γενεθλίων της, τότε γιόρταζε τα 33 της χρόνια με συναυλία μπροστά σε 100.000 κόσμο. «Σας ευχαριστώ…, σας ευχαριστώ για την υποστήριξη σας σε στιγμές οδύνης…» είπε από τα μικρόφωνα η πρώην πρόεδρος ποδοσφαιρικής ομάδος και πρώην πρόεδρος του ακροδεξιού κόμματος της Σερβίας. Και τα δύο, και το κόμμα και την ομάδα, την πρωταθλήτρια Σερβίας 1998, τα κληρονόμησε από τον δολοφονημένο άντρα της, τον Ζέλικο Ραζνάτοβιτς, παγκοσμίως γνωστό Αρκάν. Μπίγκ στόρυ το έργο.

Ευχαρίστησε, λοιπόν, τον κόσμο η διάσημη Τσέτσα, έτσι την λένε όλοι την Σβετλάνα, για την ηθική συμπαράσταση, διότι δεν έχει ξεπεράσει την απώλεια του άντρα της, άλλο ότι κυκλοφόρησαν έντονα οι φήμες ότι έμπλεξε ερωτικά με το μεγάλο γιο του Αρκάν, που είναι δύο χρόνια μικρότερος της. Επίσης το 2006, η Τσέτσα έκανε μια ακόμα εντυπωσιακή εμφάνιση, πάντα με τα μισά βυζιά έξω, αυτό είναι σήμα κατατεθέν της, να φαίνονται τα μπαλκόνια της, στη γιορτή του Δημοκρατικού κόμματος «Νέα Σερβία» του τότε πρωθυπουργού Μίροσλαβ Κοστούνιτσα. Σ’ όλα μέσα η κυρία. Κι αν αξίζει να το στήσουμε στη σέντρα αυτό το big story είναι επειδή αφορά τη γειτονιά μας και την εποχή μας, δεν συνέβη σε χρόνια ξένα και μακρινά από τα δικά μας.

Αφήνουμε για λίγο στην άκρη «την βασίλισσα των βαλκανίων», όπως αποκαλείται στην πατρίδα της η Τσέτσα, η Σβετλάνα Βελιτσκόβιτς, και ας ρίξουμε την κάμερα στον Ζέλικο Ραζνάτοβιτς. Και το τελευταίο που θα μας απασχολήσει είναι ποιος τον καθάρισε, ποιος κρυβόταν πίσω από τη δολοφονία του στις 12 Ιανουαρίου το 2.000 στο προθάλαμο του ξενοδοχείου Ιντερκοντινένταλ στο Βελιγράδι. Απλά αναφέρω ότι οι κατηγορούμενοι ήταν οι Μίλαν Ντζουρισιτς, Ζόραν Νίκολιτς, που «ομολόγησαν» μετά από βασανισμό, και ο αστυνομικός Ντομπροσαβ Γκαβριτς, που τραυματίστηκε τη στιγμή της δολοφονίας του Αρκάν και στη δίκη εμφανίστηκε σε αναπηρικό καροτσάκι.

Ο Αρκάν γεννήθηκε το 1952 από πατέρα αξιωματικό του στρατού, ο οποίος ήθελε να μπει στο στρατό και ο γιός του. Αυτός, όμως, που δεν έκανε κέφι με τίποτα να κάνει καριέρα στρατιωτικού έγινε ο μεγαλύτερος ίσως παγκοσμίως αρχηγός παραστρατιωτικής συμμορίας, έφτιαξε τους πασίγνωστους «τίγρεις». Κανονικό στρατό, στην υπηρεσία της πατρίδας υποτίθεται, που συγκροτήθηκε από τομάρια με πρώτο προσόν την ικανότητα να σκοτώνουν. Εκπαιδευμένοι δολοφόνοι και γαμώ την πειθαρχία τους και την αφοσίωση στον αρχηγό, τον Αρκάν. Δεν μιλάμε για μπόντυγκαρντ γάμα εθνικής και μπράβους που συνοδεύουν επώνυμους και θα κλάσουν στα δύσκολα. Ούτε για ψευτομεροκάματα της νύχτας. Μιλάμε για βαλκάνιους σαμουράϊ, εξοπλισμένους σύγχρονα, που εκτελούσαν διαταγές πατριωτικές στον εμφύλιο πόλεμο αλλά και μαυραγορίτικες μπίζνες.

Ο Αρκάν ξεκίνησε ως αρχηγός των οργανωμένων οπαδών του Ερυθρού Αστέρα. Και ήταν αρχηγός! Αυτή είναι η φύση του. Αρχηγός. Το γήπεδο του είναι στην παρανομία, όμως. Και το άλλο που τον χαρακτηρίζει είναι ότι γεννήθηκε φονιάς. Το παρατσούκλι «Αρκάν» το πήρε, του το έδωσαν, από τον πρωταγωνιστή μιας τηλεοπτικής πολεμικής σειράς που έδειχνε σέρβικο κανάλι. Αρκάν τον λέγανε το παλληκάρι, Αρκάν του έμεινε του αρχηγού της εξέδρας. Κι όταν επί Μιλόσεβιτς οι ΗΠΑ ξεκίνησαν τους βομβαρδισμούς στη Γιουγκοσλαβία ο «Αρκάν» έπιασε επιτόπου δουλειά. Δεν πήρε από κανέναν εντολή. Μόνος του αποφάσισε να γίνει «ήρωας», εθνικός. Στρατολόγησε τα πιο σκληρά καρύδια από τους οργανωμένους οπαδούς του Ερυθρού Αστέρα και ξεκίνησε το παιχνίδι του, τις σφαγές στη Βοσνία και την Κροατία, με το δικό του προσωπικό σύνταγμα, τους 1000 – 1200 «τίγρεις». Γι’ αυτό χαρακτηρίστηκε εγκληματίας πολέμου και τον καταζητούσαν Ιντερπόλ και ΝΑΤΟ και όλη η Δύση ήθελε να τον δικάσει στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης.

«Στα παπάρια μου η Χάγη!» είπε στα ίσα ο Αρκάν. «Πουλημένο δικαστήριο είναι η Χάγη κι αν πρέπει κάποιοι δικαστούν είναι ο Κλίντον, ο Σολάνα και η Ωλμπράιτ… Άντε γαμηθείτε, εγώ είμαι στην πατρίδα μου, αυτοί ήρθαν εδώ… Σκότωνα κόσμο; Ναι, σκότωνα, αλλά τον εχθρό… Αν δεν ήταν οι τίγρεις δεν θα έμενε ζωντανός Σέρβος στη Βοσνία». Μάλιστα. Και γιατί θα πει ο αφελής, ο μη γνωρίζων, γιατί οι Βόσνιοι να μισούν τους Σέρβους; Δεν μπορεί, κάτι θα τους έχουν κάνει οι Σέρβοι. Δεν μισείς τον άλλον αν δεν έχεις υποφέρει απ’ αυτόν. Δεν είναι τυχαίο, δεν νομίζω, που λέει και ο γυαλάκιας στη διαφήμιση, που τα σουξέ της Τσέτσας απαγορεύονται να ακούγονται σε Βοσνία – Ερζεγοβίνη και Κροατία. Και, για να μη ξεχνιόμαστε, μέχρι προχθές, μέχρι μόλις δέκα χρόνια πριν, Κροατία και Βοσνία, όπως Σκόπια και Μαυροβούνιο, και Σλοβενία ήταν όλοι μαζί ένα κράτος με τους Σέρβους. Όλοι ίσοι, μόνο που οι Σέρβοι ήταν πιο ίσιοι από τους άλλους. Το παραμύθι. Σλοβακία – Τσεχία ένα πράμα είναι το ίδιο, κάνε τους ένα μαγαζί, όπως Κοζάκοι π.χ. και Λιθουανοί, Ρουμάνοι και Μολδαβοί.

Μόνο τυχαίο άτομο δεν είναι ο Αρκάν. Ένας τρελός θα μας πει ότι είναι στημένος. Ποιος να τον στήσει; Ο κανένας. Για να στήσεις κάποιον πρέπει εσύ, ο στήνων, να είσαι κατάσταση. Να έχεις οργάνωση, υποδομές, παράδοση εξουσιαστικού μηχανισμού. Μετά τον πόλεμο, από το 1944 και μετά στα βαλκάνια στήθηκαν μπουρδέλα. Κράτη μη κράτη. Γνήσια καφενεία. Η Ελλάδα από τη μια πλευρά, και στην ίδια πλευρά η Τουρκία, και από τη άλλη τα κομουνιστικά καθεστώτα που τα κυβερνούσαν αληταράδες ή μουνόπανα. Τσαουσέσκου, Ζίφκωφ και σια. Και όπως είχε την ιδιαιτερότητά του ο Χότζα στην Αλβανία, έτσι και ο Τίτο στην ενωμένη Γιουγκοσλαβία.

Δεν πήγε στη σχολή Ευελπίδων της Σερβίας ο Αρκάν κι έγινε μπάρμαν σ’ ένα καφέ – ρεστωράν. Στο αίμα του όχι μόνον η παρανομία και ο φόνος αλλά και οι μπίζνες. Το αγόρασε το μαγαζί που δούλευε και όπως είπαμε, όταν άρχισε να γαμάει και να δέρνει με τον ιδιωτικό του στρατό, τους Τίγρεις του, έστησε μια αυτοκρατορία επιχειρήσεων. Από κατασκευαστικές εταιρείες μέχρι καταστήματα μόδας. Ακόμα και οι κληρονόμοι του, οι τέσσερις γυναίκες του και τα οκτώ παιδιά του, δεν ξέρουν ποια είναι ακριβώς η περιουσία του.

Ο Μίλος Ομπίλιτς ήταν ο Καραϊσκάκης, ο Παπαφλέσας, ο Ανδρούτσος, κάποιος απ’ αυτούς, της Σερβίας. Ήταν το παλληκάρι της ορθόδοξης πατρίδας που καθάρισε τους οθωμανούς στο Κοσυφοπέδιο, τότε στα χρόνια της τουρκοκρατίας. Ίδρυσε, μάλλον επανίδρυσε μια ομάδα ο Αρκάν, φανατικός του ποδοσφαίρου, και της έδωσε το όνομα «Ομπίλιτς». Η ομάδα βγήκε πρωταθλήτρια στην Β΄ εθνική το 1997 και πρωταθλήτρια στην Α΄ εθνική το 1998. Δεν προκρίθηκε, όμως, στους ομίλους του τσάμπιονς λήγκ διότι στα προκριματικά αποκλείστηκε από την Μπάγερν.

Το 1995 ο οπλαρχηγός ή γκάγκστερ Αρκάν, ο οπλαρχηγός και γκάγκστερ μαζί, παντρεύτηκε την Τσέτσα και στην εκκλησία παρουσιάστηκε με επίσημη στρατιωτική στολή αξιωματικού κι ένα τεράστιο σταυρό χριστιανικό που κρεμόταν στο στήθος του από μια χοντρή καδένα. Τα τηλεοπτικά πλάνα μεταδόθηκαν σ’ όλον τον κόσμο. Η νύφη δήλωσε ότι παντρεύτηκε τον πιο θαρραλέο άντρα της Σερβίας. Παρόντες στο γάμο, όπως και στην κηδεία του, όλα τα νέα τζάκια της Σερβίας, οι νεόπλουτοι που είχαν χοντροκονομήσει μετά το 1990 εκμεταλλευόμενοι τον εμφύλιο πόλεμο. Έτσι συμβαίνει. Μέσα από κάθε ανώμαλη εποχή ξεπετιούνται οι πονηροί.

Τον Μάρτιο του 2003 δολοφονείται ο πρωθυπουργός της Σερβίας Ζόραν Τζίντζιτς και ήταν επόμενο οι υποψίες να πέσουν στην σέρβικη μαφία, δηλαδή στους πρώην τίγρεις του Αρκάν που είχαν διασπαστεί και έλεγχαν τον υπόκοσμο. Η δολοφονία του πρωθυπουργού έκανε αίσθηση στην Ευρώπη, που τη χαρακτήρισε δουλειά της σέρβικης μαφίας και δικαιολογημένα πίεσε να χτυπηθεί το οργανωμένο έγκλημα. Η αστυνομία συνέλαβε 750(!) μέλη συμμοριών και τους έκλεισε μέσα. Περισσότερο για να δώσω μία εικόνα στη μετά Μιλόσεβιτς Σερβία κι όχι για την Ιστορία, δύο λόγια για τον πόλεμο των δύο συμμοριών που είχαν το επάνω χέρι στα ναρκωτικά, στις απαγωγές, τους εκβιασμούς, τις δολοφονίες με πρωταγωνιστές επίλεκτα καθάρματα του Αρκάν. Λοιπόν. Η συμμορία του Σούρτσιν παρέδωσε τα πρωτεία στη συμμορία Ζεμούν στην οποία το κουμάντο, κατά σειρά, είχαν ο «Λύκος», κατά κόσμο Ζόραν Βουκόγιεβιτς, ο «Λαθρέμπορος» ή Ντράγκαν Νίκοβιτς, ο «Ποντικός» ή Μλαντικ Μίσιτς και, τελικά, η περισσότερο αξιοσημείωτη φιγούρα του Αρκάν Μίλοραντ Λούκοβιτς, πιο γνωστός ως «Λέγκια», σκοτώστρα ολκής, που στρατολογήθηκε από τον αρχηγό της σέρβικης ΚΥΠ Γιόβιτσα Στανισιτς και βρέθηκε από τους τίγρεις στους «Κόκκινους Μπερέδες», της οποίας ανέλαβε αρχηγός το 1998. Πιστός σκυλί του Μιλόσεβιτς ο Λέγκια τη σκαπουλάρησε διότι τακίμιασε με την κυβέρνηση, επί Τζίντζιτς. Μέσα στους ύποπτους για συμμετοχή στην δολοφονία του πρωθυπουργού και η Τσέτσα που φυλακίστηκε για τέσσερις μήνες επειδή στο σπίτι της βρήκαν όπλα, πυρομαχικά, στρατιωτικό υλικό, όλα κρυμμένα σε θωρακισμένο καταφύγιο.

Όταν παντρεύτηκε την Τσέτσα (φώτο), με την οποία έκανε και μ’ αυτήν δυο παιδιά, ο Αρκάν έστειλε την προηγούμενη σύζυγο του Ναταλί με τέσσερα παιδιά του να μείνουν σε βίλα στην Αθήνα. Την Ναταλί Μαρτίνοβιτς την γνώρισε όταν αυτή ήταν προσωπική δασκάλα της εξώγαμης κόρης του. Μετά τη δολοφονία του Αρκάν η Ναταλί επέστρεψε στο Βελιγράδι και διεκδίκησε στα δικαστήρια από την Τσέτσα το εντυπωσιακό νεοκλασικό σπίτι, κοντά στο γήπεδο του Ερυθρού Αστέρα, που είχε αγοράσει ο αρχηγός. Ο Μιχαϊλο, ο 35χρονος σήμερα γιός του Αρκάν, από τον πρώτο γάμο του με μια Σουηδέζα, που είναι ιδιοκτήτης κινητής τηλεφωνίας, πήρε το μέρος της Τσέτσας, να γιατί κυκλοφόρησε ότι μεταξύ τους υπάρχει απόκρυφος ερωτικός δεσμός.

Τι γίνεται σήμερα στη Σερβία; Αυτό που είχε ξεκινήσει από τον φιλοδυτικό πρωθυπουργό Τζίντζιτς. Το κράτος, μετά από πιέσεις της Ευρώπης προσπαθεί να καθαρίσει τα μεγάλα κεφάλια της σέρβικης μαφίας, κάθε ισχυρό πλοκάμι στον υπόκοσμο που αναπτύχθηκε μετά τη διάλυση των τίγρεων.

Διαβάστε ακόμα:

ΜΙΑ ΑΛΗΘΙΝΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΦΥΛΑΚΗΣ