Βρε, αρχιμαλάκα, απ’ όλο αυτό το κάργα άγριο όργιο που έχει στηθεί στην Ελλάδα τις τελευταίες εβδομάδες, εσύ, βρε αρχιμαλάκα, δεν έχεις βγάλει τα δικά σου συμπεράσματα; Πάλι θα την πατήσεις, αρχιμαλάκα. Πάλι θα στην πέσει το πειρατικό κι εσύ χαμπάρι δεν θα πάρεις.
Το αμερικάνικο όνειρο. Μας την έχουν σπάσει μ’ αυτό το κόλπο, το κοπανάνε και στο σινεμά τους. Το αμερικάνικο όνειρο. Ότι, δηλαδή, ο καθένας, από το τίποτα και από το πουθενά, ακόμα κι ένας εκτός Αμερικής, κάποιος που εγκαταστάθηκε στη χώρα πριν από λίγα χρόνια, έχει την ευκαιρία να γίνει μέγας και τρανός.
Στις 23 Αυγούστου 1948 έγραφε στο ημερολόγιο του: «... Στη Ρωσία δουλεύουν σα σκλάβοι για το κράτος, εδώ στην Αμερική δουλεύουν σα σκλάβοι για τα έξοδά τους. Οι άνθρωποι πηγαίνουν κάθε μέρα βιαστικά σε ανόητες δουλειές, τους βλέπεις να βήχουν πρωϊ-πρωϊ στο μετρό. Σπαταλούν τη ψυχή τους σε πράγματα όπως το «νοίκι», τα «αξιοπρεπή» ρούχα, το υγραέριο, το ηλεκτρικό, την ασφάλεια και συμπεριφέρονται όπως οι χωριάτες, και είναι τρισευτυχισμένοι γιατί μπορούν να αγοράσουν διάφορα μπιχλιμπίδια στα μαγαζιά.
Έχω μπροστά μου τα εκατό καλύτερα βιβλία που γράφτηκαν τα τελευταία εκατό χρόνια. Στον καιρό σας, δηλαδή. Διακοπή επιτόπου…
…Σε θέλω καθαρό πριν αρχίσεις να διαβάζεις το σεντόνι. Και ανυποψίαστο. Να μη ξέρεις ποιο θέμα θα πιάσουμε σήμερα. Να μη ξέρεις. Αυτό, άλλωστε, είναι το μέγα νόημα του κατεβατού την Κυριακή. Βλέπεις ένα γραφτό γκωνάρι σκέτο, με περισσότερες από 2.000 λέξεις κι έναν τίτλο. Μονάχα. Τίποτα περισσότερο. Χωρίς φωτογραφία, καμία εικονογράφηση το κείμενο. Γιατί; Είπαμε.
Έρρωσο. Τι είναι τούτο πάλι; Έρρωσο, κύριε μαλάκα. Καύλα είναι, κύριε μαλακοκαύλη. Αυτό είναι. Σου εύχομαι να έχεις καύλα. Όχι ακριβώς καύλα, αλλά έρωτα. Καλό δεν είναι αυτό που σου γράφω;
Παρακολουθώ από μακριά, τουλάχιστον πεντακόσια μέτρα, το πετούμενο που κάνει τις βόλτες του κοντά στα 250 μ. υψηλά. Θαρρείς είναι ακίνητο, πώς δεν πεταρίζει με τα φτερά του. Άνευ διδασκάλου έμαθε να στέκεται στον αέρα, να πιάνει και τις μανούβρες του κόντρα και πρίμα στους ανέμους, πάντα στο ίδιο σημείο για κάμποσα λεπτά, όσο χρειάζεται για να εποπτεύει το έδαφος από κάτω του.
Παρακολουθεί τον αγαπημένο του σκύλο που τον βρήκε η λύσσα, το ζώο πονάει, και υποφέρει, αυτός ίσως περισσότερο. Το ζώο τρέμει ολόκληρο, το κορμί του δεν αντέχει την αρρώστια και αφροί βγαίνουν από το στόμα του. Ο άνδρας πλησιάζει παρατηρώντας σπαρακτικά τον αγαπημένο του φίλο, τον σκύλο του, που δέχεται τις περιποιήσεις του αφεντικού χωρίς να τον δαγκώσει.
Μέθυσε ο όχλος από το παραμύθι του Λένιν. Μη μου πει κανένας όρθιος μαλάκας ότι ο λαός δέχθηκε την ανάλυση του Μαρξ. Σε παρακαλώ. Μην την κατινίσουμε την κουβέντα, σε σεντόνι αποδυτηριάκια είμαστε και δεν επιτρέπεται να λέμε μαλακίες. Ποιος μαρξισμός και ποια διαλεκτική.
Έτσι, δηλαδή, και δεν σας ξέρει καλά κάποιος, εύκολα μετατρέπεται σε Τούρκο. Τι Τούρκο, σε Ταμερλάνο κατ’ ευθείαν και σε Τζακ τον αντεροβγάλτη. Φοβερά πράγματα συμβαίνουν σ’ αυτό τον τόπο. Κι αν και κάποιος δεν την ανθιστεί τη δουλειά, με πόσο μαλάκες και με πόσο βαρεμένους έχει να κάνει, θα σας ορμήσει και θα σας φάει με τα μανικετόκουμπα.
Η παιδεία ξεκινάει από την παιδεραστία. Μιλάει ο αποδυτηριάκιας. Σου λέει τον τσακώσανε τον ιερέα τον παιδεραστή. Καμία σχέση. Μιλάει ο αποδυτηριάκιας. Αυτή η κωλόμπα με το ράσο δεν είναι εραστής του παιδιού. Όχι, βέβαια. Στερημένος σεξουαλικά μαλάκας είναι, άνθρωπος του Θεού λέει, και την πέφτει σε πιτσιρίκι διότι το κουσουμάρει για εύκολο στόχο. Δεν είναι σίγουρο ότι γουστάρει να πηδήξει μόνο αγοράκια. Είναι και ο φόβος αν αποκαλυπτότανε, αν άπλωνε χέρι στα μπούτια ενός τριαντάρη, ενός σαραντάρη. Μη φάει ξύλο και τον στείλουνε στο νοσοκομείο για κομπρέσες.